Η ΕΖΑ καταγγέλλει τη νέα φορολογική ρύθμιση για τις μικρές ζυθοποιίες

Με επιστολή της προς τους Έλληνες βουλευτές και ευρωβουλευτές η Ελληνική Ζυθοποιία Αταλάντης  (ΕΖΑ) καταγγέλλει τον «απόλυτο αιφνιδιασμό» που επιφύλαξε στους Έλληνες μικρούς και ανεξάρτητους παραγωγούς μπύρας το υπό ψήφιση σχέδιο νόμου πουεκτός των άλλων, προβλέπει και την επί τα χείρω τροποποίηση των συντελεστών φορολογίας για τις μικρές και μεσαίες ζυθοποιίες της χώρας.

Στην επιστολή τονίζεται πως «με την προτεινόμενη ρύθμιση μειώνεται δραματικά το αναπτυξιακό κίνητρο για τα Ελληνικά ζυθοποιία, σε αντίθεση με όσα αναφέρει η αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου – και αυτό θα οδηγήσει σε περιορισμό της ελληνικής επιχειρηματικότητας και ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης των δύο πολυεθνικών μονοπωλίων μπύρας στην Ελλάδα».

Οι Έλληνες ζυθοποιοί  επισημαίνουν ότι «ο ισχύων νόμος, του οποίου επιχειρείται η τροποποίηση, ψηφίστηκε από την Ελληνική Βουλή, σε εφαρμογή της 92/83 Οδηγίας  του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και προβλέπει μειωμένο  κατά 50% ειδικό φόρο κατανάλωσης σε όσα μικρά και ανεξάρτητα ζυθοποιία έχουν παραγωγή έως 200.000 εκατόλιτρα ετησίως. Η Κοινοτική Οδηγία είχε κύριο μέλημα την  ανάπτυξη των μικρών και μεσαίων ζυθοποιιών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε μια ενιαία αγορά που κυριαρχείται από τη δεσπόζουσα θέση των πολυεθνικών εταιριών παραγωγής μπύρας. Η Οδηγία αυτή ήταν προϊόν της Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την ανάπτυξη των μικρών περιφερειακών μονάδων και την εξισορρόπηση των όρων του ανταγωνισμού που επιβάλλουν τόσο το μέγεθος όσο και οι πρακτικές των πολυεθνικών κολοσσών».

«Το άρθρο 52 -τονίζεται- δεν είναι διαρθρωτικού χαρακτήρα, δεν αναφέρεται στην εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, δεν αποτελεί προαπαιτούμενο,  ενώ το αντικείμενο των φορολογικών εσόδων που θα προκύψουν από την ψήφιση του άρθρου 52 δεν ξεπερνά τα τρία (3) εκατομμύρια. Όμως, εφόσον υιοθετηθεί, η μακροπρόθεσμη ζημία από την ανάσχεση της αναπτυξιακής προσπάθειας των μικρών και μεσαίων περιφερειακών Ελληνικών ζυθοποιιών θα είναι ανυπολόγιστη.

Στην Ελλάδα η αγορά μπύρας ελέγχεται από δύο πολυεθνικές εταιρίες, που κατέχουν το 80%, ενώ το υπόλοιπο κατανέμεται κατά 8% σε εισαγόμενες μπύρες και κατά 12% στα 16 επώνυμα μικρά και μεσαία ανεξάρτητα ελληνικά ζυθοποιία, που συμβάλουν στην περιφερειακή ανάπτυξη”, σημειώνεται.