Η αφύπνιση του γενικού πληθυσμού – με αιχμή τα παιδιά και τους εφήβους – απέναντι στην πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι άνθρωποι με αναπηρία. Αυτός είναι ο φιλόδοξος στόχος του Συνδέσμου Κοινωνικής Ευθύνης για Παιδιά και Νέους (Σ.Κ.Ε.Π.). Η ψυχή αυτής της προσπάθειας, η πρόεδρος και ιδρύτρια της οργάνωσης Αθηνά Κρητικού μας μίλησε με πάθος για την πρωτοβουλία αυτή να έρθουν σε επαφή τα παιδιά ειδικής αγωγής με τα παιδιά γενικής αγωγής, για την επιτυχία που σημειώνει η προσπάθεια αυτή και για το όνειρό της, κάποτε να μην χρειάζεται η οργάνωσή της, γιατί οι προκαταλήψεις θα έχουν ηττηθεί…
“Εμείς ασχολούμαστε με όλο το φάσμα της αναπηρίας, σωματικής, αυτισμού κλπ. εκτός της ψυχικής. Βλέπουμε ότι τα παιδιά ειδικής αγωγής, επειδή το συναίσθημα είναι ατόφιο, δεν περνάει από επεξεργασία, λένε αμέσως ‘σ’ αγαπώ’. Αντίθετα, τα παιδιά γενικής αγωγής περνούν από ευρύτερο φάσμα συναισθημάτων. Το πρώτο είναι η έκπληξη, το σοκ. ‘Όπα! Υπάρχουν 15% άτομα με αναπηρία! Γιατί δεν τους βλέπω;’ Συνεχίζουν με την αγωνία, την αμηχανία: ‘Πώς διαχειρίζομαι το άγνωστο; Κάθομαι δίπλα σε ένα άτομο με αυτισμό. Τι να κάνω; Δεν ξέρω αν πρέπει να πω κάτι, μήπως στενοχωρήσω’. Εμείς εξηγούμε πως είναι καλύτερα να πεις κάτι που δεν πρέπει να πεις από το να μην πεις τίποτα. Αυτό είναι αδιαφορία. Και το απόλυτο κενό είναι ό,τι χειρότερο για μια κοινωνία. Τα παιδιά γενικής εκπαίδευσης, επίσης, μετά το πρώτο σοκ αντιλαμβάνονται ότι πέρασαν ωραία. ‘Δεν χρειαζόμαστε να είμαστε ίδιοι για να καταλαβαινόμαστε και να έχουμε μια σχέση’, είναι το μήνυμα. Η διαφορετικότητα άλλωστε είναι μέσα στην ανθρώπινη φύση. Λειτουργεί προσθετικά και όχι αφαιρετικά”.
Ας πάμε πίσω στο 2008. Πώς ξεκίνησε αυτή η προσπάθεια;
Ξεκίνησα κατά τύχη – και κατά λάθος. Μέχρι πριν από 10 χρόνια ανήκα στην κατηγορία των ανθρώπων που δεν είχαν ιδέα για την αναπηρία, ήταν στα σφαίρα της φαντασίας. Δεν είχα ιδέα πόσοι ήταν οι άνθρωποι με αναπηρία στην Ελλάδα (15%!) και ότι ήταν αποκλεισμένοι. Λόγω του επαγγελματικού μου χώρου ήρθα σε επαφή με άτομα με αναπηρία και σκέφτηκα: «τι μπορώ να κάνω για να βοηθήσω;» Αντιλήφθηκα σύντομα: 1. ότι δεν υπάρχει κρατική πρόνοια, 2. ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία δημιούργησε πολλούς διαφορετικούς φορείς που κάνουν άψογη δουλειά, αλλά ο καθένας προσπαθεί να φροντίσει μια ομάδα που είχε ένα συγκεκριμένο πρόβλημα. Αυτό δεν ενέτασσε τα παιδιά στην κοινωνία, παρέμεναν στην πορεία σπίτι-σχολείο, σχολείο-σπίτι. Κατάλαβα ότι έπρεπε να υπάρξει μια πλατφόρμα που να φέρει σε επικοινωνία άτομα που δεν έχουν αναπηρία με άτομα που έχουν. Συνειδητοποίησα ότι αν θέλω να αλλάξω κάτι, πρέπει να μπω στο σχολικό σύστημα όπου θα πιάσω τα παιδιά από μικρή ηλικία, πριν αρχίσουν κ γίνονται μπετόν αρμέ τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις μέσα τους, ώστε να γίνουν ενεργοί πολίτες αύριο. Σημειωτέον είμαστε το μοναδικό σωματείο και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό που κάνει αυτή την δουλειά.
Σκέφτηκα ότι πρέπει να προσεγγίσω το θέμα με τρεις τρόπους. Τα συστηματικά προγράμματα μη τυπικής εκπαίδευσης, λοιπόν, έχουν τρεις άξονες:
1. Ενημέρωση: στα σχολεία που – με την άδεια του υπ. Παιδείας – μπαίνουμε σε διδακτική ώρα με στελέχη με αναπηρία που κάνουν μια ενημέρωση στα παιδιά. Τα παιδιά κάνουν απευθείας τις ερωτήσεις στα άτομα με αναπηρία, οπότε «λύνονται», ‘απλώνουν’ το συναίσθημα τους.
2. Αλληλεπίδραση: στο μουσείο Βορρέ, στην καινούρια πτέρυγα, γενικά και ειδικά σχολεία έρχονται σε επαφή, όπου, τα παιδιά ανάμεικτα κ ταυτόχρονα, μέσα από εικαστικά και αθλητικά εργαστήρια (τεχνικές κολάζ, ζωγραφική, το άθλημα μπότσια των special olympics με την ομάδα που έχει κερδίσει τα μετάλλια στο Λος Άντζελες), μαθαίνουν να γνωρίζονται. Επίσης, με προσομοιώσεις, με τη βοήθεια εκπαιδευτών κινητικότητας κ προσανατολισμού, μπαίνουν στην διαδικασία της αισθητηριακής αναπηρίας, σε ένα εργαστήρι που κρατά τρεισήμισι ώρες.
3. Βίωμα: σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση κάνουμε προσομοιώσεις κινητικής και αισθητηριακής αναπηρίας (π.χ. στο Σύνταγμα που βάλαμε ανθρώπους να καθίσουν σε αναπηρικά αμαξίδια κλπ).
Βέβαια μια φορά δεν φτάνει . Το καλό είναι ένα σχολείο να έρχεται κ ξανάρχεται.
Στο site σας είδα την γλυκιά πλευρά αυτής της προσέγγισης, τις τρυφερές αντιδράσεις των παιδιών . Στην αρχή υπήρξαν κ αντίθετες αντιδράσεις; Πώς το διαχειριστήκατε;
Στην αρχή αυτής της προσπάθειας, τα πρώτα χρόνια, πήγαινα εγώ με τα στελέχη γιατί ήθελα να τα εκπαιδεύσω να είναι πολύ συγκεκριμένες οι ερωτήσεις που δέχονται. Οποιαδήποτε ερώτηση είναι δεκτή αρκεί να γίνεται με σεβασμό. Σε αντίθετη περίπτωση – την ‘έπαιρνα’ εγώ κ την επανατοποθετούσα. Τα παιδιά δεν είναι κακά, είναι αυθόρμητα. Μπορεί κάποιοι «μάγκες» να θέλουν να τοποθετηθούν διαφορετικά. Αυτούς ή τους κόβεις εξ αρχής ή τους παίρνεις με το μέρος σου. Στο λύκειο είναι πιο ζόρικα τα πράγματα γιατί βράζει το αίμα τους. Έχουν τύχει δύσκολες ερωτήσεις. Μπαίνοντας, βλέπεις αυτούς που είναι πίσω κ όρθιοι. Είναι συνήθως ένας πυρήνας που κάτι θέλει να βγάλει από αυτόν τον διάλογο. Αν το άτομο που είναι έτοιμο να κάνει την πιο ευαίσθητη ερώτηση, το σηκώσεις κ του πεις ότι έχεις ανάγκη από βοήθεια, το εμπλέξεις να συμμετέχει, το περνάς από την αντιπολίτευση στην εξουσία. Γιατί δεν είναι παιδιά που θέλουν να «στην πουν», έχουν κάποιο θέμα κ θέλουν να ακουστούν, απλά δεν ξέρουν τον τρόπο. Με μαθηματική ακρίβεια, οι πιο ευαίσθητοι κ δύσκολοι μαθητές γίνονται οι πιο αποτελεσματικοί βοηθοί στο τέλος του διαλόγου.
Κάτι που σας άγγιξε περισσότερο;
Αυτό που έχει τύχει -και ευχαριστήθηκα – είναι μαθητής ή μαθήτρια σχολείου να βγάζει εκείνη την ώρα το δικό του πρόβλημα και να βρίσκει το κουράγιο και την δύναμη να απευθυνθεί στους συμμαθητές του και να πει «αισθάνθηκα άσχημα γιατί μου φερθήκατε έτσι». Υπήρξε παιδί που είχε μια μικρή αναπηρία που δεν είχαν καταλάβει οι γύρω του, το είπε και το συγκινητικό ήταν ότι μάθαμε πως όταν γύρισαν στο σχολείο οι συμμαθητές του τού ζήτησαν συγγνώμη. Αυτό ήταν κάτι που δεν είχαμε υπολογίσει, που μας βγήκε στην φόρα και είναι μαγικό. Έχουμε δει καθηγητές τότε να βάζουν τα κλάματα γιατί καταλαβαίνουν ότι δεν το πήραν χαμπάρι κ μετά να αγκαλιάζουν το παιδί. Λειτουργεί λυτρωτικά για όλους.
Ας σημειωθεί εδώ ότι αναπηρία με κάποιο τρόπο έχουμε όλοι. Η συναισθηματική είναι χειρότερη, λόγου χάρη όταν ένα παιδί μπλοκάρει λόγω στρες είναι μια μορφή αναπηρίας. Πιστεύω ότι δεν μπορεί να υπάρχει κοινωνική ένταξη εάν δεν βλέπεις τους ανθρώπους με αναπηρία ανάμεσα σου. Ακόμα και ο όρος “κοινωνικός αποκλεισμός” προϋποθέτει ότι σε έχω δει, ξέρω ότι υπάρχεις και δεν σε γουστάρω. Αυτό είναι το πρώτο στάδιο της αναγνώρισης μιας κοινωνικής ομάδας. Η Ελλάδα είναι στο σημείο μείον…ούτε καν στο 0. Δεν ξέρει καν ότι υπάρχει αναπηρία, ή το ξέρει ελάχιστα. Εμένα με ενδιαφέρει το αόρατο να γίνει ορατό. Όταν το πρόβλημα γίνετε ορατό, το αναγνωρίζεις και το διαχειρίζεσαι.
Πέρα από την υλική βοήθεια, πως μπορεί κανείς να συμμετέχει στην προσπάθειά σας;
Μέσω e-mail και τηλεφώνου μπορεί να επικοινωνήσει κανείς μαζί μας και να πει: ‘θέλω να βοηθήσω’. Επειδή εμείς προσπαθούμε να αλλάξουμε τη στάση και τη νοοτροπία του κόσμου, μας ενδιαφέρει, για παράδειγμα, να οργανώσει κάποιος ένα καφέ με πέντε φίλους, να εξηγήσουμε τι κάνουμε και φυσικά τα άτομα που έχουν κάποιες ώρες να διαθέσουν, να έρθουν να βοηθήσουν στο μουσείο Βορρέ στα εργαστήρια. Απλά στην περίπτωση του εθελοντισμού πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι απαιτείται συνέπεια. Μια ΜΚΟ είναι μια επιχείριση μη κερδοσκοπική. Πρέπει να λειτουργεί επαγγελματικά. Διαφωνώ με τη λογική ‘όποτε μπορώ βοηθάω’. Ο εθελοντής είναι ένας επαγγελματίας που δεν πληρώνεται. Ας διαθέσει λιγότερο χρόνο αλλά σε σταθερή βάση. Είμαι απόλυτη σε αυτό γιατί η συνέπεια είναι και το παράδειγμα που πρέπει να δώσουμε στα παιδιά μας.
Ποιο είναι το όραμά σας για το μέλλον;
Το όραμά μου είναι σε 15 χρόνια να μην υπάρχω, να μην υπάρχει η ανάγκη να υπάρχω ως σωματείο. Στο μεταξύ, πιο άμεσα στα σχέδιά μας είναι να επεκταθούμε εκτός Αθήνας και Θεσσαλονίκης, να φτάσουμε και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές της Ελλάδας. Η ζήτηση άλλωστε είναι εντυπωσιακή.
Περισσότερες πληροφορίες για το έργο της οργάνωσης στο: http://www.skep.gr