Βαγγέλης Αποστόλου: "Λυδία λίθος η υποχρεωτική τήρηση βιβλίων από τους αγρότες"

Η σύγκριση των επώδυνων μέτρων της συμφωνίας “πρέπει να γίνεται με το τι θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε αν δεν υπήρχε συμφωνία, αν δηλαδή φεύγαμε από την ευρωπαϊκή πορεία” λέει ο αναπληρωτής Υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Βαγγέλης Αποστόλου σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής».

“Ειδικά για τον αγροτικό τομέα, όπου η ευρωπαϊκή πορεία είναι συνυφασμένη με το εισόδημα του αγρότη” συνέχισε ο υπουργός, “πάνω από το 50% προέρχεται από κοινοτικές ενισχύσεις”. “Έρχονται στη χώρα μας περίπου 2,5 δις το χρόνο από την Κοινή Αγροτική Πολιτική και ακόμα 1 δις. ευρώ για τη χρηματοδότηση της αγροτικής ανάπτυξης μέσα από τα προγράμματα ΠΑΑ και ΕΠΑΛ. Πιστεύει κανείς ότι έχουμε την πολυτέλεια να «χαρίσουμε» αυτά τα ποσά στο όνομα της ιδεολογικής μας καθαρότητας; Γιατί άλλη εναλλακτική λύση δεν ακούω από όσους αντιδρούν”.

“Η δουλειά μας δεν είναι να κάτσουμε να κλαίμε πάνω από το μνημόνιο. Η δουλειά μας είναι να κυβερνήσουμε. Να υλοποιήσουμε μια εθνική στρατηγική στον αγροτικό τομέα, μέσα στο πλαίσιο των δεδομένων που υπάρχουν. Θα προσέξατε ότι στη συμφωνία με τους εταίρους έχει περιληφθεί η υποχρέωσή μας να παρουσιάσουμε στρατηγικό σχέδιο και για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας. Σας πληροφορώ ότι αυτό δεν είναι κάτι που μας επιβάλλεται, ήταν δική μας ιδέα και ήδη επεξεργαζόμαστε το μοντέλο μέσα από το οποίο θα προκύψει ένα καλά δομημένο εθνικό σχέδιο που θα τραβήξει τον αγροτικό τομέα μπροστά και μαζί του την ελληνική οικονομία στην ανάπτυξη”.

– Πώς θα γίνει, δηλαδή, η εξυγίανση στη διακίνηση των αγροτικών προϊόντων;

“Λυδία λίθος της προσπάθειας είναι η υποχρεωτική τήρηση βιβλίων εσόδων εξόδων από όλους τους αγρότες, από το πρώτο ευρώ, και βέβαια οι αυστηροί έλεγχοι. Μπορεί αυτό να ακούγεται γραφειοκρατικό ή να φοβίζει, αλλά στην πραγματικότητα είναι ο μόνος τρόπος για να φωτίσουμε τη γκρίζα ζώνη που υπάρχει στον αγροτικό χώρο. Για να καταλάβετε τι εννοώ, αρκεί να σας πω το εξής: ενώ η αξία της αγροτικής παραγωγής, με βάση τα στοιχεία του υπουργείου, ξεπερνά τα 10 δις ευρώ το χρόνο, αυτή που διακινείται με κανονικά παραστατικά και δηλώνεται δεν ξεπερνά τα 4 δις ευρώ!

Στη συζήτηση που θα έχουμε τον Οκτώβρη, θα στοιχειοθετήσουμε προβλέψεις δημόσιων εσόδων από τη τήρηση των βιβλίων που ξεπερνούν το 1 δις και που υπερκαλύπτουν τις απαιτήσεις των δανειστών για την φορολόγηση του χώρου . Γι αυτό με ακούτε αισιόδοξο ότι θα ελαφρύνουμε τελικά το φορολογικό των αγροτών, προς όφελος κυρίως των μικρομεσαίων του κλάδου που θεωρώ αδιανόητο να πληρώσουν πάλι την κρίση, τη στιγμή που μετά δυσκολίας τα βγάζουν πέρα”.

“Καταρχάς ότι θα καλύψουμε τις δαπάνες των αγροτών για την λογιστική τήρηση των βιβλίων τους. Συνεπώς ακόμα και ο μικρός ή ο νέος αγρότης δεν θα έχει καμιά επιβάρυνση ούτε κάποιο αντικίνητρο του τύπου «που να μπλέξω». Αλλά ούτε και καμία δικαιολογία. Το κυριότερο όμως είναι ότι ο αγρότης θα έχει κάθε λόγο να μπει σε αυτή τη διαδικασία των εσόδων εξόδων, της «λογιστικής διαφάνειας» θα λέγαμε, γιατί θα έχει όφελος. Θα υπάρξει μάλιστα και καμπάνια ενημέρωσης γι’ αυτό. Πρώτα απ’ όλα θα συμψηφίζει τον ΦΠΑ των εφοδίων που χρησιμοποιεί (λιπάσματα, φυτοφάρμακα κ.λπ.) ο οποίος με την αναρρίχησή του στο 23% είναι μεγάλο κόστος. Δεύτερον, θα μπορεί να περνάει στα βιβλία όλα τα έξοδά του με αποτέλεσμα το τελικό φορολογητέο εισόδημα, τα κέρδη του δηλαδή, να είναι περιορισμένα και συνεπώς, ακόμα και με υψηλό συντελεστή, η συνολική επιβάρυνσή του να είναι μικρή.

Θα διεκδικήσουμε μάλιστα -και πιστεύω ότι θα το καταφέρουμε- να εξαιρεθεί από τα έσοδα, έως ένα όριο, η κοινοτική επιδότηση, και από την άλλη να καταχωρούνται στα έξοδα και οι αποσβέσεις παγίων που έχουν αποκτηθεί στο παρελθόν, οι τόκοι των δανείων, η αμοιβή της προσωπικής και οικογενειακής εργασίας κ.λπ. Η γεωργία είναι μία δραστηριότητα έντασης εργασίας και ειδικότερα στην Ελλάδα είναι κυρίως οικογενειακής μορφής και πρέπει αυτό να το λάβουμε υπόψη”.

Πρόσθεσε ότι η απελευθέρωση της διάρκειας ζωής του φρέσκου γάλακτος που περιλαμβάνει το νέο μνημόνιο “δεν βοηθάει καν τον ανταγωνισμό” και “θα έχει ως σίγουρο αποτέλεσμα τις αθρόες εισαγωγές γάλακτος και μάλιστα σε μια περίοδο κατάργησης των ποσοστώσεων. Πιστεύουμε ότι οι βιομηχανίες γάλακτος θα συμμορφωθούν σε μια ελάχιστη προστασία των κτηνοτρόφων μας, με την ευκρινή αναγραφή στη συσκευασία της χώρας παραγωγής, πράγμα που ο σχετικός κανονισμός το επιτρέπει. Προς αυτή την κατεύθυνση θα προχωρήσουμε”.