Έρευνα της Eurostat για τη διαμόρφωση των τιμών επιβεβαιώνει αυτό που γνωρίζουν καλά οι Έλληνες καταναλωτές: οι τιμές αυξάνονται εύκολα και γρήγορα, αλλά μειώνονται δύσκολα και αργά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας για την Ελλάδα, που παρουσιάζει η «Καθημερινή της Κυριακής», όταν μεταβάλλονται οι τιμές της βιομηχανίας διαφορετικό είναι το ποσοστό μετάδοσης – ή μετακύλισης – στις τιμές καταναλωτή στην περίπτωση αύξησης των τιμών απ’ ό,τι στην περίπτωση μείωσης: στην περίπτωση της αύξησης είναι 29,4%, ενώ στην περίπτωση της μείωσης είναι πολύ χαμηλότερο 8,1%.
Με άλλα λόγια, οι αυξήσεις μετακυλούνται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό στη λιανική, στην περίπτωση των τροφίμων πάντα, σε σύγκριση με τη μετακύλιση των μειώσεων.
Αυτό το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό, αλλά συναντάται και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Υπάρχουν, ωστόσο, χώρες, όπως, για παράδειγμα η Γερμανία, όπου παρατηρείται σχεδόν ο ίδιος βαθμός μετάδοσης των αυξήσεων και μειώσεων στις τιμές λιανικής, αλλά και χώρες όπως η Τσεχία, η Ελβετία και η Ισπανία, όπου είναι υψηλότερος ο βαθμός μετάδοσης των μειώσεων.
Όπως σημειώνεται στο ρεπορτάζ της «Καθημερινής», τα τελευταία έτη οι συνέπειες από αυτήν την ακαμψία των τιμών στην Ελλάδα, έγιναν πιο έντονες και συνάμα πιο επώδυνες για την τσέπη της συντριπτικής πλειονότητας των καταναλωτών, δεδομένου ότι η υποχώρηση του διαθέσιμου εισοδήματος έγινε με πολύ μεγαλύτερες ταχύτητες.
Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, ελάχιστα αντελήφθησαν οι καταναλωτές τα όποια θετικά στοιχεία μπορεί να έχει ένα αρνητικό εκ των πραγμάτων φαινόμενο, όπως είναι ο αντιπληθωρισμός, που διήρκησε στην Ελλάδα 45 μήνες, από τον Μάρτιο του 2013 έως και τον Νοέμβριο του 2016.
Ο εισαγόμενος πληθωρισμός
Επίσης σύμφωνα με την «Καθημερινή» την συγκεκριμένη περίοδο (Μάρτιος 2013- Νοέμβριος 2016) του αντιπληθωρισμού, ο εισαγόμενος πληθωρισμός (από την εισαγωγή βασικών προϊόντων) καθυστερούσε τη διόρθωση των τιμών, υπό την έννοια ότι σε κάποια βασικά προϊόντα, κυρίως τρόφιμα, οι τιμές θα μπορούσαν να βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα.
Στην παρούσα φάση, η επίδραση του εισαγόμενου πληθωρισμού είναι επίσης πολύ έντονη, καθώς έρχεται να ενισχύσει τις αυξήσεις που προκαλεί η άλλη σημαντική αιτία διατήρησης των τιμών βασικών προϊόντων, αλλά και κάποιων υπηρεσιών, σε υψηλά επίπεδα τα τελευταία χρόνια, και δη οι έμμεσοι φόροι, οι αυξήσεις των οποίων τα τελευταία χρόνια τείνουν να αποκτήσουν μόνιμο χαρακτήρα.