Ήταν ομολογουμένως έξυπνη κίνηση αυτή του Αλέξη Τσίπρα να φέρει την κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του “προ των ευθυνών της”, με το καλημέρα σας, ζητώντας από τους βουλευτές του να τοποθετηθούν ανοιχτά για το αν είναι διατεθειμένοι ή όχι να ψηφίσουν τη συμφωνία με τους δανειστές μας. Η κριτική γίνεται άλλωστε πάντα πιο έντονα εκ του ασφαλούς.
Αναρωτιέμαι συχνά, τι θα είχε γίνει αν ο Γιώργος Παπανδρέου είχε φέρει τον Αντώνη Σαμαρά προ των δικών του ευθυνών, ζητώντας στην πρώτη ψηφοφορία για την είσοδο της χώρας στο μνημόνιο, αυξημένη πλειοψηφία. Θα είχαν με αυτόν τον τρόπο αποφευχθεί οι αντιμνημονιακές κορόνες της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης; Η λογική είναι απλή: μπορείς να εξασφαλίσεις μια ελάχιστη συναίνεση ακόμη και από τον πιο ορκισμένο σου πολιτικό αντίπαλο αν βρεις έναν τρόπο να συνδέσεις την άμεση τύχη της χώρας με μια δική του δημόσια απόφαση, μετατρέποντάς τον σε απρόθυμο, αλλά αναγκαστικό stakeholder.
Πριν λοιπόν προλάβει να φουντώσει η συζήτηση για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αθετήσει το λόγο του ή όχι – κάτι κατά τη γνώμη μου οφθαλμοφανές – ο πρωθυπουργός έσπρωξε τους βουλευτές του στο “δια ταύτα”: θα ψηφίζατε τη συμφωνία αν ερχόταν στη Βουλή ή όχι; Στη φάση αυτή μάλιστα, με τη θετική αύρα των εκλογών ακόμη να πλανάται στην ατμόσφαιρα, οι διαφοροποιήσεις από την κυβερνητική γραμμή είναι πιο δύσκολες από ό,τι θα είναι όταν θα φτάσει η ώρα των ψηφοφοριών.
Με ενδιαφέρον πάντως παρατηρώ πως ακόμη κι έτσι, οι διαφοροποιήσεις δεν εξαλείφθηκαν πλήρως – διαβάζω πως 5 με 7 βουλευτές ψήφισαν κατά και 12 με 15 ήταν τα λευκά. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο χαρακτήρας της χθεσινής ψηφοφορίας δεν είναι τυπικά δεσμευτικός. Όταν έρθει η κρίσιμη στιγμή, μπορούν πάντα να επικαλεστούν αλλαγή στις συνθήκες και να αλλάξουν στάση με συνοπτικές διαδικασίες. Δεν θα είναι οι πρώτοι ούτε οι τελευταίοι που “άλλαξαν γνώμη”.