Πέντε «καυτές πατάτες»

γράφει ο Γιάννης Πολίτης

Με πέντε «καυτές πατάτες», που χρόνια ρίχνει η μία κυβέρνηση στην άλλη, ανέλαβε ο Μητσοτάκης την εξουσία. Δημιούργησε προσδοκία ότι εκείνος θα τολμήσει. Και, πράγματι, ξεκίνησε καλά, ενισχύοντας την ελπίδα ότι έρχεται η επανάσταση του αυτονόητου. Η κατάρα της πανδημίας τα σκέπασε όλα. Φυσικά προέχουν οι ζωές μας, ίσως όμως όλο αυτό που ζούμε αποτελέσει την ευκαιρία να λυθούν με ταχύτητα όσα δεν λύθηκαν επί δεκαετίες, με καλές και κακές κυβερνήσεις.

Ξεκινώ με το θετικό. Ο μεγάλος ασθενής, το τέρας της γραφειοκρατίας, παλεύεται. Έχει δρόμο ακόμη ο Κυριάκος Πιερρακάκης – πολύ δρόμο. Όμως, εκμεταλλεύτηκε την καραντίνα και επέβαλε το ψηφιακό κράτος σε βασικές δράσεις. Να λύσει θέματα που εδώ και χρόνια έχουν λύσει μέχρι και οι Βαλκάνιοι γείτονές μας.

Η δημόσια υγεία, απαξιωμένη και παρατημένη, βρίσκει τον ρόλο της. Ανέκτησε το κύρος και την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται το κουρασμένο προσωπικό του ΕΣΥ και τώρα, που όλοι συμφωνούν στην αναγκαιότητά του, πρέπει άμεσα να γίνουν επενδύσεις σε προσωπικό, εξοπλισμό και στη βελτίωση των υποδομών.

Ακόμη κι αν η κοινωνική εγρήγορση φτάσει στα επίπεδα του πρώτου κύματος, ακόμη κι αν τηρηθούν όλα τα μέτρα προστασίας, το δημόσιο σύστημα Υγείας θα χρειαστεί διαρκή ενίσχυση. Σε αυτό πρέπει να διοχετευθούν γρήγορα και έξυπνα όλοι οι δημόσιοι και ιδιωτικοί πόροι, όχι για να παρουσιάζονται απλώς ως στατιστικές βελτιώσεις, αλλά για να αντιμετωπιστούν οι πραγματικές ανάγκες και μετά την πανδημία.

Στη δημόσια παιδεία -μέχρι στιγμής- το παιγνίδι έχει χαθεί από τα αποδυτήρια. Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση πέρυσι υπολειτούργησε και φέτος, πριν πιάσουν τα μολύβια οι μαθητές, οι καταλήψεις επέστρεψαν. Αρρωστημένη κατάσταση δεκαετιών και κάποιος πρέπει να σπάσει το απόστημα. Και η προφανής λύση -θα υπάρχουν και άλλες- είναι οι μέρες των καταληψιών να αφαιρεθούν από τις καλοκαιρινές διακοπές μαθητών και όσων καθηγητών αδιαφορούν γιατί βολεύονται. Αν το υπουργείο δείξει σταθερότητα στην απόφασή του, θα ανοίξουν τα σχολεία στο πι και φι. Και, παράλληλα, να αρχίσει σοβαρός -όχι προσχηματικός- διάλογος για τα πραγματικά αιτήματα των παιδιών.

Άλλη «καυτή πατάτα»: Φαινόμενα που μέχρι χθες ήταν «ακραία» τείνουν να γίνουν ρουτίνα – από το Μάτι μέχρι την Καρδίτσα. Οι νέοι κίνδυνοι απαιτούν ένα ισχυρό σύστημα πολιτικής προστασίας. Αλλά ο μηχανισμός εκτάκτου ανάγκης δεν αρκεί. Χρειάζονται και τοπικά έργα υποδομής, ιδίως σε περιοχές που είχε φανεί ότι είναι ευάλωτες σε φυσικές καταστροφές και πριν από την κλιματική αλλαγή.

Και άφησα τελευταίο το μεταναστευτικό, γιατί κακοφόρμισε.

Όλοι θυμούνται πότε και πώς στήθηκε η Μόρια. Το αδιέξοδο δεν προέκυψε ούτε μέσα σε μια νύχτα ούτε μέσα σε ένα χρόνο. Η επιλογή της αξιωματικής αντιπολίτευσης να καταγγέλλει την κυβέρνηση για ένα πρόβλημα που φέρει τη δική της υπογραφή είναι άστοχη. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι πολιτικά παραγωγικός, ας συμβάλει τώρα ώστε να λυθεί το πρόβλημα που γιγαντώθηκε επί των ημερών του. Όλα τα άλλα είναι κουβέντες για εσωτερική κατανάλωση, με επίκεντρο δήθεν την ανθρώπινη ευαισθησία για τους κατατρεγμένους. Αν το κόμμα της Κουμουνδούρου ήταν, ως όφειλε, ιδεολογικά πιο ευαίσθητο από τους «κακούς» δεξιούς, στα 5 χρόνια της διακυβέρνησής του θα το είχαμε καταλάβει.

Τα λάθος της σημερινής κυβέρνησης δεν είναι η έλλειψη ευαισθησίας. Το αντίθετο. Ο πρωθυπουργός είναι ένας μετριοπαθής κεντρώος πολιτικός, κοινωνικά φιλελεύθερος και καθόλου ξενοφοβικός. Το λάθος της κυβέρνησής του στο προσφυγικό ήταν η έλλειψη αποφασιστικότητας την πρώτη περίοδο. Τότε που μπορούσε να κάνει τα πάντα. Αλλά και τώρα δεν είναι αργά. Η απειλή της πανδημίας δίνει τη δυνατότητα για ριζοσπαστικές άμεσες κινήσεις που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν δύσκολο να γίνουν χωρίς ακραίες αντιδράσεις.

Η βεβιασμένη απόσυρση του σχεδίου που είχε καταρτιστεί στις αρχές του χρόνου για το προσφυγικό αποδεικνύεται σήμερα πολλαπλώς λάθος. Η υπαναχώρηση τότε δεν άφησε μόνο εκκρεμή τα επικίνδυνα κενά στο σύστημα υποδοχής. Έδωσε και σε ορισμένους παράγοντες την εντύπωση ότι μπορούν να επιβληθούν στην κεντρική διοίκηση. Τότε, όπως και τώρα, η σκέτη άρνηση επιδείνωσε τους κινδύνους. Τότε, όπως και τώρα, το πρώτο θύμα της αδιαλλαξίας ήταν η τοπική κοινωνία, τουλάχιστον διά της σιωπής της.

Η φωτιά στη Μόρια προκάλεσε χειρονομίες αλληλεγγύης στο προσφυγικό από ορισμένους Ευρωπαίους εταίρους. Κάποιοι εξακολουθούν να βάζουν προσχηματικά εμπόδια ακόμη και για την υποδοχή ασυνόδευτων ανηλίκων. Γι’ αυτό πρέπει να αξιοποιηθεί η συγκυρία, ώστε η μεταρρύθμιση της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής να μην επαναλάβει λάθη του παρελθόντος. Να άρει τον μηχανισμό που σήμερα εγκλωβίζει ανθρώπους στα ελληνικά νησιά. Και να εγγυάται ότι ο καθένας θα επωμίζεται το βάρος που του αναλογεί.

Η Ελλάδα χρειάζεται από την Ευρώπη πολύ περισσότερα από συμβολισμούς. Χρειάζεται τολμηρές πράξεις. Τώρα που η κατάσταση στη Λέσβο δείχνει να εξομαλύνεται, πρέπει να γίνει το επόμενο αποφασιστικό βήμα: Να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει ξανά Μόρια. Πρέπει να δημιουργηθεί ένας χώρος υποδοχής, υπό την κοινή αιγίδα του ελληνικού κράτους και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένας χώρος όπου θα ισχύουν εξίσου η νομιμότητα και ο σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, με περισσότερη έμπρακτη αλληλεγγύη.