Πριν ένα χρόνο ακούγαμε για τον κορωνοϊό και πώς εξαπλώνεται στη χώρα μας και σε ολόκληρο τον κόσμο. Υπήρχαν φήμες για την επιβολή καθολικού lockdown. Όμως η μάσκα, το αντισηπτικό και οι αποστάσεις ασφαλείας δεν είχαν ακόμη εισβάλει ως νέα νόρμες στην καθημερινότητά μας.
Μέχρι που πέρυσι, σαν σήμερα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός κήρυξε πανδημία. Τη χειρότερη του τελευταίου αιώνα, όπως έχει πια αποδειχθεί.
Έναν χρόνο μετά, ο εφιάλτης δεν έχει τελειώσει. Η επιστήμη συνεχίζει τη μεγάλη μάχη της κατά της νέας απειλής, τώρα απέναντι και σε επικίνδυνες μεταλλάξεις. Οι κυβερνήσεις προσπαθούν κι αυτές να ανασχέσουν την πανδημία και τις καταστροφικές οικονομικές επιπτώσεις της, με μέτρα και ημίμετρα.
Και οι πολίτες προσπαθούμε να ανταπεξέλθουμε στη νέα, διαρκώς μεταβαλλόμενη και ρευστή πραγματικότητα. Ο κορωνοϊός έχει άλλωστε αλλάξει τα πάντα, ριζικά.
Επηρεάζει τα δικαιώματά μας, τον τρόπο που εργαζόμαστε (εφόσον εργαζόμαστε), τις ανθρώπινες σχέσεις, το πώς περνάμε τον ελεύθερο χρόνο μας, την ψυχική – πέρα από τη σωματική – υγεία μας, την αντίληψή μας για τον κόσμο και το μέλλον.
Το ερώτημα ποιες από αυτές τις αλλαγές ήλθαν για να μείνουν και για πόσο παραμένει ακόμη αναπάντητο. Πρακτικά, παραπέμπεται στην μετά την πανδημία ημέρα.
1. Διεύρυνση των ανισοτήτων
Είτε πρόκειται για κράτη, είτε μεμονωμένα για κοινωνίες, η πανδημία ανέδειξε και επέτεινε τις ανισότητες.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι πλούσιες και ανεπτυγμένες χώρες έχουν επιδοθεί σε έναν «εθνικισμό των εμβολίων», χρησιμοποιώντας τα πια και ως «εργαλείο» άσκησης γεωπολιτικής επιρροής.
Σε εθνικό επίπεδο, η υγειονομική κρίση έχει εξελιχθεί και σε οικονομική και κοινωνική, πλήττοντας δυσανάλογα τον πληθυσμό. Δημογραφικά, ως πλέον πληττόμενες ομάδες θεωρούνται οι οικονομικά ασθενέστεροι, οι γυναίκες και οι μειονότητες.
Μοιραία, η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, το γενικευμένο αίσθημα ανασφάλειας -υγειονομικής και οικονομικής- και η περιστολή ελευθεριών στο όνομα της καταπολέμησης της πανδημίας δημιουργούν ένα επικίνδυνο μείγμα και εστίες πολιτικών εντάσεων, που παραμένει ακόμη άγνωστο εάν, πώς και προς τα ποια κατεύθυνση θα εκτονωθούν.
2. Η έννοια της εργασίας
Πάρα πολλοί έχασαν ή θα χάσουν τις δουλειές τους. Όσοι τις διατηρούν, έχουν πια χωριστεί σε δύο κατηγορίες: τους «απαραίτητους εργαζόμενους» και αυτούς που δουλεύουν με τηλεργασία και τηλεδιασκέψεις.
Συγκριτικά, οι εργαζόμενοι της πρώτης κατηγορίας -ανάμεσά τους υγειονομικοί, διανομείς, υπάλληλοι στα μέσα μαζικής μεταφοράς και σε επιχειρήσεις- είναι δυσανάλογα εκτεθειμένοι στον κορωνοϊό.
Προφανώς, δεν αρκεί απλά η απεριόριστη εκτίμηση που τρέφουμε οι υπόλοιποι για το έργο τους, εν μέσω πανδημίας. Οι χαμηλής ειδίκευσης, αμοιβής και μόρφωσης θεωρούνται τώρα πιο εκτεθειμένοι στην ανεργία.
Εργασιακή και μισθολογική ανασφάλεια υπάρχει και για όσους εργάζονται τώρα από το σπίτι, παρά το ότι αυτό συνεπάγεται πολλές φορές αύξηση του ωραρίου εργασίας.
Σε διάφορες έρευνες, αρκετοί δηλώνουν ότι θα ήθελαν να συνεχίζουν να δουλεύουν από το σπίτι και μετά την πανδημία, έστω για κάποιες ημέρες την εβδομάδα.
Στο μεσοδιάστημα, αρκετές εταιρείες μεταφέρονται σε μικρότερης έκτασης γραφεία, με μικρότερο λειτουργικό κόστος. Κάτι, που πρακτικά μπορεί να αλλάξει την οικονομία μικρής κλίμακας σε ολόκληρες συνοικίες, επηρεάζοντας άμεσα τη βιωσιμότητα επιχειρήσεων (κυρίως στους κλάδους εστίασης και παροχής υπηρεσιών), που λειτουργούσαν σε μεγάλο βαθμό με πελατεία εργαζομένους σε παρακείμενα γραφεία.
3. Αλλαγή συνηθειών
«Η πανδημία έχει επιταχύνει τη μετάβαση προς έναν πιο ψηφιακό κόσμο. Οι αλλαγές που συντελούνται τώρα θα έχουν μακροχρόνιες επιπτώσεις, καθώς η παγκόσμια οικονομία αρχίζει να ανακάμπτει», παρατηρεί ο γενικός γραμματέας της Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD), Μουκίσα Κιτούι. Κι αυτό ακριβώς καταγράφει έκθεση της UNCTAD.
Οι καραντίνες και ο φόβος εξάπλωσης του κοροναϊού έχουν εκτινάξει διεθνώς τον αριθμό συναλλαγών στο ηλεκτρονικό εμπόριο.
Μέσω διαδικτύου γίνονται πλέον ολοένα και περισσότερο αγορές προϊόντων. Αόμη και τροφίμων, που μέχρι χθες θέλαμε να ελέγχουμε, κυριολεκτικά, από πρώτο χέρι.
Παράλληλα, αλλάξουν και οι διατροφικές συνήθειές μας.
Έρευνες καταγράφουν πώς η πανδημία έστρεψε τον κόσμο στο σπιτικό φαγητό και στην κουζίνα, καθώς και στην πιο υγιεινή διατροφή, προς ενίσχυση του ανοσοποιητικού.
Η πανδημία έφερε επίσης περισσότερο κόσμο κοντά στην άθληση, αλλά και στη φύση, επαναπροσδιορίζοντας τη σχέση μας με το περιβάλλον.
4. Τηλεκπαίδευση
Είτε πρόκειται για επαγγελματίες, που βρήκαν τώρα χρόνο και αφορμή για να ενισχύσουν τις δεξιότητές τους, είτε για μαθητές που δεν έχουν άλλη επιλογή πέραν από τα μαθήματα μέσω υπολογιστή και διαδικτύου, η εξ αποστάσεως εκπαίδευση καθιερώθηκε στους καιρούς της πανδημίας. Όχι όμως για όλους…
Ιδίως για τους μαθητές, οι ευκαιρίες δεν είναι οι ίδιες. Οι οικονομικά ασθενέστεροι είναι οι πιο ευάλωτοι. Πολλοί δεν έχουν καν τη δυνατότητα σύνδεσης στο Ίντερνετ στο σπίτι ή/και να έχουν δικό τους υπολογιστή.
Μοιραία, οι μαθησιακές ανισότητες διευρύνθηκαν κατά την πανδημία. «Περισσότερα από 24 εκατομμύρια παιδιά μπορεί να μην επιστρέψουν ποτέ στο σχολείο», γράφει το περιοδικό Der Spiegel. Πλέον, «διακυβεύεται το μέλλον μίας ολόκληρης γενιάς».
Ειδικοί ακόμη ερευνούν το εύρος της ψυχολογικής επιβάρυνσης των ανηλίκων στους καιρούς της καραντίνας, των κλειστών σχολείων, της έλλειψης κοινωνικών συναναστροφών και της υπερέκθεσης στα social media.
5. Η παράλληλη κρίση στην ψυχική υγεία
Είτε κάποιος εργάζεται εκτός σπιτιού, είτε παραμένει κλεισμένος εντός οικείας, ο πρώτος χρόνος της πανδημίας μοιάζει τον περισσότερο καιρό, σαν την… Ημέρα της Μαρμότας.
Ελλείψει εναλλακτικών και διεξόδων, η καθημερινότητα εκτυλίσσεται λίγο-πολύ γύρω από ένα επαναλαμβανόμενο, μονότονο μοτίβο.
Για πολλούς, το ψυχολογικό φορτίο είναι – όπως καταγράφουν έρευνες – βαρύ.
Η μοναξιά, ο αναγκαστικός εγκλεισμός λόγω καραντίνας, η υγειονομική και οικονομική ανασφάλεια, το ξεθώριασμα της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής – μεταξύ άλλων – έχουν οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων κατάθλιψης και άγχους στον πρώτο χρόνο της πανδημίας.
Δώδεκα μήνες, που δοκίμασαν τις διαπροσωπικές σχέσεις και, δυστυχώς, συνοδεύτηκαν και με έξαρση της ενδοοικογενειακής βίας.