Στο ρίσκο που πήραν οι Ελληνες χρειάζεται εσωτερική πολιτική εκεχυρία και εννιαίο μέτωπο

Η εκλογική αναμέτρηση τελείωσε. Η κάλπη έδειξε πως οι πολίτες αναζητούσαν έναν άλλο δρόμο. Αίτημά τους η επανεκκίνηση, η αλλαγή πλεύσης, για τη δημιουργία μιας Ελλάδας που δεν θα συντριβεί για να ξαναχτιστεί μέσα από τα ερείπια της κρίσης.

Η νέα κυβέρνηση πήρε γρήγορα σάρκα και οστά και ήδη προχωράει σε σχεδιασμό και το άνοιγμα νέων δρόμων που φέρνει ρίξεις, ευρύτατες αναδιατάξεις, προβληματισμούς, τριγμούς, αντιπαράθεση και αβεβαιότητα. Παρότι κανείς δεν μπορεί να προδικάσει το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων και των ελιγμών, γεγονός είναι πως σαν χώρα πήραμε (ανεξάρτητα της προσωπικής μας ψήφου) ένα ρίσκο. Το ρίσκο να φύγουμε από την πεπατημένη χωρίς κανείς να μας εξασφαλίζει ότι θα τα καταφέρουμε. Θαύματα δεν πρόκειται να γίνουν αλλά, στην καλύτερη εκδοχή των πραγμάτων, αν όλοι όσοι έχουν κάτι να συνεισφέρουν στην εθνική υπόθεση, κληθούν να το κάνουν και συμβάλουν από το δικό τους μετερίζι, μπορεί πραγματικά να ξημέρωσε μια μέρα ελπίδας για όλους τους Ελληνες ενωμένους απέναντι στα προβλήματα.

Προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει το μονοπώλιο της σοφίας, του εναλλακτικού σχεδίου, ή της προοδευτικότητας. Πολιτεύτηκε όμως με μια διαφορετική πρόταση από αυτή του προηγούμενου κυβερνητικού σχήματος. Η δική του πρόκληση θα είναι να αποδείξει πως ο δρόμος που προτείνει δεν αποτελεί φαντασίωση αλλά προϊόν μιας ρεαλιστικής σειράς διαφορετικών επιλογών.

Το ερώτημα που τείθεται τώρα είναι το εξής: Οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις θα πορευτούν με γνώμονα την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ ή θα ανασυνταχθούν για να δημιουργήσουν σε ένα βαθμό – εννιαίο μέτωπο απέναντι στην κρίση – και επιπλέον μια σύγχρονη εναλλακτική στην περίπτωση που η έκβαση των πραγμάτων δεν είναι  η ιδεατή και κληθούν να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά;

Το βράδυ των εκλογών οι δηλώσεις των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αισιόδοξες και μετρημένες. Δεν υπήρξε παραλήρημα αλλά προτάχθηκε η ανάγκη να περάσουμε τις διαχωριστικές γραμμές και να δούμε όλοι μαζί αν μπορούμε να βρούμε ένα πιο βατό, ανθρώπινο δρόμο για τη διέξοδό μας από  το οικονομικό αυτό δράμα αλλά και έναν δρόμο ελπίδας και δημιουργίας για το μέλλον. Αυτό ήταν αρχικά καλό και ενθαρρυντικό σημάδι για την επόμενη μέρα ό,τι και να ψήφισε κανείς.

Απογοητευτική ήταν η στάση πολλών εκπροσώπων άλλων πολιτικών δυνάμεων που παραδεχόμενοι την ήττα τους μεν έσταζαν δηλητήριο και συνέχιζαν να εκφράζουν την άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προδιαγεγραμμένα θα αποτύχει. Το βρήκα λυπηρό, καθεστωτικό και σίγουρα ξεπερασμένο. Ο λαός ψήφισε. Η λαϊκή βούληση εκφράστηκε. Αν δεν έχει αξία αυτό το μήνυμα τότε οι εκλογές γίνονται μόνο για το θεαθήναι;

Τα κόμματα ξέρουν σε ποιο βαθμό έπεισαν το εκλογικό σώμα. Χρειάζεται στο επόμενο διάστημα να κάνουν τη δική τους αυτοκριτική – ειδικά αν θεωρούν πως είναι κόμματα εξουσίας και όχι εμβαλοματικοί ρυθμιστές της κατάστασης. Ετσι θα καταφέρουν σε επόμενη εκλογική αναμέτρηση να είναι σοφότερα, οι προτάσεις τους φρεσκαρισμένες και πιο επίκαιρες και ενδεχομένως περισσότερο πειστικές.

Προσωπικά αποκόμησα τα εξής:

Πρώτον, η ΝΔ δεν έπεισε με τη φοβία που έσπειρε. Η καλλιέργεια του φόβου δεν είναι πολιτική πλατφόρμα. Κατέδειξε επιπλέον αδυναμία να ανοίξει νέους ορίζοντες και να ενσωματώσει πιο σύγχρονες φωνές και καινούργιες προτάσεις προερχόμενες από τις σύγχρονες δυνάμεις της ίδιας της παράταξης. Η εσωστρέφεια και η διάλυση που παρουσιάζει η μεγάλη αυτή ιστορική παράταξη δεν είναι μόνο προϊόν του εκλογικού αποτελέσματος που προφανώς σπέρνει την γκρίνια, αλλά κυρίως διότι χάθηκε πλήρως η ταυτότητα της.

Δεύτερον, το ΠΑΣΟΚ είναι πια μικρό κόμμα και ο χώρος του έχει καταληφθεί από το ΣΥΡΙΖΑ. Το ΠΑΣΟΚ που ξέραμε δεν νεκρανασταίνεται αυτό είναι σαφές. Τρίτον, ο Γιώργος Παπανδρέου δεν κατάφερε τελικά να κάνει come back.  Ο λαός επί του παρόντος προτιμά να εμπιστευτεί μια νέα πολιτική γενιά παρά να φάει ξαναζεσταμένο φαγητό.

Τέταρτον, η Χρυσή Αυγή, δεν ηττήθηκε και αυτό πρέπει να μας προβληματίζει βαθιά. Δεν αποτελεί πια παρένθεση αλλά συνειδητή επιλογή μιας μερίδας ψηφοφόρων. Αυτό θα εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα ιδιαίτερα σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία που και η νέα κυβέρνηση θα φθαρεί σημαντικά μόνο και μόνο προσπαθώντας να εφαρμόσει την πολιτική της. Πέμπτον, οι Ανεξάρτητοι Ελληνες τελικά άντεξαν και αυτό σημαίνει πως ο λόγος τους αντακλά τα θέλω μια σημαντικής μερίδας Ελλήνων. Οι Ανεξάρτητοι Ελληνες κέρδισαν γιατί κατέδειξαν επίσης πως στην πολιτική δεν υπάρχουν αδιέξοδα και πως μπορούν να δεχθούν προγραμματικές συμφωνίες και να αναλάβουν ευθύνες.

Εκτον, το Ποτάμι επίσης επιβραβεύτηκε γιατί κινήθηκε πάνω σε ξεκάθαρη πλατφόρμα ως προς τα βασικά. Ναί στην Ευρώπη, ναί στο Ευρώ, όχι στην ακυβερνησία και ναι σε συνεργασίες. Τώρα μένει να δείξει πως είναι κόμμα με αρχές, αξίες, οργάνωση, συγκεκριμένη και συγκροτημένη πρόταση και όχι δημιούργημα του ενός. Εβδομον, το ΚΚΕ, αποδεικνύεται σταθερό μες την τρικυμία και αυτό είναι από μόνο του ένας άθλος. Ουδέποτε παρέκκλινε από τις θέσεις του και αυτοί που το εμπιστεύονται μπορούν να είναι βέβαιοι ότι δεν θα ψηφίσουν ένα πράγμα και θα δουν στην πράξη κάτι άλλο.

Τι εξελίξεις θα έχουμε; Θα φανούν στο αμέσως επόμενο διάστημα.

Είναι πολλά τα ανοιχτά μέτωπα και ήδη αρχίζει να διαφαίνεται πως το επόμενο διάστημα θα είναι δύσκολο και φορτισμένο. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να περάσει στην αντεπίθεση και να ανακατεύσει την τράμπουλα, όμως δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να εθελοτυφλίσει αν το παιχνίδι αποδειχθεί πολύ πιο σκληρό από ότι οραματίζεται. Θα χρειαστεί ευελιξία, εναλλακτικές προσεγγίσεις και κυρίως ρεαλισμό σε κάθε επίπεδο. Σημαντικά θα βοηθηθεί σε αυτήν την προσπάθεια αν μειωθεί η φλυαρία και η πολυφωνία των στελεχών όπου δεν εξυπηρετεί τη διαπραγματευτική στρατηγική.

Και ενώ η κυβέρνηση θα παλεύει να κυβερνήσει, το επόμενο καίριο ερώτημα είναι η ανάγνωση του εκλογικού αποτελέσματος από τη ΝΔ. Η ΝΔ κράτησε δυνάμεις (στα πλαίσια των εκλογών που έχουν διεξαχθεί από το 2012 και έπειτα δηλαδή). Αν δεν αλλάξει πλεύση και δεν ξεκαθαρίσει την ταυτότητά της, όμως, σε κάθε αναμέτρηση θα κονταίνει, και οι δυνάμεις της θα εξανεμισθούν προς το ΠΟΤΑΜΙ, τους Ανεξάρτητους Ελληνες και τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε ότι αφορά τη Χρυσή Αυγή αυτοί που ήταν να πάνε ήδη έφυγαν και δεν γυρίζουν πια. Ξεκαθάρισαν πως δεν τους εκφράζει η παράταξη της ΝΔ που κάλυπτε ιστορικά μια ευρεία γκάμα κεντροδεξιών δυνάμεων.

Συνεπώς το ερώτημα είναι: ποιά θα είναι η ΝΔ της επόμενης μέρας; Διότι οι πολίτες που πήγαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έφυγαν αποκλειστικά επειδή σαγηνεύτηκαν από τις υποσχέσεις ενός άλλου δρόμου. Εφυγαν και γιατί η ΝΔ κλείστηκε στα στεγανά της τρόϊκα και της διαχείρισης χωρίς καμιά πινελιά νεοτερισμού και φαντασίας. Και ούτε η διαχείριση επετεύχθηκε, αφού πολλές τομές έμειναν στα χαρτιά, αλλά σίγουρα η φυγή προς τα εμπρός δεν έγινε ποτέ. Εφυγαν οι ψηφοφόροι γιατί γνώριζαν με το νι και με το σίγμα το πως θα έμοιαζε μια διακυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και δεν τους αρκούσε αυτό. Δεν απαντούσε στις ανάγκες τους και στις αγωνίες τους, δεν τους έδινε την ελπίδα της προοπτικής.

Αρα αυτά πρέπει να συλλογιστεί η ΝΔ, η νέα κοινοβουλευτική ομάδα, τα ιστορικά στελέχη που επηρεάζουν το κόμμα, οι απλοί πολίτες που πιστεύουν στην παράταξη και υπηρέτησαν  διαχρονικά  τις ιδέες και τις πολιτικές της. Το θέμα της αρχηγίας έπεται αυτού του προβληματισμού αν και ήδη έχει τεθεί στο τραπέζι. Η ΝΔ δεν ανήκει σε ένα ή σε λίγα πρόσωπα και είναι υποχρεωμένη να κάνει άνοιγμα στις νέες γενιές.

Πάντως επειδή το ρίσκο που πήρε η Ελλάδα είναι εθνικό, η ΝΔ και οι άλλες δυνάμεις οφείλουν να βάλουν – επί του παρόντος και για ένα χρόνο τουλάχιστον – τις στείρες κριτικές κατά μέρος. Διότι σε κάθε περίπτωση το κυβερνητικό ναυάγιο αυτή τη στιγμή σημαίνει ναυάγιο για όλους τους Ελληνες, για κάθε ελληνική οικογένεια και για τις γενιές που θα έρθουν. Τούτη την ώρα ας αναζητήσουμε μεν εναλλακτικές αλλά δεν έχουμε την πολυτέλεια να διχαστούμε.