Σε εξέλιξη βρίσκεται από την Παρασκευή το πρωί στις Βρυξέλλες η διαπραγμάτευση ανάμεσα σε Αθήνα και πιστωτές σε επίπεδο «τεχνικών κλιμακίων» με στόχο, μέχρι τη Δευτέρα που είναι η συνεδρίαση του Eurogroup, να έχει εκπονηθεί ένα πρωτόλειο, έστω, γραπτό πλαίσιο των ελληνικών προτάσεων. Από ελληνικής πλευράς την εποπτεία των συζητήσεων έχει ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, που βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία τόσο με τον Υπουργό Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη όσο και με τον Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη. Το κύριο βάρος, όμως, του σκληρού έργου των «αριθμών», έχει πέσει στον Γ. Χουλιαράκη, Πρόεδρο του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων. Στις διαπραγματεύσεις από ελληνικής πλευράς, μεταξύ άλλων, συμμετέχει και εκπρόσωπος της γαλλικής εταιρείας συμβούλων Lazard .
Από την άλλη πλευρά, συμμετέχουν ο Πρόεδρος του EuroWorking Group Τόμας Βίζερ, ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην τρόικα Ντέκλαν Κοστέλο, ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στο σχήμα της τρόικας Κλάους Μαζούχ και ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ στο ίδιο σχήμα Ρίσι Γκογιάλ. Αν και ουσιαστικά πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που αποτελούσαν την περίφημα τρόικα, πρακτικά πλέον φαίνεται ότι η ονομασία και πιθανώς η συγκεκριμένη μορφή εποπτείας παίρνει τέλος και αντικαθίσταται από μια ονομασία τύπου EU Institutions που διέρρευσε την Πέμπτη ενώ ο τρόπος με τον οποίο θα ασκείται η εποπτεία επί του ελληνικού προγράμματος, προκειμένου να φανούν και επί του πρακτέου αποστάσεις με το σχήμα της τρόικας, δεν έχει ακόμη καθοριστεί. Πάντως, πηγές προσκείμενες τόσο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και στο Βερολίνο διέρρεαν ότι δεν υπάρχει πρόβλημα με την προοπτική αντικατάστασης της τρόικας με κάποιον άλλο εποπτικό μηχανισμό, αφού ούτως ή άλλως, στις συμφωνίες που έχουν υπογραφεί με την Αθήνα, δεν αναφέρεται πουθενά ο συγκεκριμένος όρος αλλά μόνο η ανάγκη ύπαρξης και λειτουργίας ενός εποπτικού μηχανισμού, κάτι που θα συνεχίσει να υφίσταται.
«Κοστολόγηση» ζητούν οι πιστωτές
Στο επίκεντρο των εντατικών επαφών βρίσκεται ουσιαστικά το 30% του προγράμματος, όπως σχηματικά έχει περιγράψει ο Έλληνας Υπουργός Οικονομικών, που η νέα ελληνική κυβέρνηση θέλει να αντικαταστήσει. Με βάση πάντα κυβερνητικές πηγές, στο 30% που η Αθήνα θα προτείνει είναι η προώθηση του κτηματολογίου, του περιουσιολογίου, της διεξαγωγής διαφανούς διαγωνισμού για τις συχνότητες των τηλεοπτικών και των ραδιοφωνικών σταθμών, η πάταξη της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς, η μεταρρύθμιση του δημοσίου, το ενιαίο μισθολόγιο, η απλοποίηση των διαδικασιών στο δημόσιο τομέα, η προώθηση χωροταξικού σχεδιασμού, η μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου εξαγωγών και τομών στον κατασκευαστικό κλάδο.
Αυτό που ζητούν οι πιστωτές από τη ελληνική πλευρά είναι να προσδιορίσει ποια συγκεκριμένα είναι τα μέτρα που θέλει ν’ αντικαταστήσει, πόσο τα κοστολογεί, ποια ισοδύναμα προτίθεται να λάβει προκειμένου να μην υπάρξει πρόβλημα και πόσο κοστολογεί τα όσα θέλει να προωθήσει. Σύμφωνα με πληροφορίες από το EuroWorking Group οι πιστωτές έχουν, ήδη, προχωρήσει σε μια πρώτη δική τους κοστολόγηση των αλλαγών, που γενικά, έχει παρουσιάσει ως σχέδιο η ελληνική πλευρά και αναμένουν ν’ ακούσουν τον αντίλογο. Οι πιστωτές ζητούν από την ελληνική πλευρά, επίσης, να παρουσιάσει αναλυτικά και κοστολογημένα («με αριθμούς» όπως λένε) πόσο θεωρεί ότι θα κοστίσουν οι παροχές που η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει και πώς σκοπεύει να καλύψει αυτά τα χρήματα.
Η ελληνική πλευρά, από την άλλη, σε αυτήν την φάση, επιδιώκει να πείσει τους πιστωτές για τις προαναφερόμενες μεταρρυθμίσεις τις οποίες προφανώς θα εντάξει στο πλαίσιο του μεσοπρόθεσμου προγράμματος που προωθεί για εφαρμογή μετά το τέλος του προγράμματος -γέφυρα. Ταυτόχρονα, επιδιώκει να διασφαλίσει συναίνεση σε αυτό το «πρόγραμμα – γέφυρα» που έχει περισσότερο χρηματοδοτικό χαρακτήρα για να ολοκληρώσει και σε συνεργασία με τους πιστωτές το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα. Σύμφωνα πάντα με πληροφορίες, η ελληνική κυβέρνηση φέρεται να ζητά: τεχνική παράταση χωρίς, όμως, την αναφορά της έννοιας «παράταση του προγράμματος» καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε και «παράταση» συγκεκριμένων υποχρεώσεων, επιστροφή των κερδών των ομολόγων της ΕΚΤ (ύψους 1,9 δισεκατομμυρίων ευρώ), αύξηση του ορίου έκδοσης των εντόκων γραμματίων κατά 10 δισεκατομμυρίων ευρώ (από 8 δισεκατομμύρια ευρώ που ήταν το προηγούμενο αίτημα και ενώ το πλαφόν σήμερα είναι 15 δισεκατομμύρια ευρώ), διάθεση των 11 δισεκατομμυρίων ευρώ του ΤΧΣ για την «εξυγίανση» του τραπεζικού συστήματος (δηλαδή πολύ συγκεκριμένα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων με τα «κόκκινα» δάνεια), και μείωση του στόχου του πλεονάσματος από 3% και 4,5% το 2015 και το 2016 αντίστοιχα σε 1,5%.
«Δεν καιγόμαστε για επέκταση»
Αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που βρίσκονται κοντά στις διαπραγματεύσεις, υποστήριζαν ότι ούτε οι Βρυξέλλες, ούτε το Βερολίνο, έχουν ιδιαίτερες αντιρρήσεις στο ενδεχόμενο να υπάρξει τροποποίηση ή ένα νέο πρόγραμμα για την Ελλάδα. Παρά το ότι η Γερμανίδα Καγκελάριος, στις δηλώσεις της μετά το τέλος της Συνόδου, υποστήριξε ότι το δίλημμα είναι αν θα επεκταθεί το υπάρχον πρόγραμμα ή θα συνεχιστεί η ολοκλήρωσή του μέχρι τα τέλη του μήνα, συνεργάτες της, ο γερμανικός Τύπος αλλά και αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες διέρρεαν ότι το κρίσιμο «δεν είναι η επέκταση» και ότι θα γινόταν δεκτό π.χ. να αντικατασταθεί το τρέχον πρόγραμμα με ένα νέο. Μια τέτοια εξέλιξη δεν δυσκολεύει και τη διαχείριση της αλλαγής αυτής από τις χώρες μέλη της ΟΝΕ απέναντι στους πολίτες τους (με την έννοια ότι θα μπορεί να υπάρξει αντίλογος στο επιχείρημα «τα χαρίσατε στους Έλληνες»).
Η ελληνική κυβέρνηση, από την άλλη, μιλά για «μετάβαση από το μνημόνιο στο νέο ελληνικό πρόγραμμα». Από άποψη χειρισμού των εξελίξεων αλλά και πολιτική, έχει μεγάλη σημασία με ποιο τρόπο, τελικά, θα διατυπωθεί το ελληνικό γραπτό αίτημα στο Eurogroup της Δευτέρας. Γιατί αυτό περιμένουν οι πιστωτές: ένα σαφές γραπτό αίτημα που θα ζητά είτε παράταση του υφιστάμενου προγράμματος, είτε τροποποίηση είτε και ολική αλλαγή του αλλά αυτό θα πρέπει να διατυπώνεται σαφώς και με τρόπο τέτοιο που να μπορεί να γίνει αποδεκτό από τους εταίρους και να είναι διαχειρίσιμο από την ελληνική πλευρά.
Αν και μετά το ναυάγιο του έκτακτου Eurogroup της Τετάρτης, η συμφωνία Ντάισελμπλουμ – Τσίπρα για έναρξη «τεχνικών συζητήσεων» δημιούργησε μια ακτίδα φωτός, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι στο Eurogroup της Δευτέρας θα υπάρξει συμφωνία. Παρόλα αυτά, αναλυτές εκτιμούσαν ότι αν όντως διαπιστωθεί πρόοδος, η ΕΕ έχει εμπειρία από ελιγμούς και συμβιβασμούς, δεν υπάρχουν αδιέξοδα και δεν αποκλείεται να οργανωθεί ένα νέο έκτακτο Eurogroup προκειμένου να ολοκληρωθεί μια συμφωνία και ταυτόχρονα να εξευρεθούν τεχνικοί τρόποι με τους οποίους θα παρατείνεται το αναγκαίο χρονικό διάστημα για την έγκρισή της από τα κοινοβούλια των χωρών – μελών της Ευρωζώνης.