Μετά την Bundestag, «ναι» και από την ολλανδική Βουλή στο ελληνικό πρόγραμμα

Δια της «πλαγίας», δηλαδή με την απόρριψη της πρότασης μομφής που κατέθεσε ο επικεφαλής της ακροδεξιάς αντιπολίτευσης Γκέερτ Βίλντερς με αφορμή το τρίτο μνημόνιο για την Ελλάδα και με την καταψήφιση πρότασης της αντιπολίτευσης για μη αποδοχή του προγράμματος για την Ελλάδα, ενέκρινε, τελικά, το ολλανδικό κοινοβούλιο το τρίτο «πακέτο» για την Ελλάδα.

Η πρόταση μομφής απορρίφθηκε με ψήφους 81 κατά έναντι 52 υπέρ στην 150μελή Βουλή. Ένα μέλος του κόμματος του Πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε τάχθηκε κατά του προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας. Νωρίτερα, ο Μαρκ Ρούτε είχε πει ότι η κυβέρνησή του θα στηρίξει το τρίτο πακέτο βοήθειας, ανεξαρτήτως του τι θα ψήφιζε το Κοινοβούλιο. Ο ίδιος είχε πει: «Δεν ζητάμε έγκριση». Και τόνισε ότι η ψηφοφορία θα ήταν περιττή, καθώς η κυβέρνηση χαράζει την πολιτική της χώρας. Σημειώνεται ότι η ολλανδική κυβέρνηση δεν ήταν υποχρεωμένη να «φέρει» το θέμα στην δικαιοσύνη, αλλά το έπραξε υπό την πίεση της αντιπολίτευσης.

Ολλανδικά μέσα ενημέρωσης αναφέρουν ότι ο Ρούτε βγήκε «λαβωμένος» από την ψηφοφορία και ότι θα πρέπει να εργαστεί πάνω στην δημιουργία εμπιστοσύνης. Την ίδια ώρα, αίσθηση και αρνητικά σχόλια, δε, προκάλεσαν, λίγο νωρίτερα, οι δηλώσεις του επικεφαλής της ακροδεξιάς αντιπολίτευσης Γκέερτ Βίλντερς ενώπιον του κοινοβουλίου με τις οποίες χαρακτήρισε την Ελλάδα «πρεζόνι της Ευρώπης» σημειώνοντας ότι δεν μπορεί να ελέγξει τις δαπάνες της ενώ επιτέθηκε στον Πρωθυπουργό Μάρκ Ρούτε επειδή, όπως είπε, είχε υποσχεθεί στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας ότι δεν θα δώσει «ούτε άλλο ένα σεντ για την Ελλάδα».

«Ναι» και από την γερμανική Βουλή 

Όπως αναμενόταν εξελίχθηκε η συζήτηση για την ψήφιση του τρίτου «πακέτου» στήριξης της Ελλάδας στη γερμανική βουλή, λίγο νωρίτερα, με 454 βουλευτές να ψηφίζουν «ναι», 113 «όχι», ενώ 18 απείχαν και 73 έλειπαν από την έκτακτη συνεδρίαση.

Όπως μεταδίδει η ελληνική υπηρεσία της Deutsche Welle, στην ομιλία του ο γερμανός Υπουργός Οικονομικών Β. Σόιμπλε κάλεσε τους βουλευτές να εγκρίνουν τη νέα συμφωνία. «Είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας και προς το συμφέρον της Ευρώπης», είπε χαρακτηριστικά ο γερμανός υπουργός, παραδεχόμενος ωστόσο ότι «η απόφαση για έναν νέο πρόγραμμα βοήθειας δεν είναι εύκολη». Πρόσθεσε δε ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι υπέρ αλλά και κατά της νέας βοήθειας, τόσο από πολιτική όσο και από οικονομική σκοπιά.

Ο Β. Σόιμπλε υπογράμμισε ότι «εξαρχής η Ελλάδα ήταν μια δύσκολη περίπτωση». Υπενθύμισε ότι ενώ πριν ξεσπάσει η κρίση το έλλειμμα της χώρας κυμαίνονταν στο 15 %, πέρσι, το 2014, βρισκόταν πλέον σε καλό δρόμο, βάζοντας θετικό πρόσημο στην ανάπτυξη αλλά και μειώνοντας αργά αλλά σταθερά την ανεργία. Στη συνέχεια όμως ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας προέβη σε υποσχέσεις τις οποίες δεν μπορεί να τηρήσει. «Τώρα πρέπει να κάνει τα αντίθετα από αυτά που υποσχέθηκε».

«Φυσικά… μετά τις εμπειρίες των τελευταίων μηνών και χρόνων δεν υπάρχουν εγγυήσεις ότι όλα αυτά θα λειτουργήσουν. Οι αμφιβολίες επιτρέπονται πάντα. Εντούτοις, δεδομένου ότι η ελληνική βουλή έχει αποφασίσει ήδη ένα μεγάλο μέρος των μέτρων, θα ήταν ανεύθυνο να μην αξιοποιηθεί η ευκαιρία για μια νέα αρχή στην Ελλάδα. Εάν η Ελλάδα τηρήσει τις υποσχέσεις της και υλοποιήσει πλήρως και αποφασιστικά το πρόγραμμα, τότε μπορεί να αναπτυχθεί η ελληνική οικονομία. Υπάρχουν ευκαιρίες. Εάν αυτές αξιοποιηθούν εξαρτάται αποκλειστικά από τους Έλληνες».

Ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών χαρακτήρισε πάντως απαραίτητη προϋπόθεση τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο νέο πρόγραμμα βοήθειας. «Για τη γερμανική κυβέρνηση είναι εκ των ων ουκ άνευ να παραμείνει στο τιμόνι το ΔΝΤ με την ιδιαίτερη εμπειρία του σε κρατικές κρίσεις χρέους». Την άποψη αυτή, σύμφωνα με τον ίδιο, συμμερίζεται και το Eurogroup.

Η συμμετοχή του Ταμείου, όπως είπε, επιβάλλεται και για οικονομικούς λόγους. Μπορεί το ΔΝΤ να αποφασίσει μόλις το φθινόπωρο, εντούτοις επί της αρχής έχει εκφράσει ήδη την πρόθεσή του να συμμετάσχει, όπως είπε. Ο Β. Σόιμπλε υπογράμμισε ότι η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μπορεί να διασφαλιστεί και χωρίς ένα νέο κούρεμα. Σύμφωνα με τον ίδιο υπάρχουν περιορισμένα περιθώρια για μια περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους.

Εντύπωση προκάλεσε ο επικεφαλής της Κ.Ο. των Σοσιαλδημοκρατών Τόμας Όπερμαν, ο οποίος έκανε λόγο για «πισώπλατο χτύπημα» της Αριστεράς σε βάρος του αδελφού κόμματος στην Ελλάδα, του ΣΥΡΙΖΑ, σχολιάζοντας την πρόθεση της Die Linke να καταψηφίσει τη νέα συμφωνία. Οι Σοσιαλδημοκράτες, αντίθετα, όπως είπε, στηρίζουν τη συμφωνία γιατί για πρώτη φορά καθίσταται εφικτή η αναμόρφωση του κράτους, της οικονομίας και της κοινωνίας.

Σύμφωνα με τον ίδιο, για τον μέσο Έλληνα η ζωή στην Ελλάδα είναι ακριβή, εντούτοις μέσω της κατάργησης μονοπωλίων και της ενίσχυσης του ανταγωνισμού μπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση και αυτό είναι «κοινωνικά δίκαιο». Εάν η Ελλάδα υλοποιήσει επιτυχώς τις συμπεφωνημένες μεταρρυθμίσεις τότε θα υπάρξει ελάφρυνση του χρέους, υπογράμμισε ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός.

Από την πλευρά της η Αριστερά εκτίμησε για άλλη μια φορά ότι η γερμανική πολιτική διάσωσης της Ελλάδας απέτυχε. Μέχρι στιγμής η Γερμανία δεν έχει πληρώσει ούτε ευρώ για την κρίση, τόνισε ο επικεφαλής της Κ.Ο. της Die Linke Γκρέγκορ Γκίζι. Σε περίπτωση όμως που η Γερμανία κληθεί να πληρώσει σε μεταγενέστερο χρόνο, τότε αυτό θα οφείλεται στην αποτυχημένη πολιτική της κυβέρνησης Μέρκελ, όπως είπε. Ο αριστερός πολιτικός παρέπεμψε σε πρόσφατη έρευνα που θέλει τη Γερμανία να έχει εξοικονομήσει 100 δις ευρώ λόγω των χαμηλών επιτοκίων δανεισμού. Αυτό όμως, όπως τόνισε, γίνεται στις πλάτες των αποταμιευτών και των καταθέσεών τους. Στις χώρες της κρίσης θα πρέπει να υπάρξει οικονομική ανοικοδόμηση, με τη μείωση των συντάξεων όμως αποδυναμώνεται απλώς η εσωτερική ζήτηση, είπε ο Γκρέγκορ Γκίζι.

Ανέφικτο χαρακτήρισε το στόχο που έχει τεθεί για τις ιδιωτικοποιήσεις ο επικεφαλής της Κ.Ο. των αντιπολιτευόμενων Πρασίνων Άντον Χοφράιτερ. «Γνωρίζετε και οι ίδιοι ότι αυτό δεν θα γίνει ποτέ», είπε χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στις εκτιμήσεις για έσοδα ύψους 50 δις ευρώ από τις ιδιωτικοποιήσεις. Αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι φοροελαφρύνσεις, όπως είπε. Συμπλήρωσε δε ότι οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα θα πρέπει να γίνουν με τρόπο ώστε να μπορεί να λειτουργήσει και πάλι η οικονομία. «Οι μεταρρυθμίσεις δεν πρέπει να είναι ιδιαίτερα σκληρές, αλλά ιδιαίτερα αποτελεσματικές». Οι Πράσινοι ωστόσο θα ψηφίσουν υπέρ της νέας συμφωνίας για να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους προς την Ελλάδα και τους Έλληνες, υπογράμμισε ο Άντον Χοφράιτερ.