“Θα κάνουμε, ό,τι συμφέρει τον τόπο μας […] Εμείς είμαστε οι πρώτοι που θέλουμε να υπάρξει συμφωνία για να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση της Ελληνικής οικονομίας. Αλλά θέλουμε μια συμφωνία που να διασώζει την ανάκαμψη, να οδηγεί σε σταθερή ανάπτυξη. Όχι βέβαια μια συμφωνία σκέτη φοροκαταιγίδα […] Σχεδιάζουν φόρους, διαπραγματεύονται φόρους […] Αυτό δεν μπορούμε να το στηρίζουμε, είναι ξένο με την ιδεολογία μας, είναι ξένο με αυτό που συζητάμε, την ανάπτυξη.” Το πόσο ξένοι ήταν οι φόροι ως concept στην προηγούμενη κυβέρνηση το γνωρίζει καλά η τσέπη μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού, αλλά δεν θα σταθώ εκεί.
Τα παραπάνω είναι απόσπασμα ομιλίας του Αντώνη Σαμαρά στην Κρήτη την περασμένη Κυριακή, και υποδηλώνουν κάτι ενδιαφέρον: δεν αποκλείεται η όποια συμφωνία έρθει στη Βουλή να ψηφιστεί από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (συμπεριλαμβανομένης και της Αριστερής Πτέρυγας), να ψηφιστεί από το Ποτάμι, και να μην ψηφιστεί από τους δύο εταίρους της προηγούμενης κυβέρνησης, δηλαδή ΠΑΣΟΚ (το έχει ήδη υπονοήσει άλλωστε) και ΝΔ. Τι θα γίνει αν ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας δώσει εντολή στο κόμμα του να καταψηφίσει τη συμφωνία, όπως έκανε άλλωστε και στο παρελθόν κατά την παρθενική είσοδο του μνημονίου στο ελληνικό γίγνεσθαι; Θα διαφοροποιηθούν άραγε από την κομματική γραμμή οι αμφισβητίες της ηγεσίας, και αν ναι, πού θα οδηγήσει η ρήξη το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης; Ενδεικτικά, ο Νίκος Δένδιας ήδη τάχθηκε υπέρ της ψήφισης της συμφωνίας, ενώ τόνισε ότι “δεκανίκι του ΣΥΡΙΖΑ είναι ό,τι κρατά τη ΝΔ στο 15%”.
Όπως έχουμε ξαναπεί, εκτιμούμε ότι οι εσωκομματικές εξελίξεις έχουν μπει για λόγους τακτικής στον πάγο μέχρι να υπάρξει (ή να μην υπάρξει) μια συμφωνία στο τραπέζι. Νομίζω δε ότι αυτοί που κρίνουν ότι με τον Αντώνη Σαμαρά στο τιμόνι η ΝΔ κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια ρέπλικα του ΠΑΣΟΚ, ευκαιρίας δοθείσης θα τον αναδείξουν σε “ανεύθυνο ηγέτη”, που δεν διστάζει να καταφύγει εκ νέου σε αντιμνημονιακές τακτικές προκειμένου να επιβιώσει πολιτικά. Είναι παράλογη η πρόβλεψή τους αυτή; Φοβάμαι πως όχι. Άλλωστε, μη ξεχνάμε ότι η πολιτική που έχει ακολουθηθεί από τους περισσότερους ηγέτες στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια είναι πολιτική κατάκτησης ή διατήρησης της εξουσίας, όχι εθνικής συνεννόησης.