Η οργή των καλοπληρωτών

Από το 2010 και επί εννέα χρόνια συζητούσαμε το ίδιο πράγμα. Τι θα γίνει με τα στεγαστικά και τα καταναλωτικά δάνεια εκείνων που αδυνατούν να πληρώσουν. Είχε χυθεί άπειρο μελάνι σε ρεπορτάζ και άρθρα. Είχαν γίνει εκατοντάδες δηλώσεις πολιτικών στελεχών, ενώ στις διπλές εκλογές του 2015 μοιράστηκαν αφειδώς υποσχέσεις για γενναίες ρυθμίσεις που θα ανακούφιζαν όσους «πνίγηκαν» από την κρίση. Σε πρώτη ανάγνωση αυτό είναι και ηθικό και νόμιμο. Όμως κάποτε πρέπει να λυθεί.

Του Γιάννη Πολίτη

Με την ενεργειακή κρίση που έφερε και εκρηκτική άνοδο στις τιμές των επιτοκίων, οι δανειολήπτες κλαίνε ξανά και οι τράπεζες φοβούνται για μια νέα γενιά «κόκκινων» δανείων, ενώ ακόμη εκκρεμεί η παλιά.

Kρίση και «μαύρο χρήμα»

Η Ελλάδα ήταν μια χώρα που βρέθηκε σχεδόν για μια δεκαετία σε συνθήκες χρεοκοπίας. Μπήκε πρώτη στην βαθιά κρίση και βγήκε τελευταία. Έχασε σχεδόν το 30% του πλούτου της, οδήγησε στην εξαθλίωση κοντά στα τρία εκατομμύρια πολίτες, εξαφάνισε την μεσαία τάξη, ενώ «αβγάτισε» τους φοροφυγάδες, τους αετονύχηδες και τους τοκογλύφους. Και γι’ αυτό όσοι αντιλαμβάνονται τι συνεπάγονται για το μέλλον οι μεγάλες σπατάλες, λόγω των αλλεπάλληλων κρίσεων, φωνάζουν «ποτέ ξανά».

Όλοι ξέρουμε ότι παράλληλα με την ισχνή νόμιμη οικονομία, κινείται μια παράλληλη οικονομία όπου βασιλεύει το «μαύρο χρήμα». Οι διαφορές στο κόστος αγαθών και – κυρίως – παροχής υπηρεσιών είναι τεράστιες όταν η συναλλαγή γίνεται με «μαύρο χρήμα». Τα 400 ευρώ γίνονται εύκολα 300 αν πληρώσεις μετρητά, χωρίς απόδειξη. Τα παζάρια με τεχνίτες, γιατρούς, δικηγόρους αλλά ακόμη και στα γκισέ των εμπορικών καταστημάτων γίνονται φανερά. Ελάχιστοι τηρούν τα προσχήματα. Στην ουσία, η χώρα λειτουργεί με δύο νομίσματα. Τα ρευστά και «μαύρα» ευρώ είναι τουλάχιστον 20% ακριβότερα από τα ευρώ που κινούνται μέσω τραπεζών ή με πιστωτικές κάρτες.

Επιστρέφουμε στα δάνεια. Ηθικό και νόμιμο, λοιπόν, για τους ανθρώπους που τσάκισε η κρίση να μην χάσουν την πρώτη κατοικία τους, εφόσον αυτή είναι ένα κανονικό σπίτι. Κι εδώ αρχίζουν τα προβλήματα και οι αδικίες. Στην χώρα μας το κράτος ποτέ δεν κατάφερε -γιατί δεν το ήθελε- να μάθει ποιοι είναι οι πλούσιοι και ποιοι οι πραγματικά φτωχοί. Γι’ αυτό τα κάθε λογής επιδόματα πηγαίνουν σε λάθος τσέπες. Πολίτες με υψηλά μαύρα εισοδήματα παίρνουν επιδόματα και τα χρησιμοποιούν για φιλοδώρημα στα ακριβά εστιατόρια που συχνάζουν. Και δεν είναι εξαιρέσεις. Είναι πολλοί αυτοί που περιγράφω.

Το ίδιο ακριβώς συνέβη με τον, πράγματι, φιλολαϊκό «νόμο Κατσέλη». Κρύφτηκαν πίσω από αυτόν κόσμος και κοσμάκης και έζησαν σαν πασάδες, χωρίς να πληρώνουν φράγκο. Και ζούσαν σε σπίτια παρασάγγας καλύτερα από εκείνων που πληρώνουν βρέξει χιονίσει τις δόσεις τους στην τράπεζα. Φοβάμαι ότι και στον νέο κύκλο των «κόκκινων» δανείων που ανοίγει θα γίνουν τα ίδια λάθη. Οι συνεπείς θα πληρώσουν τα σπασμένα εκείνων οι οποίοι στα χαρτιά παριστάνουν τους φτωχούς.

Τα χρήματα δεν φυτρώνουν. Οι ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών έγιναν με δανεικά που αποπληρώνουν οι έντιμοι φορολογούμενοι για δεκαετίες. Επίσης, ο δανεισμός σε υγιείς επιχειρήσεις με το ακριβό κόστος χρήματος θα «σφίξει» ξανά. Άρα θα στεγνώσει και πάλι η αγορά, για να αρχίσει έτσι ο φαύλος κύκλος της ύφεσης.

Να είμαστε ξεκάθαροι και να αποφύγουμε τις παρεξηγήσεις. Το ηθικό και δίκαιο ήταν και παραμένει να σωθεί η πρώτη κατοικία των πραγματικά φτωχών ανθρώπων. Για να συμβεί αυτό, όμως, πρέπει να δημιουργηθεί ένα ψιλό φορολογικό κόσκινο που να μην αφήνει περιθώριο να περάσουν οι καταφερτζήδες.

Η Ελλάδα είναι μικρό χωριό. Μπορεί το κράτος να αδυνατεί να ξεχωρίσει τους φτωχούς από τους πλούσιους, όμως η κοινωνία σε κάθε επαγγελματική ομάδα και σε κάθε γειτονιά τα ξέρει όλα και με λεπτομέρειες. Όλοι γνωρίζουν τον δήθεν άνεργο με το ακριβό τζιπ που βγάζει πέντε ή έξι χιλιάδες «μαύρα» τον μήνα. Και επειδή τα πράγματα στη χώρα είναι οριακά με τους κάθε λογής φοροφυγάδες, όπου να’ ναι θα αρχίσει η εξέγερση των καλοπληρωτών. Αυτοί είναι το 50% των δανειοληπτών. Ναι, τόσα είναι τα κορόιδα που σηκώνουν κάθε φορά στους ώμους τους τα βάρη των άλλων που συνεχίζουν να κοροϊδεύουν τράπεζες, εφορία και την κοινωνία ολόκληρη.

Κανείς δεν μιλάει γι’ αυτούς τους αθόρυβους μικρούς ήρωες που ένας Θεός ξέρει πώς τα βγάζουν πέρα. Καμία κυβέρνηση δεν σκέφτηκε να τους ενθαρρύνει να συνεχίσουν την ανηφόρα με ένα καλύτερο επιτόκιο, για παράδειγμα, ή με μια άλλου τύπου διευκόλυνση. Οι περισσότεροι σήκωσαν σιωπηλά το βάρος της πρώτης κρίσης και στέρησαν από τα παιδιά τους βασικά αγαθά για να πληρώνουν κάθε πρώτη του μήνα το στεγαστικό δάνειο. Και τώρα ετοιμάζονται να γίνουν τα υποζύγια της ενεργειακής κρίσης. Αυτοί είναι τα πραγματικά θύματα. Κρύβουν θυμό και οργή που κάποτε θα ξεσπάσει. Και αυτή δεν θα είναι μια καλή στιγμή για το πολιτικό και το τραπεζικό σύστημα.