Μια κανονική χώρα;

Το πρώτο πετυχημένο τεστ δανεισμού και οι προϋποθέσεις για να γίνει η Ελλάδα ένα σύγχρονο κράτος

του Παύλου Τσίμα

Είχαν μια δόση υπερβολής και ένα άρωμα ενοχλητικής ίσως αμετροέπειας οι επίσημοι πανηγυρισμοί για την έκδοση του πενταετούς ομολόγου και οι εορταστικοί κανονιοβολισμοί των σχετικών δηλώσεων. Αλλά μοιάζουν σεμνοί και μετρημένοι αν συγκριθούν με τις πένθιμες κωδωνοκρουσίες εκείνων που παρουσίασαν τον δανεισμό των 3 δισ. ως εθνική τραγωδία ή ως έγκλημα εις βάρος του ελληνικού λαού.
Σύμφωνοι! Ολοι καταλαβαίνουμε ότι τα δανεικά προορίζονταν και για πολιτική επένδυση, για να προσφέρουν στα κόμματα της κυβέρνησης ένα όπλο στην πολιτική τους φαρέτρα, στους ψηφοφόρους του Μαΐου μιαν ανάσα αισιοδοξίας και στην καγκελάριο Μέρκελ μια απόδειξη της σοφίας και της επιτυχίας της ευρωπαϊκής της πολιτικής. Ολοι συμφωνούμε ότι η έξοδος στις αγορές δεν ισοδυναμεί με έξοδο από την οικονομική και κοινωνική κρίση, ούτε την εγγυάται. Και το ίδιο το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης παραδέχεται ότι η πλήρης επιτυχία της επιχείρησης «επιστροφή στις αγορές» δεν κρίθηκε οριστικά προχθές, θα κριθεί όταν στην επόμενη έκδοση τα επιτόκια αποκλιμακωθούν και άλλο, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας.
Αλλά κανένα από τα παραπάνω επιχειρήματα δεν αρκεί ώστε να αμφισβητήσει κανείς ότι αυτό το πρώτο τεστ δανεισμού ήταν ένα αναγκαίο βήμα για την επανένταξη της ελληνικής οικονομίας στο δεδομένο – μας αρέσει ή όχι, άλλη συζήτηση – διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.
Από εκεί και πέρα αρχίζει η περιπλάνηση στον γνώριμο πλανήτη της μπαρούφας. Και αν ηχεί υπερβολική η δήλωση πως η επιτυχής έκδοση του ομολόγου αποτελεί «δικαίωση των θυσιών του λαού» δεν είναι δυστυχώς ό,τι πιο «απογειωμένο» ακούσαμε αυτές τις ημέρες. «Γιατί να δανειστούμε αφού έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα;» – ακούσαμε, λες και στον τραπεζικό δανεισμό προσφεύγουν μόνον οι ζημιογόνες όχι και οι κερδοφόρες επιχειρήσεις. «Γιατί μας δανείζουν οι τοκογλύφοι τώρα που έχουμε χρέος 170% του ΑΕΠ και δεν μας δάνειζαν το 2010, όταν το χρέος ήταν 120%;» – αναρωτήθηκε κάποιος άλλος, λες και δεν είναι φανερό ότι τότε, εκτός από χρέος, είχαμε και 15% έλλειμμα ή ότι τώρα τα ελληνικά ομόλογα έχουν την ευρωπαϊκή εγγύηση που τότε το Βερολίνο μάς είχε αρνηθεί. Ή «γιατί να δανειστούμε με 5% και να επιβαρύνουμε το χρέος μας, όταν η τρόικα μας δανείζει πολύ φθηνότερα;» – λες και ο εθνικός στόχος είναι να καμαρώνουμε αιωνίως τον Τόμσεν μεταξύ Χίλτον και Πλατείας Συντάγματος.
Από όλον αυτόν τον ορυμαγδό, κρατώ ως άξια συζήτησης δύο μόνον από τα επιχειρήματα εναντίωσης.
Το ένα το διατύπωσε προσεκτικά ο Γιώργος Σταθάκης, πιο μπουνταλάδικα κάποιοι άλλοι: Ο δανεισμός από τις αγορές, τη δεδομένη στιγμή, αδυνατίζει τα επιχειρήματα με τα οποία, σε λίγους μήνες, θα προσέλθει η χώρα στην προαγγελθείσα διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση του χρέους της. Αλλά τα αδυνατίζει πράγματι; Ή, αντίθετα, ενισχύει τη διαπραγματευτική θέση της χώρας αυτή η αίσθηση εξομάλυνσης; Η δυνατότητα των οικονομιών του ευρωπαϊκού Νότου να χρηματοδούνται από τις αγορές αδυνατίζει ή, αντίθετα, ενισχύει τον πολιτικό αγώνα να μπει τέλος στην πολιτική της λιτότητας που έχει επιβάλει εις βάρος τους το Βερολίνο; Μένει να αποδειχθεί.
Το άλλο, ακριβώς αντίθετο, επιχείρημα το διατύπωσε ένας αρθρογράφος των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς»: Το να δανείζεις μια ελληνική κυβέρνηση είναι σαν να δίνεις για θεραπεία σε έναν αλκοολικό ένα μπουκάλι ούζο. Πως, δηλαδή, το ελληνικό πολιτικό σύστημα είναι αμετανόητο και αμεταρρύθμιστο και αν βρει φθηνά δανεικά θα τα χρησιμοποιήσει όπως και πριν – σε πελατειακές δαπάνες, διορισμούς, παροχές σε φίλους, φοροαπαλλαγές σε πελάτες και επιδόματα σε ψηφοφόρους. Είναι αλήθεια πως κάποιες πρώτες δηλώσεις που μας υπόσχονται να «ξαναγίνουμε μια κανονική χώρα» – ώστε ήταν μια «κανονική χώρα» η Ελλάδα πριν πτωχεύσει; – δικαιολογούν ανησυχία.
Αλλά είναι στο χέρι μας, των πολιτών, να διαψεύσουμε τον «οριενταλισμό» του αρθρογράφου των «Τάιμς». Και είναι χρέος των αληθινά προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων να δώσουν τη μάχη ώστε η Ελλάδα μετά το Μνημόνιο να είναι μια χώρα δικαιότερη, λιγότερο ανορθολογική, με οικονομία πιο ανταγωνιστική και κοινωνικές ανισότητες λιγότερο ακραίες από την Ελλάδα προ Μνημονίου.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
http://www.tanea.gr/opinions/all-opinions/article/5108111/mia-kanonikh-xwra/