Πλήρη συνεργασία της Ελλάδας με τους δανειστές στο σχέδιο δημοσιονομικής προσαρμογής ζητούν οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης, θέτοντάς την ως όρο για την επιστροφή τους στην Αθήνα, προκειμένου να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις. Μιλώντας υπό το καθεστώς ανωνυμίας στο πρακτορείο ΜΝΙ διεμήνυσαν ότι σε διαφορετική περίπτωση η διαπραγμάτευση μπορεί να κρατήσει μήνες.
Προειδοποιήσεις υπήρξαν και για τις προσπάθειες της ελληνικής πλευράς να προσδώσει πολιτικό χαρακτήρα στη διαπραγμάτευση, με στόχο να κερδίσει ευνοϊκότερα μέτρα τονίζοντας ότι η προσπάθεια αυτή δεν θα γίνει αποδεκτή από την πλειοψηφία των εταίρων.
Σύμφωνα με τον ANT1, ένας εν των υψηλόβαθμων αξιωματούχων δήλωσε ότι «οι συνομιλίες που έγιναν την περασμένη εβδομάδα ήταν απλά διερευνητικές» και σημείωσε ότι οι δανειστές «δεν διατύπωσαν συγκεκριμένες απαιτήσεις» γιατί δεν έχουν πλήρη στοιχεία.
«Υπάρχει ακόμα μεγάλο κενό ανάμεσα στο τι ζητάμε και στο τι έχει υποβάλλει ως τώρα η ελληνική κυβέρνηση. Ακόμα δεν έχουμε προσδιορίσει το δημοσιονομικό κενό για το έτος, που είναι κρίσιμο συστατικό της αξιολόγησης» ανέφερε ο ίδιος αξιωματούχος. Δεύτερος Ευρωπαίος ισχυρίστηκε ότι, παρά την καλή θέληση που έχει εκφραστεί από πλευράς πιστωτών, για τη συζήτηση σχετικά με εναλλακτικά μέτρα που θα μπορούσαν να σταματήσουν την περαιτέρω περικοπή κύριων συντάξεων και του κατώτατου μισθού, η ελληνική πλευρά δεν φαίνεται να είναι σε θέση να φέρει στο τραπέζι των συζητήσεων τέτοιου είδους μέτρα.
«Πρέπει να γίνει πολύ δουλειά. Συμφωνούμε ότι διαφωνούμε. Αν κρίνουμε από τις συζητήσεις της περασμένης εβδομάδας, οι διαπραγματεύσεις μπορεί να τραβήξουν για μήνες. Σε κάθε περίπτωση, δεν βλέπω ότι η Ελλάδα θα έχει κάποια πραγματική ανάγκη χρηματοδότησης ως τον Ιούνιο», σημείωσε ο αξιωματούχος.
Από την πλευρά του Έλληνας αξιωματούχος δήλωσε, στην ίδια πηγή ότι «ο Τσίπρας θα στραφεί τώρα στον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ για βοήθεια», αναφέροντας πως ο Πρωθυπουργός σχεδιάζει να μεταβεί στο Παρίσι για διμερείς συζητήσεις μία μέρα πριν τη Σύνοδο Κορυφής, δηλαδή στις 17 Φεβρουαρίου.
Το γερμανικό πρακτορείο αποδίδει τη συζήτηση που είχε ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας με την Γερμανίδα Καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ σχετικά με το ότι κανείς δεν μπορεί να διαχειριστεί ταυτόχρονα δύο μεγάλα ζητήματα, την αξιολόγηση και το προσφυγικό, στη γνώση του ότι θα αυξηθούν οι πιέσεις για το δεύτερο. Αμφότεροι οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης, ωστόσο, προειδοποιούν ότι, αν ο Α.Τσίπρας προσπαθήσει να διαπραγματευτεί σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, θα φύγει με «άδεια χέρια».
«Η πλειοψηφία των χωρών της Ευρωζώνης δεν θα ανεχτούν κάτι τέτοιο. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διατηρεί σκληρή στάση αλλά δεν έχω δει κάποια σοβαρή διαφωνία από τους άλλους θεσμούς» σημείωσε ένας αξιωματούχος και πρόσθεσε ότι «μπορεί να υπάρχει διάσταση απόψεων για το πώς θα φτάσουμε εκεί, αλλά στο τέλος της ημέρας συμφωνούμε όλοι ότι τα νούμερα βγαίνουν. Κανείς δεν θέλει εκλογές, ούτε τα ελληνικά πολιτικά κόμματα ούτε οι πιστωτές» αφήνοντας να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση θα πιεστεί μέχρι οι ανάγκες χρηματοδότησης να αποτελέσουν «απειλή».
Παράλληλα παραδέχτηκε ότι η Κομισιόν λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις στο προσφυγικό, γιατί «βλέπει τη μεγάλη εικόνα» αναφέροντας με νόημα ότι «αυτήν τη στιγμή οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. προσπαθούν να καταλάβουν πως θα μπλοκάρουν τις ροές παράνομων μεταναστών για να σώσουν την Σένγκεν. Αλλά πρέπει επίσης να εξεταστεί τι επιπτώσεις θα είχε μια ενδεχόμενη χαλάρωση των μέτρων στην Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις που έχουμε με την Πορτογαλία και την Ισπανία».
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, από την πλευρά της, πιέζει για γρήγορη ολοκλήρωση της αξιολόγησης, βλέποντας τα εξωτερικά ρίσκα τα οποία αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι οι δανειστές είναι πιο ευέλικτοι. Μάλιστα υπογράμμισε «πως πρόκειται για παρανόηση από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης. Μια γρήγορη αξιολόγηση μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν η Αθήνα ικανοποιήσει τις απαιτήσεις μας».