Δικαιωμένη δηλώνει η εταιρεία «Ελληνικός Χρυσός» από την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας η οποία, όπως τονίζει σε ανακοίνωσή της η εταιρεία, αποδεικνύει την νομιμότητα της λειτουργίας της.
Η εταιρεία επισημαίνει ότι «αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας τη λειτουργία της με βάση τη νομιμότητα και την εκπλήρωση στο ακέραιο όλων των συμβατικών της υποχρεώσεων». Είναι πλέον σαφές πως αν υπάρχουν ευθύνες για παραλείψεις, θα πρέπει να αναζητηθούν αλλού, σπεύδει να διευκρινίσει η εταιρεία.
Απομένει πλέον στο υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης και στον αρμόδιο Υπουργό να ευθυγραμμιστεί με την απόφαση της δικαιοσύνης, καταλήγει η «Ελληνικός Χρυσός».
Νωρίτερα είχε γίνει γνωστό ότι οι εργαζόμενοι αποφάσισαν ν’ ανοίξουν τους δρόμους που είχαν αποκλείσει δηλώνοντας επίσης δικαιωμένοι αν και κατέστησαν σαφές ότι θα συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις.
Το σκεπτικό του ΣτΕ
Δεκτή έκανε το Συμβούλιο της Επικρατείας την αίτηση της Ανώνυμης Εταιρείας «Ελληνικός Χρυσός» για παράλειψη οφειλόμενων νόμιμων ενεργειών που είχε υποβάλει κατά του υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας στις 6 Απριλίου 2015.
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, με την υπ’ αριθμόν 3191 απόφασή του, αναγνωρίζει ότι το υπουργείο επέδειξε κωλυσιεργία ως προς την έγκριση των προσαρτημάτων των τεχνικών μελετών της μεταλλουργίας χαλκού, χρυσού και του νέου εργοστασίου εμπλουτισμού στην περιοχή του Μαντέμ Λάκκου που είχε καταθέσει η εταιρεία.
Ουσιαστικά, πρόκειται για τα προσαρτήματα των τεχνικών μελετών που κατά τον κ. Σκουρλέτη η Ελληνικός Χρυσός δεν προσκόμισε, οδηγώντας τον ΥΠΑΠΕΝ να ανακαλέσει τις τεχνικές μελέτες του έργου.
Το ΣτΕ ανέθεσε την υπόθεση στη Διοίκηση προς νέα νόμιμη κρίση «κατά την εκφορά της οποίας θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι απαντήσεις της αιτούσας- δηλαδή της Ελληνικός Χρυσός- επί των επικουρικών παρατηρήσεων- όπου αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους δεν είναι δυνατή, κατά την άποψή της, η αλλαγή των μεγεθών τροφοδοσίας της μεταλλουργικής μονάδας και αξιοποίησης του δυναμικού των Σκουριών και επισημαίνεται η συμμόρφωσή της προς τις λοιπές υποδείξεις της υπηρεσίας».
Όπως επισημαίνεται στην απόφαση «η επιστροφή φακέλου -κάτι που έκανε ο τέως ΥΠΑΠΕΝ Παναγιώτης Λαφαζάνης- προβλέπεται μόνο για λόγους ανεπάρκειας ή ανακρίβειας των υποβληθέντων στοιχείων».
Σύμφωνα με τους Συμβούλους «η αιτιολογία ότι δεν έχει εκτελεστεί πρόγραμμα δοκιμών σε κατάλληλη ημιοβιομηχανική κλίμακα επί τόπου του έργου είναι αφ’ ενός μεν αόριστη, καθ’ όσον δεν εξειδικεύει ποια συγκεκριμένη πλημμέλεια αποδίδει στο πρόγραμμα δοκιμών που έχει εκτελέσει η αιτούσα. Αφετέρου δε και πλημμελής διότι δεν αιτιολογεί τον λόγο για τον οποίο απορρίπτει ως μη αξιόπιστα τα παραχθέντα πορίσματα των δοκιμών από τα οποία προκύπτει η μη εφαρμοσιμότητα της μεταλλουργικής μεθόδου και στο συγκεκριμένο μίγμα τροφοδοσίας […]. Εξ’ άλλου, απαραδέκτως επιχειρείται η συμπλήρωση της μη νόμιμης αυτής αιτιολογίας με το μετά τη συζήτηση κατατεθέν υπόμνημα του Δημοσίου, στο οποίο αναφέρεται ότι ούτε επιτόπου δοκιμές έγιναν ούτε επιτόπου δείγματα παρήχθησαν, καθ’όσον το εργοστάσιο εμπλουτισμού Ολυμπιάδας μέχρι σήμερα παράγει συμπυκνώματα από παλιά τέλματα αφού δεν έχει αρχίσει η εξόρυξη του μεταλλείου, το δε εργοστάσιο εμπλουτισμού Σκουριών δεν έχει καν λειτουργήσει».
Η Εταιρεία «Ελληνικός Χρυσός» είχε προσφύγει στο ΣτΕ όπου κατέθεσε αίτηση ακύρωσης κατά του Υπουργείου για παράλειψη οφειλόμενων νόμιμων ενεργειών, καθώς από τις 22 Δεκεμβρίου 2014, είχε υποβάλει τα δύο προσαρτήματα (που το ΥΠΑΠΕΝ αναφέρει στην απόφασή του ότι απουσιάζουν και γι’ αυτό προχώρησε στην ανάκληση των τεχνικών μελετών) και δεν εγκρίθηκαν σε 60 ημέρες όπως ορίζει ο Νόμος.
Τέσσερις ημέρες μετά την προσφυγή της Ελληνικός Χρυσός στο ΣτΕ, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, που ήταν τότε υπουργός ΠΑΠΕΝ, επέστρεψε τα προσαρτήματα στην εταιρεία για “συμπλήρωση και διόρθωση ελλείψεων”.
Ανάμεσα στις ελλείψεις αυτές, σύμφωνα με το ΥΠΑΠΕΝ, ήταν το γεγονός ότι η εταιρεία δεν πραγματοποίησε το πρόγραμμα δοκιμών σε ημιβιομηχανική μονάδα στην περιοχή που βρίσκεται το έργο, αλλά το υλοποίησε σε ερευνητικό κέντρο στο Pori της Φινλανδίας.
Πλέον, όμως, η έγκριση από το ΣτΕ της αίτησης ακύρωσης που κατέθεσε η εταιρεία απορρίπτει τον ισχυρισμό της διοίκησης του ΥΠΑΠΕΝ. Ότι, δηλαδή, η Ελληνικός Χρυσός θα πρέπει να πραγματοποιήσει τις πειραματικές δοκιμές στην Ελλάδα.
Το ιστορικό της προσφυγής
Προσφυγή είχε καταθέσει τον Απρίλιο 2015 στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) η Ελληνικός Χρυσός, η οποία εκμεταλλεύεται τα Μεταλλεία Κασσάνδρας στη Χαλκιδική, κατά του υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης (ΠΑΠΕΝ). Στην προσφυγή τονιζόνταν πως το ελληνικό δημόσιο, κατά παράβαση της σχετικής ειδικής διάταξης νόμου, δεν ενέκρινε εντός 60 ημερών από την υποβολή τους, την τεχνική μελέτη για τη «Μεταλλουργική Μονάδα Χαλκού, Χρυσού και Θεϊκού Οξέως Μαντέμ Λάκκου». Ειδικότερα αναφερόταν πως η τεχνική μελέτη είχε υποβληθεί στις 24 Δεκεμβρίου χωρίς το ΥΠΑΠΕΝ να την έχει εγκρίνει μέχρι τις 24 Φεβρουαρίου, όπως προβλέπει ο νόμος. Μάλιστα η εταιρεία είχε επισημάνει πως δεν υπεβλήθη από το δημόσιο (εντός της νόμιμης προθεσμίας) κανένα αίτημα για διευκρινήσεις ή οποιαδήποτε προσθήκη. Η εταιρεία έδωσε και επιπλέον χρόνο στο δημόσιο να απαντήσει χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Τέσσερις ημέρες, μετά την προσφυγή της Ελ. Χρυσός στο ΣτΕ, ο τότε υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτης Λαφαζάνης επέστρεψε τα προσαρτήματα στην εταιρεία για “συμπλήρωση και διόρθωση ελλείψεων”. Ανάμεσα στις ελλείψεις, κατά το ΥΠΑΠΕΝ, ήταν το γεγονός ότι η εταιρεία δεν πραγματοποίησε το πρόγραμμα δοκιμών σε ημιβιομηχανική μονάδα στην περιοχή που βρίσκεται το έργο, αλλά το υλοποίησε σε ερευνητικό κέντρο της Φινλανδίας. Σε αυτό στηρίχτηκε και η απόφαση στις 19/8/2015 του νέου υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης κ. Σκουρλέτη για ανάκληση των τεχνικών μελετών που αφορούν το έργο της Ελληνικός Χρυσός.
Η σημερινή απόφαση του ΣτΕ δικαιώνει την εταιρεία και αλλάζει τα δεδομένα όσον αφορά την απόφαση του κ. Σκουρλέτη. Όπως σηεμιώνεται, είναι αόριστη η αιτιολογία του υπουργείου ότι το πρόγραμμα δοκιμών της εταιρείας δεν έχει εκτελεστεί σε κατάλληλη ημιβιομηχανική κλίμακα. Επίσης είναι και πλημμελής διότι δεν αιτιολογεί το λόγο για τον οποίο απορρίπτει ως μη αξιόπιστα τα παραχθέντα πορίσματα των δοκιμών, από τα οποία προκύπτει η εφαρμοσιμότητα της μεταλλουργικής μεθόδου και στο συγκεκριμένο μίγμα τροφοδοσίας και η καλή προσαρμογή του σε βιομηχανικό επίπεδο.