της Αγγελικής Σπανού
Εντάξει, έχουμε καταλάβει πού το πάει ο Ερντογάν. Θέλει να αρχίσει ένας ελληνοτουρκικός διάλογος εφόλης της ύλης μετά από θερμό επεισόδιο και αφού έχει ενισχύσει τη διαπραγματευτική του θέση αναβαθμίζοντας τις τουρκικές προκλήσεις. Γνωρίζει ότι δεν υπάρχει ισχυρό διεθνές ενδιαφέρον από πετρελαϊκούς κολοσούς για τα κοιτάσματα του Αιγαίου και ότι οι εξορύξεις υδρογονανθράκων δεν ταιριάζουν με το πνεύμα της εποχής που προωθεί την πράσινη ανάπτυξη. Αυτό που κυρίως τον ενδιαφέρει είναι να μη μείνουν έξω οι Τουρκοκύπριοι από όποια κέρδη φέρει το φυσικό αέριο στην Κύπρο και απεργάζεται το νέο του ρόλο ως ηγέτης του ριζοσπαστικού ισλάμ σε πλανητικό επίπεδο και οπωσδήποτε στην ευρύτερη περιοχή μας.
Εντάξει, έχουμε καταλάβει πού το πάει η Μέρκελ. Θέλει να αρχίσει ένας ελληνοτουρκικός διάλογος αρχικά για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και στην πορεία για τα “σκληρά” ζητήματα του Αιγαίου προκειμένου να αποτραπεί ένα θερμό επεισόδιο στη διάρκεια της γερμανικής προεδρίας της ΕΕ. Διεκδικεί τον διαμεσολαβητικό ρόλο που παλαιότερα ανήκε στον αμερικανικό παράγοντα και την αίγλη της ηγέτιδας της Δύσης που λειτουργεί σταθεροποιητικά σε περιοχές αστάθειας. Το αντάλλαγμα που προσφέρει στην Αγκυρα είναι το πάγωμα οποιασδήποτε κύρωσης και μια βαθύτερη συνεννόηση στο προσφυγικό-μεταναστευτικό.
Εμείς πού το πάμε;
Στρατηγική μακράς πνοής δεν υπάρχει. Ούτε εθνικός σχεδιασμός αναπροσαρμοσμένος με βάση τις ιδιαιτερότητες της συγκυρίας. Είμαστε εγκλωβισμένοι στον κώδικα του Ελσίνκι (κοινοτικοποίηση διμερών διαφορών) που έχει ξεπεραστεί από τις εξελίξεις (δεν υπάρχει πραγματική ενταξιακή προοπτική για την Τουρκία), ενώ καταναλώνουμε εύπεπτους μύθους (έχουμε δίκιο σε όλα, στη Χάγη θα δικαιωθούμε, η επίδειξη πυγμής σώζει).
Εθνικό μέτωπο δεν υπάρχει. Ούτε συνθήκες συναίνεσης και συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων. Στον ορίζοντα αχνοφαίνεται το ειδικό δικαστήριο για τον Παπαγγελόπουλο, περιμένουμε νέες αποκαλύψεις για σκοτεινές πρακτικές της προηγούμενης κυβέρνησης αλλά και για ερεβώδεις διαδρομές που αφορούν πρόσωπα συνδεδεμένα με το σημερινό κυβερνών κόμμα, η πόλωση μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης εντείνεται διαρκώς, ενώ ούτε τα θέματα εξωτερικής πολιτικής δεν φέρνουν καταλαγή στο δημόσιο διάλογο.
Ζήσαμε έναν εθνικό θρίαμβο με το έπος του Εβρου, απωθώντας πρόσφυγες και μετανάστες που μας έστελνε ο Ερντογάν, και λίγους μήνες μετά παρακολουθούμε τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί κάτω από το απαθές βλέμμα της διεθνούς κοινότητας.
Νικάμε ή χάνουμε;
Πάντα κάπως έτσι, ποδοσφαιρικά, αντιμετωπίζαμε τα εθνικά μας θέματα. Για τις ήττες μας φταίει ο διαιτητής, Αμερικανός συνήθως, και τις νίκες μας τις χρωστάμε στις δικές μας δυνάμεις.
Πλησιάζει η ώρα που αυτή η απλοϊκή ανάλυση εξαντλεί τα όριά της. Δεν αρκεί πια για την ερμηνεία της διπλωματικής-γεωπολιτικής πραγματικότητας ούτε για την προετοιμασία της μελλοντικής θέσης της χώρας στον παγκόσμιο καταμερισμό ισχύος. Είτε το θέλουμε είτε όχι, κάποια στιγμή θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το πραγματικό δίλημμα: Είτε θα “συνομιλήσουμε με τους πειρατές” (Α. Σαμαράς) μετρώντας κάποιες απώλειες είτε θα πέσουμε ηρωικά μαχόμενοι με ακόμη μεγαλύτερες απώλειες.
Η γεωγραφία ήταν πάντα η κατάρα και η τύχη μας. Εχουμε απέναντί μας το χειρότερο δυνατό γείτονα και επειδή συνορεύουμε με κάποιες από τις πιο εύφλεκτες περιοχές του κόσμου μας έχει αναταθεί από τη Δύση ένας πρωταγωνιστικός ρόλος που δεν αντιστοιχεί στην πληθυσμιακή ή οικονομική μας δύναμη.
Το αν το καλό είναι περισσότερο από το κακό δεν έχει κριθεί ακόμη. Αλλά δεν θα αργήσει να κριθεί.
Πηγή: Economico.gr