Τα φορολογικά έσοδα φαίνεται ότι θα είναι και πάλι ένας από τους βασικούς τρόπους διασφάλισης ροής προς τα δημόσια ταμεία, όπως τουλάχιστον προκύπτει από τις πληροφορίες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας σχετικά με το τι τελικά θα περιλαμβάνει η συμφωνία που βρίσκεται επί τάπητος στις διαβουλεύσεις με τους δανειστές. Και όπως φαίνεται, παρά το ότι η αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος καθώς και μια σειρά από άλλες φορολογικές μεταρρυθμίσεις που ευαγγελιζόταν η κυβέρνηση δεν έβρισκε εξαρχής αντίθετους τους δανειστές, η «ποσοτικοποίηση», όπως τονιζόταν εξαρχής, των μέτρων αυτών φαίνεται ότι θα είναι επώδυνη. Και θα είναι ακόμη πιο οδυνηρή καθώς, κατά τις πηγές προσκείμενες στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται στο Brussels Group, πλέον λόγω της καθυστέρησης που παρατηρείται στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, η κυβέρνηση καλείται να λάβει μέτρα που πιθανότατα θα αγγίξουν τα 6 δισεκατομμύρια ευρώ εντός του 2015.
Το τελικό ύψος των μέτρων θα κριθεί από το σε ποιό ύψος τελικά Αθήνα και δανειστές θα συμφωνήσουν ως προς το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος. Παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης ότι ένα από τα βασικά «κέρδη» της ελληνικής πλευράς από τη διαπραγμάτευση που έχει γίνει μέχρι τώρα είναι η μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος, η πραγματικότητα δεν είναι ακριβώς αυτή.
Με βάση πληροφορίες από τις Βρυξέλλες φαίνεται ότι ο στόχος για το 2015 όσον αφορά στο πρωτογενές πλεόνασμα θα «κλείσει» στο 2%. Εκ πρώτης όψης είναι σίγουρα μικρότερο νούμερο από το 3% – 3,5% που είχε τεθεί από το προηγούμενο πρόγραμμα. Εντούτοις, θα πρέπει κανείς να λάβει υπ’ όψιν του ότι οι δανειστές εκτιμούν πλέον ότι αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα η χώρα οδεύει ολοταχώς προς πρωτογενές έλλειμμα που θα κυμανθεί μεταξύ 1% – 1,5% του ΑΕΠ (το ΔΝΤ) ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εμφανιζόμενη πιο αισιόδοξη μιλά για μηδενικό πλεόνασμα. Αυτό σημαίνει ότι, ασχέτως του ότι η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2015 θα είναι στο 0,5%, τα μέτρα που καλείται να πάρει θα είναι, όπως φαίνεται, με βάση τις εκτιμήσεις των δανειστών, δηλαδή ακόμη και περισσότερα από όσα χρειάζονταν για την επίτευξη του προηγούμενου στόχου του 3% – 3,5%.
Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στους φόρους, ο ΦΠΑ είναι αυτός που έχει την τιμητική του με τη συζήτηση να φαίνεται πλέον ότι οδεύει στο να υπάρξει ενιαίος συντελεστής που θα «χωριστεί» σε δύο μεγέθη: ένας υψηλότερος που θα κινείται περίπου 18% και ένας χαμηλότερος που δεν θα ξεπερνά το 9%. Αυτομάτως η αλλαγή αυτή θα φέρει μεγαλύτερη επιβάρυνση σε μια σειρά προϊόντων για όλους τους καταναλωτές (μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και τα τρόφιμα, οι λογαριασμοί ενέργειας, ηλεκτροδότησης, νερού κλπ) ενώ συζητείται η υιοθέτηση ορισμένων εξαιρέσεων (πχ του γάλατος, του ψωμιού, των φαρμάκων, των βιβλίων) που θα ενταχθούν στον μειωμένο συντελεστή και έτσι θα μειωθεί η τιμή τους.
Την ίδια ώρα, θα καταργηθεί η αύξηση του 30% στην έκτακτη εισφορά που είχε επιβληθεί σε όλα τα εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ με εξαίρεση όσους έχουν εισόδημα άνω των 30.000 ή 50.000 ευρώ.
Δεν φαίνεται να βαίνει προς κατάργηση, αντίθετα, ο πλέον συζητημένος φόρος της περασμένης και της φετινής χρονιάς: ο ΕΝΦΙΑ. Όπως όλα δείχνουν θα παραταθεί τουλάχιστον για το 2015 με κυβερνητικές πηγές να εκτιμούν ότι πιθανώς να υπάρξει μια μείωση που θα προκύψει από την αναπροσαρμογή προς τα κάτω των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων. Εντούτοις, αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματικός και τα 2,650 δισεκατομμύρια ευρώ που υπολογίζεται ότι μπορεί να φέρει στα ταμεία είναι εξαιρετικά χρήσιμα στην παρούσα φάση.