Στις Βρυξέλλες μεταβαίνουν εκτάκτως, για άλλη μια φορά, εκπρόσωποι του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα το Σάββατο μεταφέροντας τις αντιπροτάσεις της ελληνικής πλευράς προς τους Θεσμούς με στόχο να γεφυρωθούν οι διαφορές που υπάρχουν. Αυτή άλλωστε, σύμφωνα με κυβερνητικούς κύκλους, ήταν η συμφωνία που έγινε στη συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με την Άγκελα Μέρκελ και την Φρανσουά Ολάντ. Στις Βρυξέλλες μεταβαίνουν οι κ.κ. Δραγασάκης, Παππάς και Τσακαλώτος.
Η εκτίμηση της ελληνικής κυβέρνησης είναι ότι βρισκόμαστε περισσότερο από άλλοτε κοντά σε συμφωνία, αφού η διαφορά στα πρωτογενή πλεονάσματα είναι μόνο της τάξης του 0,25% και το γεγονός αυτό εκτιμάται ως αποδοχή από της πρότασης των δανειστών για 1% πρωτογενές πλεόνασμα φέτος.
«Συνεπώς αυτό που χρειάζεται είναι πολιτική βούληση αλληλοκατανόησης. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να φανταστεί κανείς ότι η ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία θα οδηγούσε την Ευρώπη σε διχασμό για μία τόσο μικρή διαφορά και για την επιμονή να μην εφαρμοστεί στην Ελλάδα το θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων που ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες» αναφέρει το καινούργιο non paper από το Μαξίμου.
Μετά την εξάωρη σύσκεψη που είχε ο Πρωθυπουργός με την ομάδα διαπραγμάτευσης και ομάδα υπουργών είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ με τον οποίο συζήτησε τα επόμενα βήματα της διαπραγμάτευσης και τον ενημέρωσε ότι στέλνει αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες το Σάββατο με τις ελληνικές αντιπροτάσεις.
Ολόκληρο το non parer
1.Η ελληνική πλευρά είναι έτοιμη να καταθέσει αντιπροτάσεις, προκειμένου να γεφυρωθούν οι εναπομείνασες διαφορές, όπως ακριβώς συμφωνήθηκε στις συναντήσεις του Πρωθυπουργού στις Βρυξέλλες, τόσο με τους ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας όσο και με τον Πρόεδρο Γιούνκερ.
2.Εκπρόσωποι του Έλληνα Πρωθυπουργού θα βρίσκονται αύριο το πρωί στις Βρυξέλλες, προκειμένου να συναντηθούν με εκπροσώπους των επικεφαλής των θεσμών.
3.Η εκτίμηση της ελληνικής κυβέρνησης είναι ότι βρισκόμαστε περισσότερο από άλλοτε κοντά σε συμφωνία, αφού η διαφορά στα πρωτογενή πλεονάσματα είναι μόνο της τάξης του 0,25%.
4.Συνεπώς αυτό που χρειάζεται είναι πολιτική βούληση αλληλοκατανόησης. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να φανταστεί κανείς ότι η ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία θα οδηγούσε την Ευρώπη σε διχασμό για μία τόσο μικρή διαφορά και για την επιμονή να μην εφαρμοστεί στην Ελλάδα το θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων που ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.