Η Γερμανίδα πολιτική επιστήμονας Γκεζίνε Σβαν αμφισβητεί την ορθότητα της ακολουθούμενης πολιτικής λιτότητας στην Ευρωζώνη, απορρίπτοντας την άποψη ότι η ελληνική πλευρά φέρθηκε ανεύθυνα και ως εκ τούτου οδηγείται με τη στάση της αναγκαστικά εκτός νομισματικής ένωσης.
Όπως σημείωσε σε συνέντευξή της στο γερμανικό ραδιόφωνο Deutschlandfunk, «αν επιχειρηματολογήσει κανείς διαφορετικά και πει ότι η πολιτική λιτότητας δεν έφερε αποτέλεσμα, αν πει κανείς ότι και στην Ισπανία και στην Πορτογαλία αυξήθηκε το επίπεδο του χρέους όλα αυτά τα χρόνια της λιτότητας, ότι ακόμη και στην Ισπανία και στην Πορτογαλία υπάρχει υψηλή ανεργία (…), τότε θεωρώ ότι βλέπει κανείς την κατάσταση εντελώς διαφορετικά. Αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για ένα θεμελιώδες ερώτημα. Αν πιστεύει κανείς ότι αυτή η πολιτική ήταν επιτυχημένη, αγνοώντας πλήρως το πόσο υψηλή είναι η ανεργία των νέων ή όχι».
Η Γερμανίδα πολιτική επιστήμονας και μέλος των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών θεωρεί ότι η ΕΚΤ κλήθηκε να αναλάβει διευρυμένα καθήκοντα προκειμένου να καλύψει την απροθυμία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων – και ειδικά της γερμανικής – να αντιμετωπίσουν με πνεύμα αλληλεγγύης τα προβλήματα και τα χρέη των κρατών της ευρωζώνης.
Όπως επισήμανε η Γκεζίνε Σβαν, «η τωρινή οικονομική πολιτική δεν στοχεύει στην αλληλεγγύη, αλλά στο ότι κάθε κράτος μεριμνά για τον εαυτό του. Και αν χαρακτηρίσει κανείς τα πακέτα βοήθειας προς την Ελλάδα ως αλληλεγγύη, τότε πρόκειται για μια ερμηνεία που αγνοεί το γεγονός ότι με την τελευταία βοήθεια στην Ελλάδα στηρίχθηκαν ουσιαστικά, κατά περίπου 90%, οι τράπεζες, οι οποίες από γερμανικής και γαλλικής πλευράς είχαν δανείσει εκεί χρήματα. Αυτό σημαίνει ότι τα χρήματα αυτά μειώθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Δεν παραδεχθήκαμε ότι αυτές οι τράπεζες θα έπρεπε στην πραγματικότητα να έχουν υποστεί απώλειες, όπως ακριβώς συνέβη στην Ιρλανδία ή στην Ισπανία».
Η Γκεζίνε Σβαν έκανε λόγο για έλλειψη αποτελεσματικού διαλόγου και ικανότητας για εξεύρεση συμβιβαστικών λύσεων στην Ευρώπη, κάτι που καθίσταται σαφές και στο ζήτημα της μεταναστευτικής πολιτικής, όπως σημειώνει, αναφερόμενη στο παράδειγμα της Ιταλίας και του πρωθυπουργού της Ματέο Ρέντσι που, όπως σχολίασε, «αισθάνεται ότι τον έχουν εγκαταλείψει εντελώς» στο ζήτημα της διαχείρισης του ισχυρού ρεύματος μεταναστών που φθάνουν στην Ευρώπη.
Όπως υπογράμμισε η Γερμανίδα πολιτική επιστήμονας, «μπορώ να φανταστώ ότι θα έχουμε μία εντελώς διαφορετική εικόνα όταν ψηφίσει η Ισπανία το φθινόπωρο. Τότε θα δούμε παντού νέα ζητήματα και μετά τίθεται το ερώτημα αν θέλουμε πραγματικά να εφαρμόσουμε μια πολιτική ή να ακούσουμε τις χώρες όταν αυτές έχουν μια άλλη κυβέρνηση. Και αυτό θα μπορούσε να συμβεί κάλλιστα το φθινόπωρο στην Ισπανία».
Πηγή: DW