Στη δημοσιότητα η επίμαχη συνομιλία του Τραμπ με τον Ουκρανό πρόεδρο Ζελένσκι

Στη δημοσιότητα δόθηκε από την επίσημη σελίδα του Λευκού Οίκου η συνομιλία του Ντόναλντ Τραμπ με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

Πρόκειται για πέντε σελίδες που ανέβηκαν σε μορφή pdf μετά τις κατηγορίες των Δημοκρατικών ότι ο Τραμπ ζήτησε από τον Ουκρανό πρόεδρο να διεξάγει έρευνα εις βάρος του πολιτικού του αντιπάλου Τζο Μπάιντεν με σκοπό να τον ζημιώσει στις εκλογές του 2020.

Δείτε τη συνομιλία:

Λίγο αργότερα, από τις καταγγελίες ήλθε και η ανακοίνωση της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι ότι ενεργοποιεί τη διαδικασία για την παραπομπή του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Το χρονικό της υπόθεσης

Η απόφαση των Δημοκρατικών να ξεκινήσουν τη διαδικασία για την παραπομπή και την καθαίρεση του Ντόναλντ Τραμπ προκάλεσε πολιτικό σεισμό στις ΗΠΑ. Ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ μπήκε στο κλειστό κλαμπ εκείνων που κινδύνευσαν με καθαίρεση. Ο ένας (Νίξον) παραιτήθηκε. Οι άλλοι δυο (Τζόνσον και Κλίντον) αθωώθηκαν.

Αν και όλα δείχνουν ότι το ίδιο θα συμβεί και με τον Ντόναλντ Τραμπ, αφού για να καθαιρεθεί χρειάζονται οι ψήφοι από τα 2/3 των μελών της Γερουσίας, ο πρόεδρος των ΗΠΑ ετοιμάζει την αντεπίθεσή του.

Όχι μόνο μέσα από τις αναρτήσεις του στο twitter. Αυτό είναι το λιγότερο. Και ενώ οι άνθρωποι του προέδρου ετοιμάζονται για τον πόλεμο που έχει πλέον ξεκινήσει για τα καλά, ο «πλανητάρχης» με νέα ανάρτηση στο twitter παραπονιέται πως οι αντίπαλοί του του συμπεριφέρονται όπως κανείς δεν έχει φερθεί ποτέ άλλοτε σε έναν πρόεδρο της χώρας. Και αυτό, λέει, δεν θα έπρεπε να συμβαίνει σε κανέναν.

«Δεν υπήρξε άλλος πρόεδρος στην Ιστορία της χώρας μας που θα του φέρθηκαν τόσο άσχημα όσο σε εμένα. Οι Δημοκρατικοί έχουν «παγώσει» από το μίσος και το φόβο. Δεν κάνουν τίποτα. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να συμβεί αυτό ποτέ ξανά σε κανέναν άλλο πρόεδρο» έγραψε ο Τραμπ και «έκλεισε» το tweet του με την… αγαπημένη του φράση: «κυνήγι μαγισσών».

Η αντεπίθεση του Τραμπ

Από εκείνη τη βροχερή μέρα που ορκίστηκε πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει καταφέρει να επιβιώσει, πολιτικά, πολλές φορές. Από την υπόθεση με την περιβόητη κασέτα του «Access Hollywood«, από την πολιτική αναταραχή που ακολούθησε τα γεγονότα στην πόλη Σάρλοτσβιλ (σ.σ. όταν κράτησε ίσες αποστάσεις από φασίστες και διαδηλωτές κατά των νεοναζί), από τους ισχυρισμούς της Στόρμι Ντάνιελς, αλλά και από την δημοσιοποίηση του πορίσματος της έρευνας του Ρόμπερτ Μάλερ για την εμπλοκή της Ρωσίας στις εκλογές του 2016 όταν και εξελέγη.

Είναι μόνο λίγες από τις υποθέσεις που τον έβαλαν στο στόχαστρο. Ο φερόμενος εκβιασμός του στον πρόεδρο της Ουκρανίας για να τον πείσει να ξεκινήσει έρευνα σε βάρος του γιου του πολιτικού του αντιπάλου Τζο Μπάιντεν (πρώην αντιπροέδρου και επικρατέστερου για το χρίσμα των Δημοκρατικών στις εκλογές του ’20) είναι το τελευταίο «επεισόδιο» σε μια προεδρία που δεν μοιάζει με καμία άλλη.

Μόνο η υπόθεση για την Ουκρανία ήταν εκείνη που ανάγκασε τους Δημοκρατικούς να ανακοινώσουν, δια της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι, πως ξεκινούν τη διαδικασία για την καθαίρεσή του. Μια κίνηση πολιτικού ρίσκου, που και οι Δημοκρατικοί ξέρουν πως δεν έχει μεγάλη τύχη. Αλλά 400 μέρες πριν από τις εκλογές, όλα έχουν το δικό τους πολιτικό βάρος.

Από τη στιγμή που η Πελόζι έριξε τη… βόμβα, ξεκίνησε η προετοιμασία της «απάντησης» από πλευράς του προέδρου. Δημοσίως, ο εσωτερικός κύκλος των ανθρώπων που περιβάλλει τον Τραμπ χαρακτηρίζει την έναρξη της έρευνας για την παραπομπή, ως μία εξέλιξη πολιτικού εντυπωσιασμού από τους Δημοκρατικούς.

Σε ιδιωτικό επίπεδο, τόσο οι πολιτικοί του σύμμαχοι στον Λευκό Οίκο, όσο και οι βοηθοί του, θεωρούν την πολιτική δυναμική της παραπομπής ως μία σοβαρή απειλή κατά της νομοθετικής ατζέντας που προωθεί ο πρόεδρος Τραμπ, κατά της διαπραγματευτικής δυναμικής που έχει ο ίδιος απέναντι στους ξένους ηγέτες, αλλά και κατά της προσωπικής συγκέντρωσης (προσοχής) του, σε συγκεκριμένα ζητήματα πολιτικού ενδιαφέροντος για τον ίδιο και την προεδρία του, γράφει το Politico.

Από τις εξελίξεις των επόμενων ημερών θα φανεί αν ο Τραμπ θα μπορέσει να αντέξει την όξυνση του πολιτικού κλίματος από τις αποκαλύψεις, για την προσπάθειά του να ασκήσει πίεση σε έναν ξένο ηγέτη, προσπαθώντας να αποσπάσει επιβαρυντικά στοιχεία για τον πολιτικό του αντίπαλο Τζο Μπάιντεν και τον γιο του Χάντερ, στην εξέλιξη της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του 2020.

Η απόφαση των Δημοκρατικών να προχωρήσουν στην επίσημη έναρξη της έρευνας κλιμακώνει την πολιτική ένταση και θέτει τους Ρεπουμπλικάνους σε θέση άμυνας (που μπορεί να εξελιχθεί σε επίθεση), δρομολογώντας μία σοβαρή πολιτική πρόκληση.

Από την άλλη μεριά, είναι λίγοι αυτοί στον Λευκό Οίκο, αλλά και στον ευρύτερο κύκλο των υποστηρικτών του Αμερικανού προέδρου, που υπερασπίστηκαν το τηλεφώνημα με τον ηγέτη της Ουκρανίας, στο οποίο, ο Τραμπ φέρεται να ζήτησε οκτώ φορές την διενέργεια έρευνας για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες των Μπάιντεν στην Ουκρανία.

Το τηλεφώνημα στην ουσία του, παραβιάζει την βασική αρχή που έχουν οι Αμερικανοί αξιωματούχοι οι οποίοι δεν πρέπει ποτέ να επιτρέπουν ή να ενθαρρύνουν την εμπλοκή ξένων κυβερνήσεων στην (προ)εκλογική διαδικασία των ΗΠΑ.

Με βάση τα όσα έχουν γίνει μέχρι σήμερα, θεωρείται πιθανότερο ότι οι σύμβουλοι του Τραμπ και οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της κυβέρνησής του, θα στρέψουν το ενδιαφέρον προς το τηλεφώνημα και ιδιαίτερα προς τις δραστηριότητες των Μπάιντεν στην Ουκρανία, ώστε να μεταστραφεί το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης προς την κατεύθυνση αυτή.

Η τακτική αυτή ακολουθήθηκε και το 2016, με την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ να υποβαθμίζει την προεδρική υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον, φέρνοντας συχνά την προεκλογική συζήτηση γύρω από τα e-mail της που είχαν υποκλαπεί.

«Η στρατηγική που έχει ο πρόεδρος για τα θέματα αυτά είναι ξεκάθαρη: Ποτέ μην υποχωρείς και βάδιζε μπροστά. Το έμαθε αυτό από την αρχή», δήλωσε ο Νιουτ Γκίνγκριτς, ανεπίσημος σύμβουλος του Τραμπ που υπηρέτησε ως πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, στην διάρκεια της έρευνας για την παραπομπή του Μπιλ Κλίντον.

«Για τον μέσο Αμερικάνο αυτό δεν θα αλλάξει κάτι. Τους Δημοκρατικούς, θα τους οδηγήσει σε μία πιο αρνητική θέση κατά του Τραμπ», πρόσθεσε.

Πηγή: Ελεύθερος Τύπος