Οι επιπτώσεις της κρίσης του κορωνοϊού είναι οδυνηρές για την Ελληνική οικονομία, καθώς βγαίνοντας από μία δεκαετή κρίση μνημονίων, είχε την ατυχία να βρεθεί αντιμέτωπη με μία απρόσμενη καταιγίδα.
Το συνολικό άμεσο κόστος του πακέτου ενίσχυσης της οικονομίας υπολογίζεται ήδη σε 17 δισ ευρώ και αν προστεθούν και οι εγγυήσεις το κόστος θα φτάσει τα 25 δισ ευρώ.
Μέχρι τώρα έχουν αντληθεί πόροι από τα ρευστά διαθέσιμα και τις κεφαλαιαγορές. Ωστόσο θεωρείται βέβαιο ότι η κυβέρνηση θα προσφύγει εκ νέου στις διεθνείς αγορές με έκδοση ομολόγων,με στόχο την άντληση 8,5 – 9,5 δισ ευρώ, ενώ υπολογίζει επίσης και στο μερίδιο που της αναλογεί από την ειδική χρηματοδότηση SURE της Κομισιόν (περίπου 1,5 δισ ευρώ) και σε δάνεια ύψους 2,5 δισ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Άγνωστο είναι αν θα αιτηθεί δανεισμού 4 δισ και από το ESM, όπως δικαιούται, δυνατότητα που προς το παρόν αφήνει στην εφεδρεία το υπουργείο Οικονομικών.
Στενεύουν τα περιθώρια
Το βέβαιο είναι ότι τα περιθώρια στενεύουν, γιατί πέραν της κάλυψης των αναγκών που προέκυψαν ξαφνικά από την πανδημία, το οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να αναζητήσει τώρα επιπλέον πόρους για να καλύψει το πρόγραμμα μείωσης της φορολογίας την οποία έχει υποσχεθεί σε φορολογούμενους και επιχειρήσεις ο πρωθυπουργός.Και κάτι ακόμα: το δημόσιο ξοδεύει αποθέματα και αγοράζει χρέος κυρίως για (αναγκαστικές) καταναλωτικές δαπάνες. Οι επενδύσεις μένουν πίσω. Το ίδιο και η ανάπτυξη.
Με το ΑΕΠ να συρρικνώνεται φέτος κατά 9,7% σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Κομισιόν και την προσδοκώμενη ανάπτυξη του 2021 να μην αρκεί για να ισοφαρίσει τις ζημιές, η οικονομία εγκαταλείπει την εποχή των μεγάλων προσδοκιών και μπαίνει πάλι σε ένα κύκλο ύφεσης.
Το ΑΕΠ υπολογίζεται να υποχωρήσει το 2020 στην περιοχή των 175 δισ ευρώ (από 189 δις το 2019) με το δημόσιο χρέος να αυξάνεται από 331 δισ στα 338 δισ ευρώ (193% του ΑΕΠ).
Ωστόσο, οι ειδικοί λένε ότι τα πράγματα με το χρέος σήμερα είναι πολύ καλύτερα απ’ ό,τι την εποχή της κρίσης χρέους γιατί “το προφίλ του είναι διαχειρίσιμο”: Οφείλεται κυρίως σε επίσημους δανειστές, η μέση σταθμική διάρκειά του είναι 20,5 χρόνια και το κόστος εξυπηρέτησής του κινείται στο 10% του ΑΕΠ, πολύ χαμηλότερα από το αντίστοιχο σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Γεγονός που επιτρέπει εκτιμήσεις ότι το χρέος δεν είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ανάκαμψη.
Πηγή: economico.gr