Ο μετρ που έκανε τέχνη την υψηλή ραπτική

AZENTIN AΛΑΙΑ Ο ΓΚΟΥΡΟΥ ΤΗΣ ΜΟΔΑΣ ΣΤΟ «ΕΘΝΟΣ»

της Μάγδας Λιβέρη

Για πολλούς είναι «ο τελευταίος μεγάλος couturier, ένας πραγματικός μόδιστρος με την αυστηρή έννοια», το σίγουρο πάντως είναι πως ο Αζεντίν Αλαϊά αποτελεί έναν ζωντανό θρύλο στον χώρο της μόδας, που έχει αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του.

αλαι1

Τα πρωτοπόρα σχέδιά του θεωρούνται ότι απεικονίζουν τη μόδα του μέλλοντος σε σημείο κάποιοι να διαχωρίζουν «ποια είναι η μόδα φέτος και τι έχει κάνει ο Αλαϊά».

Τα υπερ-εφαρμοστά θηλυκά φορέματα, τα μοντέρνα δερμάτινα και τα ιδιαίτερα παπούτσια του θεωρούνται αξεπέραστα. Ανάμεσα στις επώνυμες πελάτισσες που κατά καιρούς έχει ντύσει συγκαταλέγονται η Γκρέτα Γκάρμπο, η Τζέσι Νόρμαν, η Γκρέις Τζόουνς, η Lady Gaga, η Μαντόνα, η Σακίρα, οι πρώτες κυρίες Μισέλ Ομπάμα και Κάρλα Μπρούνι κ.ά.

Ασυμβίβαστος, ο Γαλλοτυνήσιος σχεδιαστής αρνήθηκε πεισματικά να βιομηχανοποιήσει τον οίκο του και να μπει στο κυνήγι της εμπορικότητας. Αντίθετα, συνεχίζει να αντιμετωπίζει τη μόδα ως τέχνη ενώ τα ρούχα του έχουν εκτεθεί σε διάφορα μουσεία ανά τον κόσμο. Αλλωστε ο Αλαϊά πριν εισέλθει στον χώρο της μόδας σπούδασε γλυπτική στη Σχολή Καλών Τεχνών της Τύνιδας.

Ο διάσημος σχεδιαστής επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα πραγματοποιώντας επαφές με διάφορα μουσεία προκειμένου μελλοντικά να φιλοξενηθεί εδώ έκθεση με τις δημιουργίες του. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του ο Αλαϊά παρέστη σε δύο εκδηλώσεις. Την περασμένη Τετάρτη παραβρέθηκε στην παρουσίαση της επανέκδοσης του βιβλίου του στενού του φίλου, λογοτέχνη και εικαστικού Δημοσθένη Δαβέττα, «Μόδα και Σύγχρονη Τέχνη», ενώ το απόγευμα της επομένης συνομίλησε μαζί του στο πλαίσιο του Megaron Plus για το θέμα «Κρίση και δημιουργία».

Από τη γλυπτική στη ραπτική

Λίγο πριν από την έναρξη της συζήτησης στην κατάμεστη αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος», το «Εθνος της Κυριακής» είχε την ευκαιρία για μια σύντομη συνομιλία μαζί του. «Ξεκίνησα από τη γλυπτική, όμως αργότερα άλλαξα εντελώς τομέα και άρχισα να μαθαίνω τα πάντα γύρω από τη μόδα, χωρίς όμως να φοιτήσω σε κάποιο ειδικό σχολείο», θυμάται ο Αζεντίν Αλαϊά. «Για έναν σχεδιαστή η τέχνη είναι σημαντική διευκολύνει το έργο του. Στη ραπτική το σχέδιο του ρούχου είναι καθοριστικό όπως και το χρώμα. Σήμερα η τέχνη έχει αλλάξει. Από αυτήν όμως την αλλαγή πηγάζει η δύναμη της μόδας να κάνει νέα, διαφορετικά πράγματα».

δαβεττ

Μέχρι σήμερα τα ρούχα του έχουν εκτεθεί δίπλα σε έργα τέχνης διάσημων καλλιτεχνών στα Μουσεία Μοντέρνας Τέχνης του Παρισιού και της Νέας Υόρκης, στο Μουσείο Πούσκιν στη Ρωσία και ακόμα σε μουσεία στην Ιταλία, τη Γερμανία, την Κίνα και την Ολλανδία. Εχει επίσης σχεδιάσει και τα κοστούμια για το μπαλέτο «Χίλιες και μία νύχτες» του Ανζελέν Πρελζοκάζ και για την όπερα «Οι γάμοι του Φίγκαρο» με τη Φιλαρμονική του Λος Aντζελες υπό τον μαέστρο Γκουστάβο Ντουνταμέλ.

Αυτός ο συνδυασμός της μόδας με την τέχνη κρύβει άραγε ένα μήνυμα που ο διάσημος μετρ θέλει να περάσει;

λιβ

«Δεν είμαι κάποιος που μεταφέρει μηνύματα, δεν είναι αυτός ο στόχος μου… Ζω μόνο την ίδια τη στιγμή, ζω από τη μια μέρα στην άλλη και βέβαια δεν σκέφτομαι το μέλλον. Αυτό που μετρά για μένα είναι το παρόν. Ο Ζαν Νουβέλ (σ.σ. διάσημος αρχιτέκτονας) μου ζήτησε να συνεργαστούμε στην όπερα ”Οι γάμοι του Φίγκαρο”. Δεν είχα κάνει ξανά τα κοστούμια σε όπερα. Ηταν κάτι το διαφορετικό και είχαμε μια ωραία συνεργασία».

Οι πρώτες μεγάλες διακρίσεις

Ο γκουρού της υψηλής ραπτικής γεννήθηκε το 1940 στην Τύνιδα και παρά τη θέληση του πατέρα του σπούδασε γλυπτική. Η αγάπη του για τη γαλλική κουλτούρα και τον πολιτισμό ήταν μεγάλη. Εμαθε τη γλώσσα και μελέτησε την ιστορία της χώρας.

Εγκαταστάθηκε στο Παρίσι στο τέλος της δεκαετίας του 1950, μετά τον Γαλλοαλγερινό Πόλεμο, και κατά τη διάρκεια της πενηντάχρονης καριέρας του είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί με μεγάλους οίκους μόδας (Christian Dior, Guy Laroche, Thierry Mugler κ.ά.). Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 άνοιξε το πρώτο του ατελιέ ντύνοντας τις πιο κομψές γυναίκες της εποχής, μεταξύ των οποίων τη Μαρί-Ελέν Ρότσιλντ και την Γκρέτα Γκάρμπο, η οποία έφτανε ινκόγκνιτο για τις πρόβες της. Το 1984 τιμήθηκε με το «Οσκαρ της μόδας» και βραβεύτηκε ως ο καλύτερος designer της χρονιάς.

«Είμαι κάποιος που στη ζωή του χρειάστηκε να δουλέψει πολύ σκληρά, ατελείωτες ώρες. Είναι ένα επάγγελμα που πρέπει πρώτα να το μάθεις καλά. Το ταλέντο επιβεβαιώνεται μετά. Το θεωρώ σημαντικό που γεννήθηκα στην Τυνησία, γιατί μεγάλωσα με τη μεσογειακή κουλτούρα και με ελευθερία. Δύο από τους ανθρώπους που με επηρέασαν καθοριστικά στην πορεία που πήρε αργότερα η ζωή μου ήταν ο παππούς μου, ο οποίος πρώτος μου έδειξε γαλλικές, αμερικανικές και αιγυπτιακές ταινίες με αποτέλεσμα ο κινηματογράφος να αποτελέσει βασικό έναυσμα για την είσοδό μου στον χώρο της μόδας.

Και ο δεύτερος άνθρωπος ήταν η κυρία Πινό, μια μαμή στην Τύνιδα η οποία βοήθησε τη μητέρα μου να φέρει στον κόσμο εμένα και τα αδέλφια μου. Πήγαινα συχνά στο σπίτι της όταν ήμουν μικρός. Μου έδινε να ξεφυλλίσω αμέτρητα βιβλία τέχνης, έτσι ο Βελάσκεθ αποτέλεσε για μένα πηγή έμπνευσης. Αργότερα, με τη δική της συμπαράσταση μπόρεσα να σπουδάσω γλυπτική».

Ο Αλαϊά έχει πάθος με τη δουλειά του, εργάζεται επί πολλές ώρες με το ύφασμα και τις καρφίτσες στο σώμα των μοντέλων μέχρι να πετύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι αυτό πρέπει να κάνει ένας αληθινός σχεδιαστής. Μάλιστα, στο παρελθόν κατηγόρησε τον Καρλ Λάγκερφελντ ότι δεν έχει πιάσει ποτέ ψαλίδι στο χέρι του.
Πετυχαίνει όποιος είναι εργατικός

Στο ίδιο μοτίβο συνηθίζει να λέει πως όποιος είναι εργατικός πετυχαίνει και ξεπερνά όλα τα εμπόδια, ακόμα και την κρίση: «Δεν σκέφτομαι ποτέ την κρίση, σκέφτομαι πάντα θετικά. Ουσιαστικά η μόδα, όπως και η τέχνη, δεν αντιμετωπίζει κρίση, βρίσκει τρόπους να επιβιώνει και να εξελίσσεται. Για παράδειγμα, πολλοί οίκοι μόδας έχουν στραφεί τώρα σε νέες αγορές όπως η Κίνα. Και δείτε στην αγορά τέχνης, τα έργα εξακολουθούν να πωλούνται σε υψηλές τιμές».

Ο Αλαϊά έχει διακριθεί στην υψηλή ραπτική και έχει εντυπωσιάσει με τα άψογα ποιοτικά υφάσματα και τα ιδιαίτερα πλεκτά του. Τα στρετς φορέματά του αναδεικνύουν τις γυναικείες καμπύλες, ενώ σε ό,τι αφορά την άποψή του για τα ρούχα unisex: «Δεν έχω κάποια συγκεκριμένη άποψη, ο καθένας κάνει τη δουλειά του, τη μόδα του και ακολουθεί τον δικό του δρόμο. Δεν μπορώ να τα κρίνω, άλλωστε τα unisex αποτελούν κομμάτι της εξέλιξης».

Στο πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα ο σχεδιαστής επισκέφτηκε την Ακρόπολη και το νέο της μουσείο, ενώ βρήκε χρόνο να κάνει μια ημερήσια εκδρομή μέχρι τους Δελφούς και το Γαλαξίδι. Οπως δήλωσε ο ίδιος είναι λάτρης της αρχαιοελληνικής τέχνης: «Ζούμε γύρω από τη Μεσόγειο, δεν θα μπορούσα να μην επηρεαστώ. Από όταν ξεκίνησα τις σπουδές μου στην Καλών Τεχνών με γοήτευσε η αρχαιοελληνική τέχνη και οι πτυχώσεις στα αγάλματα».

Κατά τη διάρκεια της παρουσίας του στο Μέγαρο Μουσικής, ο Αζεντίν Αλαϊά κέρδισε το χειροκρότημα του κοινού με τη δήλωσή του υπέρ της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα: «Πάντως, αν τα είχα σπίτι μου, στη δική μου χώρα θα τα είχα φέρει μαζί μου στην Ελλάδα». Μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στις πατρικές σχέσεις που τον συνδέουν με τα διάσημα μοντέλα (η Ναόμι Κάμπελ τον αποκαλεί «μπαμπά»). «Αυτά τα κορίτσια ξεκίνησαν την καριέρα τους στα 14 χρόνια τους. Η Στέφανι Σέιμουρ όταν την ανακάλυψα ήταν πανέμορφη αλλά πολύ μικρή. Η μητέρα της μου είπε ότι θα την άφηνε στο Παρίσι μόνο αν έμενε μαζί μου. Ετσι κι έγινε, έμεινε κοντά μου για 3 περίπου χρόνια». Σε ό,τι αφορά την εμπορευματοποίηση της μόδας που υποχρεώνει τους σχεδιαστές να βγάζουν τη μία συλλογή μετά την άλλη, ο Αλαϊά είναι κατηγορηματικός: «Αρνούμαι να κάνω ορισμένα πράγματα, βάζω φρένο. Βγάζω μια κολεξιόν μόνο όταν είμαι έτοιμος».

Πηγή: ΕΘΝΟΣ

http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22768&subid=2&pubid=64112195