Ολοκληρώθηκε η διεθνής Διάσκεψη για την Ασφάλεια στο Μόναχο, με το φάντασμα ενός νέου ψυχρού πολέμου και την αγωνία για τη Συρία να επισκιάζουν τις προσπάθειες για ειρήνευση στη Μέση Ανατολή.
Λίγο πριν πέσει η αυλαία, ο επικεφαλής της διοργάνωσης Βόλφγκανγκ ΄Ισινγκερ προσπάθησε να εμφυσήσει μία νότα αισιοδοξίας: ενημέρωσε τους συμμετέχοντες για μία τηλεφωνική επικοινωνία του αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα με τον ρώσο ομόλογό του Βλάντιμιρ Πούτιν, καθώς και την εκπεφρασμένη θέληση των δύο ηγετών να συνεχίσουν τις προσπάθειες για την επίτευξη εκεχειρίας εντός επτά ημερών στη Συρία, όπως προβλέπει η συμφωνία του Μονάχου. Ωστόσο, πρόσθεσε ο γερμανός διπλωμάτης, μερικές φορές “είναι απαραίτητη και η χρήση στρατιωτικής βίας, προκειμένου να επιτευχθεί η ειρήνη”.
Η κρίση στη Συρία και οι αντιθέσεις ανάμεσα στη Δύση και στη Ρωσία δεν μπορούσαν παρά να απασχολήσουν και το τελευταίο πάνελ της 52ης Διάσκεψης για την Ασφάλεια, που ολοκληρώθηκε την Κυριακή στη βαυαρική πρωτεύουσα. “Εντεινόμενα χάσματα και μετατοπίσεις δυνάμεων: η νέα γεωπολιτική στη Μέση Ανατολή” ήταν ο σχετικός τίτλος. Στη συζήτηση συμμετείχαν μεταξύ άλλων ο αμερικανός γερουσιαστής και βετεράνος του Βιετνάμ Τζον Μακέιν, καθώς και ο πρώην πρωθυπουργός της Συρίας Ριάντ Χιτζάμπ, ο οποίος στο Μόναχο εκπροσωπούσε τη συριακή αντιπολίτευση.
Ο τελευταίος λόγος ανήκε στον ισραηλινό υπουργό Άμυνας Μοσέ Γιαλόν. Ο Μακέιν φάνηκε ιδιαίτερα σκεπτικός ως προς τις προοπτικές υλοποίησης της συμφωνίας του Μονάχου για τη Συρία, λέγοντας ότι ο Πούτιν δεν επιδιώκει μία εταιρική σχέση με τη Δύση, αλλά απλώς την υλοποίηση των σχεδίων του για την περιοχή. Το Κρεμλίνο “χρησιμοποιεί τη Συρία ως πεδίο βολής για τον ρωσικό στρατό” ισχυρίστηκε ο αμερικανός γερουσιαστής και κατηγόρησε τον Πούτιν ότι με την πολιτική του στη Συρία οξύνει την προσφυγική κρίση και τη χρησιμοποιεί μάλιστα ως όπλο, επιδιώκοντας να υπονομεύσει την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Η πρόταση του ίδιου του Μακέιν για τη Συρία προβλέπει ζώνες απαγόρευσης πτήσεων, στις οποίες θα καταφεύγουν άμαχοι και θα εκπαιδεύονται αντικυβερνητικοί αντάρτες, καθώς και αποστολή συμμαχικών χερσαίων δυνάμεων υπό αμερικανική διοίκηση για την απελευθέρωση της πόλης Ράκα, η οποία θεωρείται προπύργιο του αποκαλούμενου “Ισλαμικού Κράτους”.
Παράλληλα, ο ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Μακέιν δεν παρέλειψε να ασκήσει κριτική στην πολιτική του αμερικανού Προέδρου, λέγοντας ότι ο Μπαράκ Ομπάμα δεν διαθέτει καν στρατηγική για τη Μέση Ανατολή, ενώ έκανε “λάθος” ενδίδοντας σε μία συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Ο Μακέιν θεωρεί ότι η συμφωνία με την Τεχεράνη καθιστά ακόμη πιο ισχυρή μία δύναμη εχθρικά διακείμενη προς τη Δύση. Επιφυλάξεις απέναντι στο Ιράν εξέφρασαν και οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στο πάνελ.
Σε διαφορετική γραμμή κινήθηκε ωστόσο ο Νόρμπερτ Ρέτγκεν, επικεφαλής της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων του γερμανικού ομοσπονδιακού κοινοβουλίου, ο οποίος εγκωμίασε την πρόσφατη συμφωνία με την Τεχεράνη. Όσο για τη συριακή κρίση, ο χριστιανοδημοκράτης γερμανός πολιτικός θεωρεί επιβεβλημένη μία “σαφή στάση” απέναντι στη Μόσχα, τονίζοντας ότι η Δύση δεν μπορεί να “εξαγοράσει” μία διευθέτηση στη Συρία με παραχωρήσεις στο ανοιχτό μέτωπο της Ουκρανίας. Ωστόσο ο Ρέτγκεν έκανε και την αυτοκιριτκή του, λέγοντας ότι η Δύση ουσιαστικά “έκλεισε τα μάτια” στο δράμα της Συρίας, ιδιαίτερα μετά την καταστροφή των χημικών όπλων στη χώρα, ενώ έπρεπε να είχε αρχίσει εγκαίρως την αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας, αλλά και τις προσπάθειες για την ειρήνευση.
Ο Υπουργός Άμυνας του Ισραήλ Μοσέ Γιαλόν, όπως ήταν αναμενόμενο, καταδίκασε την πρόσφατη συμφωνία της Δύσης με το Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Επιπλέον δε, χαρακτήρισε το Ιράν “χορηγό διεθνούς τρομοκρατίας” ο οποίος είτε μόνος του, είτε με τη βοήθεια των συμμάχων του αποσταθεροποιεί την περιοχή, ενώ επιδιώκει να ανατρέψει τις σουνιτικές κυβερνήσεις στη Σαουδική Αραβία και το Μπαχρέιν. Κατά τον Γιαλόν, θα ήταν εφιαλτικό το σενάριο πολιτικής επιβίωσης του Μπασάρ Αλ Άσαντ στη Δαμασκό με ιρανική υποστήριξη. Σε αυτήν την περίπτωση θα βλέπαμε “ιρανούς φρουρούς της επανάστασης στα υψώματα του Γκολάν” προειδοποιεί ο ισραηλινός Υπουργός Άμυνας.
Πηγή: DW