Εγγονή της "τίγρης του Κορωπίου" η 26χρονη δολοφόνος

Σοκάρουν οι λεπτομέρειες για την οικογενειακή ιστορία της 26χρονης που μαχαίρωσε την άτυχη 35χρονη πρώην σύζυγο του συντρόφου της. Σημειώνεται ότι μόλις μια ημέρα μετά από τον θάνατό της, ο 41χρονος που φέρεται να ήταν η “πέτρα του σκανδάλου” πυροβόλησε την Πέμπτη τους γονείς της φόνισσας, προφανώς για να εκδικηθεί για τον θάνατο της μητέρας των δύο από τα 4 παιδιά του.

Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας, η γιαγιά της 26χρονης ήταν η Ελένη Παπαϊωάννου, η οποία έκαψε ζωντανό τον σύζυγό της Παναγιώτη. Το φρικτό έγκλημα έγινε στις 23 Οκτωβρίου του 1963, στο σπίτι του ζευγαριού στο Κορωπί.

Τα μέσα ενημέρωσης της εποχής, χαρακτήρισαν την Παπαϊωάννου ως “η τίγρη του Κορωπίου”, η οποία μάλιστα δε μετάνιωσε ποτέ για την φρικτή πράξη της.

Η γιαγιά της νεαρής ήταν τότε 27 χρόνων και ζούσε με τον άντρα της και τα δύο παιδιά τους, ωστόσο το ζευγάρι αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα. Ο σύζυγός της υποπτευόταν ότι η γυναίκα του είχε εραστή, κάτι που όμως δεν ίσχυε.

Ο άτυχος σύζυγος μάλιστα είχε επιτεθεί στον υποτιθέμενο εραστή της ονόματι Βασιλείου, ο οποίος του έκανε μήνυση. Όταν ήρθε η κλήση για να παρουσιαστεί στο δικαστήριο, η γυναίκα του την έκρυψε και ο Παναγιώτης Παπαΐωάννου καταδικάσθηκε ερήμην σε είκοσι ημέρες φυλάκιση.

Την ημέρα που το πληροφορήθηκε, η σύζυγός του αποφάσισε να τον δολοφονήσει. Αγόρασε τρία μπιτόνια βενζίνη και τη συνέχεια έβαλε σε εφαρμογή το φονικό της σχέδιο.

Όταν το θύμα κοιμήθηκε, η Παπαϊωάννου κλείδωσε όλα τα δωμάτια και τα παράθυρα του σπιτιού και πλησιάζοντας αθόρυβα περιέλουσε τον άντρα της με τη βενζίνη. Τότε, άναψε ένα σπίρτο, το πέταξε πάνω του και βγήκε τρέχοντας από το δωμάτιο. Το μόνο που άκουγε φεύγοντας ήταν τα ουρλιαχτά του συζύγου της, ο οποίος καιγόταν ζωντανός.

Η ίδια ειδοποίησε τις Αρχές και όταν οι αστυνομικοί μπήκαν στο σπίτι, αντίκρισαν την απανθρακωμένη σορό του Παπαϊωάννου, ο οποίος το μόνο που μπόρεσε να κάνει ήταν να γαντζωθεί από το χερούλι ενός παραθύρου.

Η “τίγρη του Κορωπίου” παραδόθηκε λέγοντας «έβαλα φωτιά και έκαψα τον άνδρα μου. Ήρθα να παραδοθώ και δεν μετανοώ γι’ αυτό που έκανα».

Όπως αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης, η γυναίκα ζούσε το δικό της δράμα, καθώς ο μετέπειτα σύζυγός της την είχε βιάσει σε ηλικία 15 ετών, όταν δούλευε σαν υπηρέτρια στο σπίτι του.

Τα αδέρφια της την ανάγκασαν να τον παντρευτεί επειδή ήταν πλέον μια «ατιμασμένη» και η ζωή της ήταν όπως είπε μια κόλαση δίπλα του.

Οι ένορκοι την πίστεψαν και καταδικάσθηκε με το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου σε δεκαοχτώ χρόνια φυλακή.