Πολ Τόμσεν: «Σκληρό το χτύπημα του κορωνοϊού στην Ελλάδα, λόγω της εξάρτησής της από τουρισμό, ναυτιλία & μεταφορές»
“Πολύ ακριβά θα πληρώσει” η Ελλάδα την εξάρτησή της από τον τουρισμό, τη ναυτιλία και τις μεταφορές καθώς θα χτυπηθεί ιδιαίτερα σκληρά από την ύφεση, σύμφωνα με τον επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ, Πολ Τόμσεν.
Σύμφωνα με τον Πολ Τόμσεν, η Ελλάδα έχει περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο, ενώ υπάρχει και το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων που είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Έτσι, οι τράπεζες θα δυσκολευτούν να στηρίξουν την ανάκαμψη. Για το χρέος της χώρας μας, ανέφερε ότι είναι πολύ νωρίς για να έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα.
Το ΔΝΤ με έκθεσή του εκτίμησε ότι η ύφεση στην Ελλάδα θα φτάσει στο 10% και η ανεργία θα εκτιναχθεί στο 22,3%, στην έκθεσή του για τις Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές.
Σχετικά με την πρόβλεψη του ΔΝΤ ότι η Ελλάδα θα έχει μεγαλύτερη ύφεση φέτος από άλλες χώρες της Ευρωζώνης, ο Πολ Τόμσεν, αφού σημείωσε ότι η χώρα είχε αρχίσει να βλέπει πριν την κρίση τους καρπούς της προσαρμογής της και να έχει μία αναπτυξιακή δυναμική, πρόσθεσε ότι θα πληγεί πολύ για τους εξής λόγους:
- Πρώτον, επειδή η ελληνική οικονομία εξαρτάται πολύ από τον τουρισμό, αλλά και τη ναυτιλία και τις μεταφορές, που πλήττονται ιδιαίτερα από την κρίση του κοροναϊού.
- Δεύτερον, επειδή έχει, όπως και οι άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης, μεγάλο αριθμό μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων.
- Τρίτον, καταλήγοντας, επειδή έχει περιορισμένο χώρο, παρά την πρόοδο που υπήρξε, και οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να έχουν υψηλό ποσοστό «κόκκινων» δανείων και συνεπώς θα δυσκολευθούν να στηρίξουν την ανάκαμψη της οικονομίας.
Τις προβλέψεις αυτές δεν συμμερίζεται ωστόσο το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης.
Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας δήλωσε ότι ο ίδιος βρίσκεται πιο κοντά στις εκτιμήσεις της Κομισιόν για ύφεση σε ευρωπαϊκό επίπεδο 5% έως 10%, προσθέτοντας εμφατικά, ότι «πάρα πολλές φορές στο παρελθόν το ΔΝΤ έχει πέσει έξω στις εκτιμήσεις του και για την ανεργία και για την ανάπτυξη και για τα πρωτογενή πλεονάσματα».
Πηγή: Economico.gr