Σύμφωνη, τελικά, βρίσκει και την αξιωματική αντιπολίτευση η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη να τοποθετηθεί στο υψηλότερο πολιτειακό αξίωμα, αυτό του Προέδρου της Δημοκρατίας η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου.
Το θέμα της εκλογής του ΠτΔ βρέθηκε στο επίκεντρο της σύσκεψης υπό τον Αλέξη Τσίπρα με το προεδρείο της ΚΟ στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ και, περίπου, στις 15:00 ο πρόεδρος του κόμματος ανακοίνωσε τη συναίνεση για το πρόσωπο της ανώτατης δικαστικού.
Σημειώνεται ότι η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου είχε επιλεγεί και από τον ΣΥΡΙΖΑ πριν από μερικούς μήνες, καθώς την είχε προτείνει για την προεδρία του ΣτΕ.
«Ο πρωθυπουργός έκανε άλλη μια επικοινωνιακή ντρίπλα», σημείωσε ο Αλέξης Τσίπρας και σημείωσε «Μητσοτάκης δεν θα γίνω». Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ άλλων, χαρακτήρισε την απόφαση του κόμματός του ως «πράξη ευθύνης».
Πάντως, με επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη ξεκίνησε τη δήλωσή του για την υποψηφιότητα της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου. Στη δήλωσή του ο κ. Τσίπρας καταλόγισε για αμοραλισμό τον κ.Μητσοτάκη και πρόσθεσε ότι θα μπορούσε να είχε ανανεώσει τη θητεία του κ. Παυλόπουλου.
Αναλυτικά, ολόκληρη η δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας
«Έξι μήνες διακυβέρνησης της ΝΔ ήταν αρκετοί για να αναδειχθούν όλες οι αντιφάσεις, η υποκρισία και η πολιτική ένδεια του κ. Μητσοτάκη.
Δεν είναι μόνο οι υψηλές προσδοκίες που μέρα με τη μέρα παταγωδώς διαψεύδονται, στην πραγματική οικονομία, στην καθημερινότητα, στην αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων εθνικής κλίμακας, όπως τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και το προσφυγικό.
Αλλά είναι και μια συμπεριφορά αβάσταχτης ελαφρότητας και ανευθυνότητας απέναντι στους θεσμούς.
Μια στάση αμοραλισμού και υποταγής των πάντων στις ανάγκες της επικοινωνίας και όχι της ουσίας της πολιτικής.
Την ίδια ανεύθυνη στάση που είχε κρατήσει ο κος Μητσοτάκης απέναντι σε κρίσιμα ζητήματα όσο ήταν στην αντιπολίτευση, συνεχίζει δυστυχώς και ως πρωθυπουργός.
Στο θέμα της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας είχε την επιλογή να ανανεώσει τη θητεία του Προκόπη Παυλόπουλου, ενός κατά γενική ομολογία επιτυχημένου Προέδρου που είχε εκλεγεί με ευρεία διακομματική συναίνεση πριν από 5 χρόνια.
Δεν το έπραξε, χωρίς ποτέ να εξηγήσει το λόγο.
Αντ’ αυτού προχώρησε συνειδητά σε μια μακρά και εξευτελιστική για τον θεσμό διαδικασία Προεδρικών καλλιστείων, αποφεύγοντας να ανακοινώσει την όποια επιλογή του για αρκετούς μήνες.
Και τελικά επέλεξε να την ανακοινώσει, πάλι για λόγους επικοινωνίας, έξω από το σχεδιασμό του, σε μια μέρα με βαριά και αρνητική πολιτική ατζέντα για τη κυβέρνηση, μήπως και καταφέρει να την αλλάξει.
Όμως στη πολιτική δεν υπάρχει μόνο η επικοινωνία.
Υπάρχει και η ουσία.
Και ειδικά σε θέματα κρίσιμα για το πολίτευμα και για τη θεσμική λειτουργία της Δημοκρατίας μας, οφείλουμε να ενεργούμε με υπευθυνότητα.
Ο κ. Μητσοτάκης διέπραξε μέγα ατόπημα που επι μήνες διέσυρε το θεσμό της Προεδρίας της Δημοκρατίας και μέγα σφάλμα που επιλέγει να μην ανανεώσει τη θητεία ενός πετυχημένου Προέδρου, του Προκόπη Παυλόπουλου, σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία για τα εθνικά μας θέματα.
Ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ δε πρόκειται να τον αντιγράψει ή να τον ακολουθήσει στον ολισθηρό αυτό δρόμο της ανευθυνότητας.
Έχω δηλώσει και από το βήμα της Βουλής ότι εγώ ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, Μητσοτάκης δε θα γίνω.
Δε θα κάνω δηλαδή αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση.
Και σήμερα δε πρόκειται να κάνω ότι ακριβώς έκανε εκείνος το 2015, που μόνος καταψήφισε τη συναινετική επιλογή του Προκόπη Παυλόπουλου για τη Προεδρία της Δημοκρατίας.
Παρά την απαράδεκτη διαχείριση της διαδικασίας της Προεδρικής εκλογής από πλευράς του.
Παρά το προφανές και μεγάλο του σφάλμα, να μην ανανεώσει τη θητεία του Προκόπη Παυλόπουλου,
Εμείς δε θα προσθέσουμε ένα ακόμη σφάλμα, δίπλα στα πολλά σφάλματα του κου Μητσοτάκη.
Θα κρατήσουμε και τώρα στάση ευθύνης, όπως έχουμε αποδείξει ότι κρατήσαμε πάντα σε κρίσιμες επιλογές.
Και θα δώσουμε τη δυνατότητα η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας να εκλεγεί με ευρεία πλειοψηφία, καθώς έτσι αρμόζει για όποιον αναλαμβάνει τη βαριά ευθύνη – όπως το Σύνταγμα ορίζει- να είναι για τα πέντε επόμενα χρόνια ο εκφραστής της ενότητας του λαού και της Δημοκρατίας μας.
Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου αποτέλεσε κορυφαία επιλογή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ να διατελέσει η Πρώτη γυναίκα Πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας, του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Πρόταση η οποία τότε καταψηφίστηκε από τον κ. Μητσοτάκη και τους βουλευτές του.
Και δεν ήταν τυχαία επιλογή μας για τη θέση αυτή, αφού υπήρξε μια εξαίρετη δικαστής που υπηρέτησε με σθένος τη δικαιοσύνη, την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και τη θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους.
Και δεν δίστασε να συνταχθεί ακόμη και με τη μειοψηφία για να υπερασπιστεί το δικαίωμα των παιδιών των μεταναστών που έχουν γεννηθεί ή έχουν πάει σε ελληνικό σχολείο, να αποκτούν την Ελληνική ιθαγένεια.
Η εκλογή της λοιπόν στο Ανώτατο Πολιτειακό αξίωμα δεν ακυρώνει απλά την άθλια προπαγάνδα επί 4,5 χρόνια της ΝΔ, ότι δήθεν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ χειραγωγούσε την ηγεσία της Δικαιοσύνης, αλλά επιβραβεύει και το περιεχόμενο των αξιών που η ίδια ως δικαστής υπερασπίστηκε.
Γνωρίζω, όπως γνωρίζουν όλοι, ότι ο κος Μητσοτάκης με τη πρόταση της Κατερίνας Σακελλαροπούλου δεν επιχειρεί μια υπέρβαση, αλλά μια ακόμη επικοινωνιακή ντρίμπλα.
Φοβάμαι όμως ότι στο τέλος, χωρίς να το καταλαβαίνει, ντριμπλάρει τον ίδιο του τον εαυτό, ακυρώνει το ίδιο του το κόμμα και τον πυρήνα των ιδεών που έχει υιοθετήσει.
Από τη μεριά μας η θετική μας ψήφος στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου δεν είναι μια επικοινωνιακή επιλογή αλλά μια συνειδητή επιλογή.
Γιατί είναι συνδεδεμένη όχι μόνο με τη στάση ευθύνης που επιλέγουμε πάντα απέναντι τους θεσμούς αλλά και με τις ιδέες και τις αξίες μας.
Με τη συνέπειά μας.
Και στην πολιτική, όπως και στη ζωή, έχει πάντα μεγαλύτερη αξία η συνέπεια από τα πολιτικά παιχνίδια», έκλεισε τη δήλωσή του ο Αλέξης Τσίπρας.
Οι «αιτίες» του ναι
Ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να στηρίξει την κ. Σακελλαροπούλου, αφενός λόγω της εκτίμησης που έχουν στο πρόσωπό της ο Αλέξης Τσίπρας και πρόσωπα του στενού περιβάλλοντος του, όπως ο Μιχάλης Καλογήρου και η ευρεία υποστήριξή της από όλες τις τάσεις του κόμματος. Το «Ναι» στηρίχτηκε τόσο από τους κεντροαριστερούς όσο και από τους 53.
Το «πρώτη φορά γυναίκα Πρόεδρος» αποδείχτηκε επίσης πολύ ισχυρό επιχείρημα . την ίδια ώρα που δεν υπήρχε «πειστικό επιχείρημα», για το «Όχι».
Τέλος, τον ρόλο του έπαιξε και η εκτίμηση ότι η επιλογή Σακελλαροπούλου σηματοδοτεί πολιτική ήττα για τη Δεξιά που αναγκάστηκε να προτείνει Πρόεδρο από τον προοδευτικό χώρο, παρότι είχε την πλειοψηφία να κάνει την οποιαδήποτε επιλογή.