Το ζήτημα του χωρισμού (sic) Εκκλησίας και Πολιτείας βρίσκεται, ευκαίρως ακαίρως, στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου. Αν και η πρόταση που κατέθεσε προσφάτως (6.12.2014) η Ν. Δημοκρατία στο πλαίσιο της αναθεωρητικής του Συντάγματος διαδικασίας ουδέν σχετικό διαλαμβάνει, εντούτοις ο «χωρισμός» αποτελεί αναθεωρητική πρόταση νεοσύστατου κομματικού σχηματισμού (Ποτάμι), που θεωρεί «εξόφθαλμο αναχρονισμό» τη διατήρηση του άρθρου 3 του Συντάγματος.
Ωστόσο, η διακριτότητα των ρόλων Εκκλησίας και Πολιτείας, -γιατί περί αυτού πρόκειται κατ΄ ακρίβεια-, δεν προϋποθέτει αναγκαίως συνταγματική αναθεώρηση, αλλά μπορεί ανέτως να επιτευχθεί δια της νομοθετικής οδού. Πρόσφατες νομοθετικές πρωτοβουλίες, με στόχευση τη μεγαλύτερη εσωτερική αυτονομία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αποδεικνύουν του λόγου το ασφαλές. Ειδικότερα, με τον νεαρό νόμο 4235/2014 (Ε.τ.Κ. Α΄32: άρθρο 68) η Εκκλησία και τα εκκλησιαστικό νομικά πρόσωπα δεν εντάσσονται «ως προς την οργάνωση και διοίκησή τους, την εν γένει περιουσιακή και λογιστική διαχείρισή τους, τους λειτουργούς και το προσωπικό τους» στους φορείς της Γενικής Κυβερνήσεως και το Δημόσιο Ταμείο, αλλά θα πρέπει ο νομοθέτης, εφόσον το επιθυμεί, να ορίζει ρητώς ποιες διατάξεις που αφορούν στο Δημόσιο επεκτείνονται και στην Εκκλησία. Μάλιστα, κάθε εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο θα διαχειρίζεται την περιουσία του με Κανονισμούς της Διαρκούς Ι. Συνόδου και βάσει των ιερών κανόνων, οι οποίοι, κατοχυρωμένοι στα άρθρα 3 και, κυρίως, 13 του Συντάγματος, αποτελούν τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος. Έτσι, η Εκκλησία και οι οργανωτικές της υποδιαιρέσεις καθίστανται, ως έχει σημειωθεί, φορείς θρησκευτικής αυτονομίας, με σαφή και διακριτό ρόλο από το Κράτος, μη εντασσόμενες στην έννοια της Δημόσιας Διοικήσεως.
Προσθέτως, με όλως πρόσφατο νόμο (4310/2014: Ε.τ.Κ. Α΄ 258/8.12.2014) τροποποιείται η διαδικασία εκλογής Αρχιεπισκόπου της Εκκλησίας Κρήτης, ο οποίος πλέον εκλέγεται από την Ι. Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου από τριπρόσωπο δελτίο που καταρτίζει, όχι η Ελληνική Κυβέρνηση (!), όπως συνέβαινε μέχρι τώρα, αλλά η Ι. Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας Κρήτης. Η ρύθμιση αυτή (άρθρο 52), με την οποία έγινε δεκτή σχετική τροπολογία του Υπουργού Παιδείας Ανδρέα Λοβέρδου, εντάσσεται, σύμφωνα με την οικεία Αιτιολογική Έκθεση, «στη γενικότερη αρχή των διακριτών ρόλων μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας».
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι τα δύο αυτά νομοθετήματα κινούνται ορθώς προς την κατεύθυνση της κατασφαλίσεως μιας ολονέν και μεγαλύτερης εσωτερικής, διοικητικής αυτοτέλειας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, την οποία η τελευταία έχει τόσο ανάγκη. Όχι μόνο για να αντιμετωπίσει το παρόν, αλλά, κυρίως, να προλάβει το μέλλον… Διότι ουδείς γνωρίζει «τι τέξεται η επιούσα». Ούτε καν η Εκκλησία…