Ώρες πριν την ανακοίνωσή της είχε ληφθεί, τουλάχιστον από τον Μάριο Ντράγκι, η απόφαση για «πάγωμα» της ειδικής ρύθμισης υπό την οποία γίνονται δεκτά τα ελληνικά ομόλογα από την ΕΚΤ, η οποία ανακοινώθηκε το βράδυ της Τετάρτης και προκάλεσε σοβαρές αναταράξεις πολιτικές και οικονομικές, εντείνοντας την πίεση στην κυβέρνηση. Σύμφωνα με πληροφορίες ξένων οικονομικών ΜΜΕ, η πρωτοβουλία ανήκει στον Μάριο Ντράγκι, ο οποίος, ήδη, από την Τρίτη το απόγευμα είχε αρχίσει να την συζητά με συνεργάτες του υπό το σκεπτικό ότι ο ρυθμός των πολιτικών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην Αθήνα και στους εταίρους ήταν αργός και ο διοικητής της ΕΚΤ ήθελε να δώσει ένα μήνυμα επιτάχυνσης της διαδικασίας.
Αρκετοί από τους συνομιλητές του Ντράγκι φέρονται να τον απέτρεψαν, παροτρύνοντάς τον να δώσει λίγο χρόνο περισσότερο να προχωρήσει το Euroworking Group της Πέμπτης 5 Φεβρουαρίου αλλά και το έκτακτο Eurogroup της επόμενης εβδομάδας και μετά η ΕΚΤ να προχωρήσει στην οποιαδήποτε κίνηση.
Εντούτοις, φαίνεται ότι κ. Ντράγκι είχε άλλη άποψη, υποστηρίζοντας ότι και κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνέντευξης Τύπου που είχε δώσει για να ανακοινώσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, λίγες μέρες πριν τις ελληνικές εκλογές, είχε ξεκαθαρίσει ότι οι χώρες που είναι σε πρόγραμμα επωφελούνται της ποσοτικής χαλάρωσης μόνο εφόσον είναι σε πρόγραμμα (χωρίς να διευκρινίζει αν εννοεί το υπάρχον ή ένα καινούργιο). Φέρεται επίσης να συμπλήρωσε ότι η ολοκλήρωση της 5ης αξιολόγησης του υπάρχοντος προγράμματος είναι προϋπόθεση για να περάσει η χώρα σε οποιοδήποτε άλλο πρόγραμμα.
Αν και ο Ντράγκι έλαβε μετά τις διαβουλεύσεις αυτές με υψηλά ιστάμενους αξιωματούχους της ΕΚΤ την απόφαση την Τρίτη το βράδυ, δεν είναι σαφές αν την ανακοίνωσε στον έλληνα Υπουργό Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη κατά την συνάντηση που είχαν την Τετάρτη το πρωί στην Φρανγκφούρτη. Σύμφωνα με ορισμένα ΜΜΕ όπως η εφημερίδα Financial Times, την ανακοίνωσε, σύμφωνα με άλλες δημοσιογραφικές πληροφορίες, δεν την ανακοίνωσε.
Ενδιαφέρον έχει επίσης το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι της Ελλάδας, της Κύπρου, της Ιρλανδίας και της Γαλλίας (δηλαδή οι διοικητές των Κεντρικών Τραπεζών των χωρών αυτών) δεν είχαν, σύμφωνα με τους Financial Times, ψήφο κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, την Τετάρτη το βράδυ, οπότε και επισήμως λήφθηκε η απόφαση για τα ελληνικά ομόλογα.
Δεν είχαν ψήφο γιατί, όπως αναφέρεται, με βάση τον κανονισμό το δικαίωμα ψήφου δίνεται εκ περιτροπής, ανά μήνα, κάτι που σημαίνει ότι τον επόμενο μήνα, Μάρτιο, οπότε επρόκειτο κανονικά να συζητηθεί το συγκεκριμένο θέμα, οι διοικητές των Κεντρικών Τραπεζών αυτών των χωρών θα είχαν ψήφο. Υπάρχει και ένα θολό σημείο: ο Γιάννης Στουρνάρας, διοικητής της ΤτΕ που συμμετείχε στη συνεδρίαση, γνώριζε πριν την έναρξη της την πρόταση που προωθούσε ο Ντράγκι και – αν ναι – ενημέρωσε την ελληνική κυβέρνηση; Κατά τις δηλώσεις του, την Πέμπτη, μετά από την έκτακτη συνάντηση με τον Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, ο κ. Στουρνάρας υποστήριξε ότι δεν προέκυψε κανένα θέμα συνεννόησης με την κυβέρνηση ενώ πηγές προσκείμενες στον ίδιο διέρρεαν ότι δεν ενημερώθηκε ούτε ο ίδιος έγκαιρα και αιφνιδιάστηκε.
Επιστρέφοντας στο ΔΣ της ΕΚΤ, σύμφωνα πάντα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι αντιδράσεις δεν περιορίστηκαν μόνο σε αυτούς τους τέσσερις διοικητές. Φαίνεται ότι και άλλοι διοικητές Κεντρικών Τραπεζών της Eυρωζώνης, που συμμετέχουν στο ΔΣ της ΕΚΤ επεσήμαναν ότι αν και καθαρά τυπικά και τεχνοκρατικά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει το δικαίωμα να επισπεύσει την απόφαση της, πρακτικά πρόκειται για μια απόφαση με ιδιαίτερα έντονη πολιτική χροιά, εξέλιξη που δεν είδαν όλοι με καλό μάτι. Και με δεδομένο ότι οι επιπτώσεις, πρακτικά, της απόφασης είναι ελάχιστες καθώς ήδη οι ελληνικές τράπεζες είχαν σχεδόν εξαντλήσει τα κρατικά ομόλογα που θα μπορούσαν να διαθέσουν ως collateral για την φτηνή ρευστότητα της κεντρικής τράπεζας και πως είχαν ήδη στραφεί στον ELA, η πολιτική χροιά γίνεται ακόμη πιο έντονη.
Το επιχείρημα Ντράγκι ότι η απόδοση πολιτικής χροιάς θα είναι πολύ μεγαλύτερη αν μια τέτοια απόφαση κοινοποιηθεί μετά την έκτακτη σύνοδο του Eurogroup επειδή θα θεωρηθεί άμεση παρέμβαση στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις δεν έπεισε απαραίτητα αλλά προβλημάτισε. Κατά τις εκτιμήσεις αυτές, ο Ντράγκι δεν επιθυμεί απαραίτητα να φτάσει τα πράγματα στα άκρα αλλά να δώσει σαφές μήνυμα ότι επιθυμεί συμφωνία εταίρων – Αθήνας το ταχύτερο δυνατό, η οποία πιθανότατα δεν θα αφορά σε ένα πλήρες νέο πρόγραμμα αλλά έστω στην παράταση του υφιστάμενου μέχρις ότου ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση.
Από την άλλη, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται αποφασισμένη να επιμείνει στην πρότασή της για πρόγραμμα – «γέφυρα» που θα προτείνει η ίδια μέχρι την επίτευξη συμφωνίας επί ενός συνολικού νέου προγράμματος.