ΕΚΤ: 60 δισ.€/μήνα οι αγορές ομολόγων, ειδικοί όροι για τις χώρες σε πρόγραμμα, 80% ρίσκο για τις Κεντρικές Τράπεζες
Μεγαλύτερο σε μέγεθος από ό,τι αναμενόταν είναι το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που ανακοίνωσε την Πέμπτη το μεσημέρι σε συνέντευξη Τύπου ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, ο οποίος έστειλε σαφές μήνυμα ότι όσον αφορά στις χώρες που είναι σε πρόγραμμα, θα πρέπει να παραμείνουν σε κάποιο πρόγραμμα για να επωφεληθούν των αγορών κρατικών ομολόγων.
Όπως ανακοίνωσε πρόκειται για πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης ύψους 60 δισεκατομμυρίων ευρώ μηνιαίως που θα αφορά δημόσιους και ιδιωτικούς τίτλους, το οποίο θα συντονίσει η ΕΚΤ και συνολικά ισοδυναμεί με 1,1 τρισεκατομμύρια ευρώ. Όπως είπε, θα ξεκινήσει να εφαρμόζεται από την 1η Μαρτίου 2015 και θα διαρκέσει μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου 2016.
Οι αγορές θα αφορούν τίτλους σε επενδυτική βαθμίδα. Αυτό σημαίνει ότι τα ελληνικά ομόλογα τα οποία κατατάσσονται στην βαθμίδα junk, (σκουπίδια) δεν περιλαμβάνονται στην αρχική επιλογή, όπως προβλέπουν οι ήδη υπάρχοντες κανόνες χωρίς να υπάρχει κάποιου είδους εξαίρεση. Όπως προσέθεσε ο Ντράγκι θα υπάρξουν επιπλέον κριτήρια επιλεξιμότητας για τις χώρες, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, που βρίσκονται σε πρόγραμμα του ΔΝΤ και της ΕΕ.
Αυτό, σύμφωνα με αναλυτές, σημαίνει ότι για να επωφεληθούν και οι χώρες αυτές από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που ανακοίνωσε η ΕΚΤ και έχει ως στόχο την τόνωση της ευρωπαϊκής οικονομικής ανάπτυξης και την αντιμετώπιση των φαινομένων αποπληθωρισμού, θα πρέπει να υπάγονται σε κάποιου είδους πρόγραμμα ούτως ή άλλως, ενώ θα υπάρχουν επιπλέον κριτήρια επιλεξιμότητας για τις χώρες, όπως η Ελλάδα που βρίσκονται σε πρόγραμμα.
Μάλιστα, απαντώντας σε ερώτηση για τα ελληνικά ομόλογα, ο επικεφαλής της ΕΚΤ είπε ότι δεν υπάρχει κάποιου είδους ειδικός κανόνας για την Ελλάδα και ότι ακολουθούνται οι κανόνες που εφαρμόζονται σε όλες τις χώρες – μέλη. Σε ένα πρώτο συμβολικό επίπεδο, πάντως, εκτιμάται ότι η στάση που υιοθέτηση η ΕΚΤ «πετά το μπαλάκι» για το τι μέλλει γενέσθαι στην επόμενη ελληνική κυβέρνηση.
Με δύο λόγια, η ανακοίνωση του Μάριο Ντράγκι μεταθέτει για μετά τις 28 Φεβρουαρίου την απάντηση στο τι θα γίνει με τα ελληνικά ομόλογα, καθώς μέχρι τότε η χώρα βρίσκεται σε πρόγραμμα, μετά την παράταση που ελήφθη, και το πρόγραμμα της ΕΚΤ αρχίζει την 1η Μαρτίου.
Όπως και να έχει θα πρέπει να είναι σαφές ότι σε κάθε περίπτωση πάντως, στο σενάριο όπου η χώρα μετέχει στο πρόγραμμα, τα ποσά που θα μπορέσουν να αγοραστούν είναι περιορισμένα. Αφενός λόγω του μικρού ποσοστού που έχει η Αθήνα στο μετοχικό κεφάλαιο της ΤτΕ γεγονός που αποτελεί κριτήριο για το μέγεθος των αγορών και αφετέρου γιατί μεγάλο μέρος του ελληνικού χρέους βρίσκεται στα χέρια του «επίσημου τομέα» (κράτη, ΔΝΤ, ESM).
Ο Μάριο Ντράγκι τόνισε ότι οι αγορές θα γίνουν σύμφωνα με το μερίδιο συμμετοχής των εθνικών κεντρικών τραπεζών στο κεφάλαιο της ΕΚΤ, το οποίο αντιστοιχεί περίπου στο ποσοστό τους στο ΑΕΠ της ευρωζώνης. Όπως τόνισε, οι κεντρικές τράπεζες θα αναλαμβάνουν τον κίνδυνο για περίπου το 80% από τις αγορές τίτλων και ότι οι αγορές θα έχουν ανώτατο όριο το 25% της έκδοσης κάθε τίτλου.
Πολλοί αναλυτές εκτιμούσαν, νωρίτερα, ότι η μετακύληση του ρίσκου από την αγορά ομολόγων στις Κεντρικές Τράπεζες των χωρών μελών της ευρωζώνης, κάτι για το οποίο πίεζε το Βερολίνο ιδιαίτερα τις τελευταίες ημέρες, θα μπορούσε να δώσει το μήνυμα ότι υπάρχει ελαφρά υποχώρηση από την «σκληρή γραμμή» της ενιαίας ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής και από την αρχή της αμοιβαιοποίησης του χρέους. Ο ίδιος ο Ντράγκι, πάντως, επανέλαβε αρκετές φορές κατά την συνέντευξη Τύπου ότι δεν τίθεται κανένα θέμα υποχώρησης από την αρχή της αμοιβαιοποίησης του χρέους και ότι η απόφαση ελήφθη με «συναίνεση» αποφεύγοντας επισταμένα ν’ απαντήσει σε ερωτήσεις για το πόσα μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου διαφώνησαν και πόσα συμφώνησαν, ούτε το ποια είναι αυτά. Άφησε πάντως να εννοηθεί ότι δεν υπήρξαν αρνητικές τοποθετήσεις αλλά «ουδετερότητα» από όσους δεν συμφώνησαν πλήρως.
Ο επικεφαλής της ΕΚΤ υποστήριξε ότι η απόφαση για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που αποφασίστηκε, το οποίο χαρακτήρισε ιδιαίτερα «ευρύ», στοχεύει στο να αντιμετωπιστούν δύο αρνητικές εξελίξεις: ο παρατεταμένος αποπληθωρισμός αλλά και το γεγονός ότι τα μέτρα που έλαβε η ΕΚΤ για το θέμα αυτό και για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο, δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Ενδιαφέρον έχει η απάντηση του Ντράγκι σε ερώτηση δημοσιογράφου από την αμερικανική εφημερίδα «New York Times», ο οποίος τον ρώτησε με ποιόν τρόπο η αγορά ομολόγων της Γερμανίας που δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση του μεγάλου προβλήματος στην περιφέρεια της ευρωζώνης. Ο Ντράγκι υποστήριξε ότι πρόκειται για ένα πρόγραμμα χορήγησης μεγάλης ρευστότητας παντού και ότι και η ρευστότητα που θα χορηγηθεί στην Γερμανία τελικά θα «φτάσει» και σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, εκτιμώντας ότι τα θετικά αποτελέσματα του προγράμματος θα γίνουν αισθητά πιο γρήγορα στις χώρες της ευρωζώνης που δανείζονται με μεγάλο επιτόκιο.
Λίγο νωρίτερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε ανακοινώσει ότι διατήρησε τα επιτόκιά της στα ιστορικά τους χαμηλά επίπεδα, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών. Ειδικότερα, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε ότι το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 0,05%, 0,30% και 0,20% αντιστοίχως.