Στη φυλακή οδηγείται η 42χρονη Ρομά που σκότωσε τον δολοφόνο του γιου της έξω από το γραφείο του ανακριτή στην Ευελπίδων το 2012.
Το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο την έκρινε ένοχη, με μειωμένο καταλογισμό και ελαφρυντικό προτέρου εντίμου βίου.
Το δικαστήριο της επέβαλε (κατά πλειοψηφία, 4-3) ποινή φυλάκισης 10 χρόνων, γεγονός που σημαίνει ότι η κατηγορούμενη, η οποία είχε αφεθεί ελεύθερη από το πρωτόδικο δικαστήριο, θα μπει στη φυλακή για να εκτίσει τα 2/5 της ποινής.
Την ενοχή της για την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με μειωμένο καταλογισμό, είχε προτείνει ο εισαγγελέας επισημαίνοντας ότι «ήξερε τι έκανε, αλλά με μειωμένο καταλογισμό».
Τι δήλωσε στην απολογία της η κατηγορούμενη
Η κατηγορούμενη δήλωσε μετανιωμένη για την πράξη της και ζήτησε συγνώμη. Ωστόσο, όπως είπε, «όταν τον σκότωσα, ένιωσα ανακούφιση».
«Εκείνη τη μέρα άλλαξα λίγο την εμφάνισή μου για να μην με καταλάβουν οι συγγενείς του. Τον είδα να μπαίνει στην Ευελπίδων και ακολούθησα και πήγα στο κτήριο 9. Φοβόμουν ότι θα τον αφήσουν ελεύθερο. Άδειασα όλες τις σφαίρες από το πιστόλι γιατί ήθελα να πεθάνει. Όταν πυροβόλησα περίμενα να με σκοτώσουν οι αστυνομικοί».
«Για μένα είναι σαν να έχουν σκοτώσει το γιο μου τώρα, είναι σαν να μην έχει περάσει δευτερόλεπτο. Αυτό που έχω στο μυαλό μου είναι ότι σκότωσαν το γιο μου στην αγκαλιά μου και φώναζε μανούλα. Και κράταγε την κοιλιά του. Όταν πήγα στο ΚΑΤ άνοιξε η πόρτα και τον είδα, ήταν ανοιγμένος σαν αρνί. Ακόμα δεν έχω συνειδητοποιήσει ότι πέθανε, ορκίζομαι στον Θεό. Το παιδί αυτό ήταν ο έρωτας μου, η ανάσα μου, η πνοή μου, μου άφησε τρία παιδιά εγγόνια. Έχουν περάσει 6 χρόνια από τότε, αλλά για μένα είναι 6 δευτερόλεπτα. Εμείς οι τσιγγάνοι όταν έχουμε πένθος για 40 μέρες δεν κάνουμε μπάνιο, ούτε σαπουνάδα στα χέρια. Στα 9μερα του γιου όμως πήγα και έκανα μπάνιο, και έκοψα τα μαλλιά μου και ήθελα να πάω να αυτοκτονήσω. Δυο λεπτά προτού αυτοκτονήσω, είδα τον νεκρό γιο μου σε μια καρέκλα να κλαίει και να λέει ότι η μητέρα μου αυτοκτόνησε εξαιτίας μου.»
Η κατάθεση της διευθύντριας του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου που νοσηλεύονταν
Η διευθύντρια, η οποία παρακολουθεί ψυχιατρικά την κατηγορούμενη. Όπως ανέφερε, πάσχει από σχιζοσυναισθηματική ψύχωση. Λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή και παρακολουθείται ψυχιατρικά. Αν ξαναφυλακιστεί, μπορεί να υποτροπιάσει. Το να ζει με την οικογένειά της είναι ο τρόπος για να αντεπεξέρχεται στην ασθένεια της. Όταν ακολουθούνται αυτοί οι όροι, παύει η επικινδυνότητα.
Η κατηγορούμενη εισήλθε με κρίση με απώλεια συνείδησης. Η συμπεριφορά της ήταν παρανοϊκή. Ζητούσε να κοιμάται με γιο της, τον ζητούσε συνέχεια, έψαχνε να τον βρει. Πήρε παρά πολύ χρόνο για να συνέλθει. Μετά από πολύ καιρό έλαβε την πρώτη θεραπευτική άδεια για να πάει στο μνήμα του γιου της. Έλεγε στην θεραπεύτριά της ότι ο γιος της είναι η ψυχή και αυτή τα χέρια του».
Αστυνομικός που ήταν «παρών» περιγράφει τη στιγμή του φονικού
Την σκηνή του φονικού περιέγραψε και ο αστυνομικός που ήταν παρών: «Την είδαμε, έβγαλε απότομα όπλο και πυροβόλησε αρκετές φορές. Μετά δεν πρόβαλε αντίσταση ,πέταξε το όπλο και είπε παραδίνομαι. Το όπλο ήταν άδειο. Η κατηγορούμενη ήταν ήρεμη αλλά με βλέμμα απλανές».