Πώς πετυχαίνει αυτοδυναμία ο νικητής των εκλογών- «Κλειδί» το πόσα κόμματα θα μείνουν εκτός βουλής

Η οριακή είσοδος ή, αντίστροφα, η οριακή αποτυχία ενός και μόνο κόμματος να μπει στη Βουλή μπορεί να δώσει ή αντίστοιχα να αφαιρέσει από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του πρώτου κόμματος τέσσερις με πέντε έδρες.

Το κρινόμενο ζήτημα της βραδιάς των εκλογών θα αφορά όχι τον νικητή αλλά το αν αυτός πετύχει την αυτοδυναμία

Δύο δημοσκόποι, ο διευθύνων σύμβουλος της MRB Δημήτρης Μαύρος και ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας MARC Θωμάς Γεράκης αναλύουν στη Realnews τα σενάρια της αυτοδυναμίας. Και οι δύο συμφωνούν ότι, αν και υπάρχει πολύς χρόνος μέχρι τις εκλογές, η πόλωση μεταξύ των δύο κομμάτων που διεκδικούν την κυβέρνηση θα είναι μεγάλη, γεγονός το οποίο αναμένεται αφενός να αυξήσει τα ποσοστά και των δύο σε σχέση με το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, αλλά παράλληλα θα αυξήσει και τις πιθανότητες της ενδεχόμενης αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος.

155 έδρες

Το ενδεχόμενο της αυτοδυναμίας ενισχύει από μόνο του το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, καθώς η αναγωγή του σε έδρες εθνικού Κοινοβουλίου θα έδινε στη Νέα Δημοκρατία περίπου 155 έδρες. Αυτό το οποίο επισημαίνουν τόσο ο κ. Μαύρος όσο και ο κ. Γεράκης είναι ότι ο καθοριστικός παράγοντας για την επίτευξη της αυτοδυναμίας δεν είναι ούτε το πόσα κόμματα θα πετύχουν την είσοδό τους ούτε η διαφορά του πρώτου με τον δεύτερο.

Πόσοι θα μείνουν «εκτός»

Το στοιχείο που καθορίζει το ποσοστό για την αυτοδυναμία είναι μόνο το ποσοστό των κομμάτων τα οποία θα μείνουν εκτός Βουλής. Όσο μεγαλύτερο είναι αυτό το ποσοστό, τόσο μικρότερο ποσοστό χρειάζεται το πρώτο κόμμα για τις πολυπόθητες τουλάχιστον 151 έδρες.

Οι ισορροπίες αναμένονται λεπτές, καθώς οι πρώτες μετρήσεις δείχνουν ότι, όπως και στις ευρωεκλογές με το κόμμα του κ. Βαρουφάκη, έτσι και στις εθνικές εκλογές είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν κόμματα τα οποία θα κινηθούν οριακά γύρω από το 3%.

διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας MARC Θωμάς Γεράκης

Το βράδυ της 7ης Ιουλίου το μεγάλο ερώτημα θα είναι το ζήτημα της αυτοδυναμίας», λέει στην «R» ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας δημοσκοπήσεων MARC, Θ. Γεράκης. Παρά το σύντομο της χρονικής απόστασης μεταξύ ευρωεκλογών και εθνικών εκλογών, αλλά και παρά το γεγονός ότι η φετινή ευρωκάλπη είχε ξεκάθαρα «εθνικά» χαρακτηριστικά, ο κ. Γεράκης εκτιμά ότι το ερώτημα των δύο διαδικασιών θα είναι εντελώς διαφορετικό: «Αυτό που αρχίζει να φαίνεται είναι ότι, ενώ στις ευρωεκλογές, ορθώς ή λανθασμένα, η συζήτηση περιεστράφη γύρω από το ύψος της διαφοράς, το ερώτημα στις βουλευτικές εκλογές θα είναι άλλο. Οδεύουμε προς μια εκλογική βραδιά που δεν θα ψάχνουμε τον πρώτο. Το ερώτημα της βραδιάς θα είναι αν θα έχει αυτοδυναμία το πρώτο κόμμα», λέει ο κ. Γεράκης.

Βασικός παράγοντας για τον καθορισμό του απαιτούμενου ποσοστού της αυτοδυναμίας είναι το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής. Οσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων -λέει ο κ. Γεράκης- τόσο μικρότερο ποσοστό χρειάζεται το πρώτο κόμμα για να πετύχει την αυτοδυναμία. Κατά τον διευθύνοντα σύμβουλο της MARC, το ενδεχόμενο αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος δεν είναι απίθανο. Ούτως ή άλλως, το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών έμοιαζε πολύ με αποτέλεσμα εθνικών εκλογών. Αν μάλιστα γινόταν αναγωγή αυτού του αποτελέσματος σε αποτέλεσμα εθνικών εκλογών, η Νέα Δημοκρατία, ακόμα και με το 33,12%, θα είχε αυτοδυναμία τουλάχιστον 155 εδρών. Κι αυτό λόγω του υψηλότατου ποσοστού (21%) των κομμάτων που δεν έφτασαν το 3%.

Η εκτίμηση του κ. Γεράκη είναι ότι στις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου και με βάση την προϊστορία τα ποσοστά των δύο μεγάλων κομμάτων που διεκδικούν να κυβερνήσουνθα αυξηθούν, όπως θα αυξηθεί το απαιτούµενο ποσοστό για την επίτευξη αυτοδυναµίας, αλλά και το ποσοστό της συµµετοχής.

 

Το 85% των ψήφων

«Μεσοσταθµικά η ιστορία έχει δείξει ότι σε διαδικασία ευρωεκλογών τα κόµµατα που διεκδικούν να κυβερνήσουν λαµβάνουν περίπου το 85% των ψήφων που θα λάβουν στις επόµενες ευρωεκλογές. Παράλληλα, συνήθως το ποσοστό των εκτός Βουλής κοµµάτων µειώνεται από τις ευρωεκλογές σε εθνικές εκλογές. Θα πρέπει εδώ να σηµειώσουµε ότι στις ευρωεκλογές συµµετείχαν 40 κόµµατα, αριθµός στον οποίο είναι αµφίβολο αν θα φτάσουµε στις εθνικές εκλογές», λέει ο κ. Γεράκης.

Τέλος, όσον αφορά στο απαιτούµενο ποσοστό αυτοδυναµίας, ο διευθύνων σύµβουλος της MARC εξηγεί µε τη γλώσσα των αριθµών τι ακριβώς συµβαίνει. «Αν υποθέσουµε ότι δεν υπάρχει κόµµα µε λιγότερο του 3% ποσοστό και το εκτός Βουλής ποσοστό των κοµµάτων είναι 0%, τότε το απαιτούµενο ποσοστό επίτευξης αυτοδυναµίας είναι το 40,4%. Από εκεί και πέρα, για κάθε 1% ποσοστού κοµµάτων εκτός Βουλής το απαιτούµενο ποσοστό της αυτοδυναµίας περιορίζεται κατά 0,4%. Για παράδειγµα, αν το ποσοστό των εκτός Βουλής κοµµάτων είναι 3%, το απαιτούµενο ποσοστό του πρώτου κόµµατος για την επίτευξη αυτοδυναµίας πέφτει στο 39,2%. Στις εθνικές εκλογές του Σεπτεµβρίου του 2015, για παράδειγµα, όταν το ποσοστό των εκτός Βουλής κοµµάτων ήταν 6,4%, το απαιτούµενο ποσοστό της αυτοδυναµίας ήταν 37,9%. Αν φτάσουµε σε ποσοστό 10% για τα εκτός Βουλής κόµµατα, τότε το ποσοστό της αυτοδυναµίας θα πέσει στο 36,4%», καταλήγει ο κ. Γεράκης

 

Από την πλευρά του oΔιευθύνων Σύμβουλος της MRB HELLAS, Δημήτρης Μαύρος γράφει:

 

«ΜΕΧΡΙ την 26η Μαΐου ολόκληρο το διακύβευµα στο πολιτικό σκηνικό ήταν η διαφορά ανάµεσα στη Ν.∆. και τον ΣΥΡΙΖΑ. Το µήνυµα ήρθε και µάλιστα µε εντυπωσιακό τρόπο. Η διαφορά εντέλει ήταν περίπου 9,5%, γεγονός που αιφνιδίασε τους πάντες, εκτός από τις δηµοσκοπήσεις.

Σε µια νύχτα µέσα, το τρόπαιο άλλαξε απότοµα και από τη διαφορά µεταξύ των δύο κοµµάτων µετατοπίστηκε στο αν το πρώτο κόµµα στις επόµενες εθνικές εκλογές θα έχει αυτοδυναµία ή όχι και υπό ποιες προϋποθέσεις. Το πρώτο ερώτηµα, αν και θεωρητικό, είναι: «Ετσι όπως έχουν τα ποσοστά σήµερα, µε βάση τα αποτελέσµατα των ευρωεκλογών, υπάρχει αυτοδυναµία ή όχι;». Η απάντηση είναι «ναι, υπάρχει» και η αυτοδυναµία έρχεται µε περίπου 155 έδρες υπέρ της Ν.∆. Στο σηµείο αυτό πρέπει να υπογραµµιστεί ότι η αυτοδυναµία συνδέεται αποκλειστικά και µόνο µε το ποσοστό του πρώτου κόµµατος, στην προκειµένη περίπτωση της Ν.∆. µε 33,12% και µε το άθροισµα των ποσοστών των κοµµάτων που µένουν εκτός Βουλής, δηλαδή δεν «πιάνουν» την ελάχιστη βάση του 3% για να δικαιούνται έδρα.

Αν δηµιουργήσει, λοιπόν, κάποιος έναν ενδεικτικό πίνακα κάνοντας υποθετικές ασκήσεις ποσοστών του αθροίσµατος των µικρότερων κοµµάτων που ενδέχεται να µείνουν εκτός Βουλής, υπολογίζει το ποσοστό που πρέπει να πάρει το πρώτο κόµµα για να διαθέτει την ελάχιστη αυτοδυναµία των 151 εδρών. Γίνεται άµεσα εµφανές ότι, όσο µικρότερο είναι το άθροισµα των ποσοστών των κοµµάτων που µένουν εκτός Βουλής, τόσο µεγαλύτερο πρέπει να είναι το ποσοστό του πρώτου κόµµατος για να έχει έστω και την ισχνή αυτοδυναµία των 151 εδρών.

Υπογραµµίζεται, επιπλέον, ότι η αυτοδυναµία δεν συνδέεται µε το αν θα έχουµε πεντακοµµατική, εξακοµµατική ή επτακοµµατική Βουλή.

Αξίζει, επιπλέον, για ιστορικούς λόγους, να µελετηθεί το άθροισµα των ποσοστών των κοµµάτων που έχουν µείνει εκτός Βουλής διαχρονικά από το 1996 µέχρι το 2015. Αν εξαιρέσει κανείς τον Μάιο του 2012, όταν το πρώτο κόµµα πήρε περίπου 18,8%, γεγονός που κάνει λογικό το να µένει εκτός Βουλής το 19% των κοµµάτων, ο µέσος όρος του αθροίσµατος των ποσοστών των κοµµάτων που έµεναν εκτός Βουλής ήταν 5,5%. Το τελευταίο σηµαίνει ότι το πρώτο κόµµα χρειάζεται περίπου 38,5% για να κατακτήσει τις 151 έδρες. Αν πάλι µείνει εκτός Βουλής το 7%, τότε το πρώτο κόµµα χρειάζεται 37,6%. Ενώ, αν µείνει εκτός το 10%, τότε το πρώτο κόµµα χρειάζεται 36,5%.

Οι πρώτες ενδείξεις βεβαίως δείχνουν ότι ο διπολισµός/δικοµµατισµός δεν θα είναι µικρός, γεγονός που αυτό βοηθάει στην ύπαρξη της αυτοδυναµίας του πρώτου κόµµατος. Αυτό, όµως, πρέπει να αναµένουµε να διαπιστωθεί, αφού πρώτα ωριµάσει αρκετά ο προεκλογικός αγώνας  και έχουµε ικανή χρονοσειρά δηµοσκοπικών στοιχείων»