Στο Ειδικό Δικαστήριο παραπέμπεται με αμετάκλητο βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου του Αρείου Πάγου ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου για την εμπλοκή του στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ.
Η απόφαση λήφθηκε με ψήφους 4 προς 1 και ο πρώην υπουργός παραπέμπεται για τα αδικήματα της νόθευσης εγγράφου και της απόπειρας απιστίας. Δεν παραπέμπονται στο Ειδικό Δικαστήριο τα συγγενικά του πρόσωπα ως συμμέτοχοι (μη πολιτικά πρόσωπα) για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ.
Συγκεκριμένα, δεν παραπέμπονται η εξαδέρφη του, Ελένη Παπακωνσταντίνου, ο σύζυγός της Συμέων Σικιαρίδης και ο Ανδρέας Ρωσσώνης (σύζυγος της εξαδέλφης τού πρώην υπουργού, Μαρίνας) που αρχικά βαρύνονταν με την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας στη νόθευση δημοσίου εγγράφου, που αποδίδεται ότι διέπραξε ο πρώην υπουργός Οικονομικών.
Η δίκη πρέπει να ξεκινήσει εντός του επόμενου διμήνου από σήμερα.
Το μακρύ ταξίδι της λίστας Λαγκάρντ
Η λίστα αυτή αποτελεί προϊόν υποκλοπής των δεδομένων των καταθετών της τράπεζας HSBC της Γενεύης. Ο άνθρωπος πίσω από αυτήν την υποκλοπή είναι ο Χερβέ Φαλτσιάνι , ο οποίος αρχικά προσπάθησε να πωλήσει ένα τεράστιο κατάλογο καταθετών της εν λόγω τράπεζας σε Λιβανέζικη τράπεζα. Την ενέργειά του πληροφορήθηκαν οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες, οι οποίες κατάφεραν να πάρουν τα στοιχεία και παρέδωσαν ό,τι αφορούσε ευρωπαίους πολίτες στις μυστικές υπηρεσίες της Γαλλίας, που στη συνέχεια τα προώθησαν σε άλλες εθνικές μυστικές υπηρεσίες. Ο δε Φαλτσιάνι συνελήφθη τον Ιούλιο 2012 στη Βαρκελώνη πλην όμως αφέθηκε προσωρινά ελεύθερος με απόφαση της ισπανικής Δικαιοσύνης.
Σύμφωνα με τα διάφορα δημοσιεύματα η ύπαρξη της λίστας Λαγκάρντ αποκαλύφθηκε το καλοκαίρι του 2010, όταν οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες φέρονταν να ενημέρωσαν τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες –ΕΥΠ ότι υπήρχαν ονόματα, σε ψηφιακή μορφή, Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία. Στη συνέχεια την όλη υπόθεση φέρεται να διαχειρίστηκε ο τότε επικεφαλής της ΕΥΠ Κ. Μπίκας . Όπως ο ίδιος ισχυρίστηκε, υπήρξε συνεννόηση μεταξύ του ελληνικού και του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών, ώστε αυτό το αρχείο να φτάσει στις ελληνικές Αρχές. Έτσι, με την εμπλοκή των μυστικών υπηρεσιών το αρχείο παραδόθηκε επίσημα από το γαλλικό Υπουργείο Οικονομικών στην Έλληνα πρέσβη στο Παρίσι με διαβιβαστικό έγγραφο, που έφτασε, τελικά, τον Οκτώβριο του 2010 σε μορφή CD, εκτός διπλωματικού σάκου, που σημαίνει χωρίς αριθμό πρωτοκόλλου, παρακάμπτοντας έτσι το Υπουργείο Εξωτερικών και παραδόθηκε στον τότε υπουργό οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Αυτός με τη σειρά του ενημέρωσε το γραφείο του τότε πρωθυπουργού Γ. Α. Παπανδρέου.
Το CD φέρεται να περιείχε περίπου 2000 αρχεία Excel με αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών, ονόματα δικαιούχων και σε κάποιες περιπτώσεις (δηλώσεις αναφέρουν περίπου στους μισούς από αυτούς) χρηματικά ποσά καταθέσεων. Το συνολικό ποσό των καταθέσεων στη λίστα εκτιμάται σε περίπου 1,5 δις ευρώ. Τον ίδιο μήνα ο Γ. Παπακωνσταντίνου επέλεξε μερικά από αυτά τα ονόματα (οι δηλώσεις μιλούν για περίπου 10-20 ονόματα) με τις μεγαλύτερες καταθέσεις και τα παρέδωσε σε πρόχειρο χαρτί στον τότε Ειδικό Γραμματέα του ΣΔΟΕ Γιάννη Καπελέρη να «διερευνήσει το οικονομικό τους προφίλ».
Ο κ. Καπελέρης, αργότερα, δήλωσε ότι στα ονόματα αυτά δεν υπήρχαν ονόματα πολιτικών ή γνωστών επιχειρηματιών, χωρίς όμως να δηλωθεί αν έγινε ή δεν έγινε σχετική έρευνα παραβατικότητας στα συγκεκριμένα ονόματα. Το καλοκαίρι του 2011, λίγο πριν παραιτηθεί από υπουργός Οικονομικών, ο Γ. Παπακωνσταντίνου παρέδωσε το σύνολο της λίστας στο νέο επικεφαλής του ΣΔΟΕ, Ι. Διώτη σε μορφή USB stick. Παρέλειψε όμως να την παραδώσει και στον διάδοχό του, Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος δήλωσε αργότερα ότι δεν παρέλαβε κανένα αρχείο σε CD αλλά μόνο ένα αρχείο σε μορφή USB stick από τον κ. Διώτη.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν πραγματοποίησε καμία έρευνα σχετικά με τη λίστα, καθώς θεώρησε ότι δεν μπορεί να αξιοποιηθεί νόμιμα, παρότι αυτό είχε επιδοθεί κατά το επισημότερο τρόπο με διαβιβαστικό έγγραφο. Επίσης φέρεται να την διατήρησε στο προσωπικό του γραφείο ακόμη και μετά την παραίτησή του από υπουργός Οικονομικών, χωρίς να την παραδώσει, όπως όφειλε να κάνει, στον διάδοχό του Φίλιππο Σαχινίδη.
Στο ευρύ κοινό, η ύπαρξη της λίστας έγινε γνωστή το Σεπτέμβριο του 2012. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος αποκάλυψε πως είχε ακόμη στην κατοχή του τη λίστα, την οποία και παρέδωσε στις 2 Οκτωβρίου 2012 στον πρωθυπουργό Α. Σαμαρά. Παράλληλα, ο Ε. Βενιζέλος άφησε υπόνοιες πως πιθανώς η λίστα που κατείχε να μην ήταν η αυθεντική αλλά να είχε στην πορεία της τροποποιηθεί.
Έτσι, ο τότε υπουργός Οικονομικών Ι. Στουρνάρας ζήτησε νέο αντίγραφο της λίστας από τις γαλλικές αρχές, το οποίο και έφτασε στην Ελλάδα το Δεκέμβρη του 2012. Μετά από σύγκριση της νέας λίστας με αυτή που παρέδωσε ο Ευ. Βενιζέλος προέκυψε ότι από την «παλιά» λίστα είχαν αφαιρεθεί 3 ονόματα και 2 λογαριασμοί προσώπων συγγενικών στον πρώην υπουργό (και αρχικό παραλήπτη της λίστας) Γ. Παπακωνσταντίνου: η ξαδέρφη του Ελένη Παπακωνσταντίνου και ο σύζυγός της Συμεών Σικιαρίδης, καθώς και ο Ανδρέας Ρωσσώνης, σύζυγος της άλλης ξαδέρφης του πρώην Υπουργού, Μαρίνας Παπακωνσταντίνου. Συνεπώς η αυθεντική λίστα περιέχει 2062 ονόματα, ενώ η αλλοιωμένη 2059. Στις 28 Δεκεμβρίου 2012 ο Ευ. Βενιζέλος διέγραψε τον Γ. Παπακωνσταντίνου από το ΠΑΣΟΚ.
Για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ έχει, ήδη, ζητηθεί η παραπομπή του πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ Ι. Διώτη για απιστία από τον εισαγγελέα Εφετών Μανώλη Δράκο, ενώ έχει προταθεί η μη παραπομπή του προκατόχου του Γιάννη Καπελέρη.
Και οι δύο θα κριθούν από το Δικαστικό Συμβούλιο του Εφετείου για τον τρόπο που διαχειρίστηκαν τη λίστα και για τους ελέγχους που δεν πραγματοποίησαν ποτέ.
Ο κ. Καπελέρης έχει επανειλημμένως καταθέσει ότι ουδέποτε ενημερώθηκε για την ύπαρξη ολόκληρης λίστας.