Ο Αλέξης Τσίπρας και το τι θα κάνει εφόσον διαδεχθεί τον Αντώνη Σαμαρά στην πρωθυπουργία της Ελλάδας είναι αυτό που απασχολεί τους εταίρους της χώρας στην ευρωζώνη εκτιμά σε άρθρο του στην εφημερίδα Financial Times ο Τόνι Μπάρμπερ. Όπως αναφέρει το κρίσιμο ερώτημα που πονοκεφαλιάζει στην παρούσα φάση τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δεν είναι αν θα συγκεντρωθούν οι 180 για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας στην Ελλάδα και ούτε καν το αν θα γίνουν οι περικοπές που ζητούν στον ελληνικό προϋπολογισμό του 2015 αλλά αν ο διάδοχος του Α. Σαμαρά θέλει και έχει την ικανότητα «να συνεχίσει την επίπονη προσπάθεια εκσυγχρονισμού που άρχισε το 2010 ή αν θα διατηρήσει τις παλιές δομές των πελατειακών σχέσεων, της διαφθοράς και της ολιγαρχίας υπό ένα προσωπείο υπακοής σε ξένους ηγεμόνες».
Ο Μπάρμπερ θέτει το ερώτημα κατά πόσο τελικά ο Αλέξης Τσίπρας θα διαδεχθεί τον Αντώνη Σαμαρά και το πιο σημαντικό κατά πόσο θα εξοργίσει τους εταίρους συμπεριφερόμενος σαν τον Λέων Τρότσκι, τον μπολσεβίκο που επέμενε στην αποκήρυξη του εξωτερικού χρέους της τσαρικής Ρωσίας ή θα τους κατευνάσει μιμούμενος τον Φρανσουά Ολάντ, τον Γάλλο πρόεδρο του οποίου η κυβέρνηση αποχωρίζεται τα σοσιαλιστικά της συνθήματα σαν φθινοπωρινά φύλλα».
Ο αρθρογράφος της βρετανικής εφημερίδας σχολιάζει ότι αν τελικά εκλεγεί ο ΣΥΡΙΖΑ και επιμείνει στις απόψεις του περί δραστικής αναδιάταξης του εξωτερικού χρέους της Ελλάδας θα αναδεικνυόταν η ανοησία των διαβεβαιώσεων ότι μια μέρα η Ελλάδα θα αποπληρώσει πλήρως τα δάνειά της, μια εξέλιξη που θα δοκιμάσει τα όρια της αλληλεγγύης στην ευρωζώνη. Και υπογραμμίζει ότι «υπό ορισμένες πτυχές ο κ. Τσίπρας υποστηρίζει απλά αυτό που μια σειρά απολύτως σοβαρών ξένων οικονομολόγων επίσης υποστηρίζουν», ότι μια μερική διαγραφή χρέους πιθανώς θα βοηθούσε στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων γεγονός που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να εξασφαλίσει δανεισμό με καλύτερους όρους, κάτι που θα ανακούφιζε τον ιδιωτικό τομέα.
Ταυτόχρονα, βέβαια, ο Μπάρμπερ χαρακτηρίζει «πραγματικά ανόητη» την επιμονή του ΣΥΡΙΖΑ να αυξήσει τις κρατικές δαπάνες υπονομεύοντας, έτσι, τις προσπάθειες των πιστωτών για ένα κράτος αποδοτικό για πρώτη φορά μετά από 182 χρόνια ανεξάρτητης πορείας. «Αυτές οι πολιτικές κάνουν τον κ. Τσίπρα να μοιάζει λιγότερο με έναν αγριεμένο εξτρεμιστή –αν και ήταν κομμουνιστής στα νιάτα του- παρά με μια εκδοχή του Ανδρέα Παπανδρέου στον 21ο αιώνα, τον σοσιαλιστή ηγέτη που έχτισε το πελατειακό πολιτικό σύστημα που έβαλε την Ελλάδα στο μονοπάτι του ολέθρου», σχολιάζει. Προσθέτει, πάντως, ότι ακόμη και αν ο ΣΥΡΙΖΑ βρεθεί στην εξουσία το πιθανότερο είναι ότι δεν θα είναι αρκετά ισχυρός ώστε να εφαρμόσει κανονικά όλα όσα εξαγγέλλει και θα υποχρεωθεί σε σειρά συμβιβασμών για να διασφαλίσει κυβερνητικούς εταίρους.
Συμπληρώνει, δε, ότι ούτως ή άλλως η διεθνής θέση της Ελλάδας παραμένει αδύναμη και κάθε κυβέρνηση θα πρέπει να διαπραγματευτεί με τους πιστωτές. Και εκτιμά ότι παρά το ότι η Ουάσινγκτον διαφωνεί και επικρίνει την πολιτικής του Βερολίνου, δεν θα επέλεγε ποτέ ένα «δυσλειτουργικό μικρό κράτος» όπως η Ελλάδα έναντι του Βερολίνου ενώ θα ήταν απερίσκεπτο η ελληνική πλευρά να στηριχθεί στη Ρωσία μετά τις εξελίξεις με τις κυρώσεις σε βάρος της και την όλη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην Ουκρανία. Η δε Κίνα ενδιαφέρεται για επενδύσεις στην Ελλάδα αλλά δεν παραγνωρίζει την ανάγκη μιας σταθερής ενωμένης ευρωζώνης ενώ δύσκολα οι Ιρλανδία, Πορτογαλία ακόμη και Κύπρος θα θελήσουν να ταυτιστούν με την Αθήνα στην εικόνα του «ανεύθυνου οφειλέτη».
Ενδιαφέρον έχει ότι ο Μπάρμπερ ξεκινά το άρθρο του παραθέτοντας, εν συντομία, την υπόθεση της απεργίας πείνας του Νίκου Ρωμανού, η οποία, όπως σημειώνει, δίχασε την ελληνική κοινή γνώμη εκτιμώντας, δε, ότι το υπόβαθρο του νεαρού απεργού πείνας και τα φυσιογνωμικά του χαρακτηριστικά έχουν ομοιότητες, κατά περίεργο τρόπο, με αυτά του Αλέξη Τσίπρα!
Με πληροφορίες από το skai.gr