Φιλαρέτη Κομνηνού: «Η μεγαλύτερη περιπέτεια για έναν ηθοποιό είναι η έρευνα που θα κάνει πάνω στο αρχαίο δράμα»

Η σπουδαία ηθοποιός μοιράζεται μαζί μας τις απόψεις και τις σκέψεις της για το τι είναι ταλέντο, τι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια στο θεατρικό τοπίο, αν της λείπει η τηλεόραση και για τη φετινή θεατρική της σύμπραξη με τον Δημήτρη Καταλειφό. Συνέντευξη στον Κλέαρχο Παπαγεωργίου.

Τον περυσινό χειμώνα συμμετείχατε στην παράσταση «Λίλιομ» σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου. Τι σας άρεσε στο συγκεκριμένο έργο;

Είναι η πρώτη φορά που διάλεξα μία συνεργασία χωρίς να γνωρίζω το έργο. Έγινε μία κουβέντα με τον Θωμά τον Μοσχόπουλο που τον γνωρίζω από τη Θεσσαλονίκη από πολύ παλιά και τον εκτιμώ ιδιαίτερα. Μου είπε ότι θέλει να ανεβάσει ένα έργο εδώ και χρόνια, που το αγαπάει πολύ και λέγεται «Λίλιομ». Δεν το γνώριζα το έργο αυτό γιατί στην Ελλάδα έχει παιχτεί ελάχιστα. Πάνω στην κουβέντα τον ρώτησα από ποια χώρα είναι ο συγγραφέας. Μου λέει ότι είναι Ούγγρος και του είπα «Αποκλείεται, μου κάνεις πλάκα…». Ήταν σημαδιακό… γιατί την επόμενη μέρα ταξίδευα για ένα τετραήμερο στη Βουδαπέστη! Μου πρότεινε μάλιστα ο Θωμάς να πάω να δω το λούνα παρκ, γιατί η ηρωίδα που υποδυόμουν, ήταν η διευθύντρια του Λούνα Παρκ (Vida Park) που είναι στη Βουδαπέστη. Όπως καταλαβαίνετε, είπα αμέσως το ναι και πράγματι επισκέφθηκα το λούνα παρκ, το οποίο, από το 2013, λόγω οικονομικής κρίσης, έχει κλείσει. Συνήθως, όταν μου γίνεται μία πρόταση, διαβάζω τον ρόλο που μου πρότειναν και μετά από σκέψη αποφασίζω. Στην προκειμένη περίπτωση, ήταν κάτι παρορμητικό. Για μένα, πέρα από το έργο και τον ρόλο, με ενδιαφέρει περισσότερο η συνάντηση με έξυπνους, ταλαντούχους και εμπνευσμένους συνεργάτες.

Τι έχει αλλάξει στο θέατρο τον τελευταίο καιρό;

Πάρα πολλά. Νομίζω ότι αυτό που συμβαίνει στην κοινωνικοοικονομική κατάσταση της χώρας, άμεσα καθρεφτίζεται και επηρεάζει τη θεατρική πραγματικότητα. Αυτό που σίγουρα έχει αλλάξει ραγδαία, είναι οι πάρα πολλές θεατρικές σκηνές, που έχουν πάρει πια διαστάσεις εξωπραγματικές. Έχουμε χάσει πια τον λογαριασμό με το πόσες θεατρικές παραστάσεις ανεβαίνουν κάθε χειμώνα. Η διαφορά τώρα με τη δικιά μου γενιά, είναι ότι τα παιδιά, με το που τελειώνουν μία δραματική σχολή, συσπειρώνονται, κάνουν ομάδες, οι περισσότερες έχουν σαν πυρήνα τα παιδιά που έχουν τελειώσει την ίδια δραματική σχολή, έχουν ένα κοινό γούστο και δημιουργούν ομάδες και είτε αυτοσχεδιάζοντας κάνουν έργα μόνοι τους, είτε παίρνουν γνωστά κείμενα και πάνω σ’ αυτά κάνουν τις προτάσεις τους. Κάποια απ’ αυτά είναι πετυχημένα, κάποια είναι ακόμη σε ερασιτεχνικό στάδιο ή απλώς αντιγράφουν κάποιες τάσεις που υπάρχουν στην περιρρέουσα θεατρική ατμόσφαιρα. Σαφέστατα το θέατρο αυτή τη στιγμή είναι πολύ πλουραλιστικό. Νομίζω ότι, με την τόση προσφορά που υπάρχει, ο θεατρόφιλος έχει να διαλέξει. Έχει βέβαια και μια άλλη εξήγηση αυτό το φαινόμενο: οι άνθρωποι λόγω της κρίσης καταφεύγουν στην τέχνη, σαν μία μορφή αντίστασης στην κατάθλιψη. Για μένα είναι πολύ συγκινητικό που πολλά από αυτά τα παιδιά μπαίνουν σε αυτή την περιπέτεια, γνωρίζοντας ότι μπορεί και να μην πληρωθούν. Παρόλα αυτά, το κάνουν γιατί φαίνεται ότι το χρειάζονται οι ίδιοι, το έχουν ανάγκη.

Αν είχατε κάποια καλή τηλεοπτική πρόταση, θα κάνατε τηλεόραση;

Τηλεόραση έχω κάνει κι έχω επιλέξει με προσοχή τις προτάσεις που μου έχουν κάνει. Αυτές οι σειρές που έχουν γίνει τις νοσταλγώ, τις σκέφτομαι με πολλή τρυφερότητα, πέρασα καταπληκτικά στα γυρίσματα με τον βασικό συνεργάτη μου, τον Κώστα Κουτσομύτη. Ναι, είναι φορές που τις νοσταλγώ εκείνες τις εποχές. Αν μου ξαναγίνει μία πρόταση τώρα, που να είναι μέσα στα καλλιτεχνικά κριτήρια που εγώ έχω ανάγκη ώστε να είμαι αποτελεσματική και δημιουργική, θα το ξαναέκανα. Φοβάμαι όμως ότι είναι λίγο ουτοπικό. Αισιοδοξώ και ελπίζω. Κάποτε η τηλεόρασή μας ήταν παράρτημα της τουρκικής τηλεόρασης. Τώρα έχουν αναδυθεί κάποιες ελληνικές σειρές. Αλλά όλα αυτά εξαρτώνται από το αν θα αποκατασταθεί η οικονομική κατάσταση που τώρα βιώνουμε. Αυτό το σοκ που έχουμε υποστεί σαν λαός και ζούμε μέσα σ’ αυτή την τεράστια αγωνία, που δεν μας αφήνει περιθώρια ούτε να ονειρευτούμε, ούτε να σχεδιάσουμε κάτι για το μέλλον. Εγώ δεν μπορώ τίποτα να ονειρευτώ και να σχεδιάσω, γιατί νιώθω ότι είμαστε όλοι μετέωροι.

Μιλώντας για τηλεόραση, είστε χαρακτηριστική περίπτωση ηθοποιού που οι ρόλοι τους οποίους ερμηνεύσατε στις τηλεοπτικές σειρές όπου εμφανιστήκατε, μείνανε στη μνήμη των τηλεθεατών. Πώς αισθάνεστε γι’ αυτό;

Κοίταξε, όταν στο θέατρο έρχονται θεατές, ή στις περιοδείες που κάνουμε το καλοκαίρι και μου μιλάνε ακόμα ας πούμε για το «Αθήνα – Θεσσαλονίκη» ή για τις «Μάγισσες της Σμύρνης» είναι πολύ τρυφερό. Είναι συγκινητικό να ξέρεις ότι άνθρωποι που δεν μπόρεσαν να σε δουν στο θέατρο, σε γνώρισαν μέσω αυτών των ρόλων. Και πρέπει να σου πω, όλους αυτούς τους τηλεοπτικούς ρόλους, τους αντιμετώπισα με τη σοβαρότητα και με την επαγγελματικότητα που αντιμετωπίζω έναν θεατρικό ρόλο. Δεν τους είδα σαν κάτι το εύκολο. Με βασάνισαν και με απασχόλησαν. Ένας ηθοποιός αναπτύσσει έναν άλλο κώδικα υποκριτικό μπροστά στην κάμερα και επειδή ήθελα πολύ να κάνω σινεμά,  κατά κάποιον τρόπο, όλη αυτή η ανάγκη «εκτονώθηκε» στην τηλεόραση. Όλες αυτές τις σειρές που έχω κάνει ήταν πάντα με μονοκάμερο, που σημαίνει ότι η όλη αντίληψη του γυρίσματος ήταν κινηματογραφική.

Είναι κάποια συνεργασία τηλεοπτική ή θεατρική που ξεχωρίζετε στην μέχρι τώρα πορεία σας;

Έχω πολύ καλές αναμνήσεις από συνεργασίες και τηλεοπτικές και θεατρικές, όπως επίσης έχω και κάποιες αναμνήσεις δυσάρεστες. Αλλά μέσα στο παιχνίδι είναι αυτό και θέλει ψυχραιμία. Δεν είναι πάντα τα πράγματα ειδυλλιακά και καμιά φορά λειτουργείς και λίγο αμυντικά. Βέβαια, όταν λειτουργείς αμυντικά, δεν μπορεί να απογειωθεί ερμηνευτικά αυτό που κάνεις. Αλλά ακόμη κι αν μία συνεργασία ξεκινάει με τις καλύτερες προϋποθέσεις, δε γνωρίζεις την πορεία, ποιο θα είναι το αποτέλεσμα, γιατί στο θέατρο συναντιούνται πολλοί άνθρωποι, είναι ένα ομαδικό άθλημα και πολλές φορές ο καθένας φέρνει το δικό του εγώ, τις δικές του ανάγκες, τις δικές του ρωγμές και μοιραία καμιά φορά υπάρχει μία δυστοκία, μία δυσπραγία, μία δυσκολία στο να συντονιστεί το σύνολο όλων αυτών των ανθρώπων. Αλλά αν θέλεις να σου κάνω οπωσδήποτε έναν απολογισμό. Προτιμώ να θυμάμαι τις καλές και δημιουργικές στιγμές.

Εκτός από το ταλέντο, χρειάζεται και πολλή δουλειά για να εξασκηθεί. Αν δεν υπάρχει όμως το ταλέντο, «σώζεται» η κατάσταση με τη δουλειά;

Το ταλέντο είναι μία έννοια που είναι δύσκολο να την ορίσεις. Σίγουρα είναι κάτι που έχει σχέση με ένα χάρισμα. Η εμπειρία μου μέχρι τώρα και στο θέατρο και με τους μαθητές μου, μου δείχνει ότι ταλαντούχα πλάσματα που δεν δουλεύουν ή δεν εξελίσσουν αυτό το πρωτογενές υλικό με τη δουλειά και με την αφοσίωση, αυτό μπορεί πολύ γρήγορα να αδρανήσει και να ατροφήσει ή να μείνει σε μία επανάληψη ευκολιών. Αντίστοιχα, παιδιά με λιγότερο ταλέντο, χάρη στην επιμονή τους και στον τρόπο που εκπαιδεύονται, μπορεί να φέρουν την έκπληξη. Εξάλλου το ταλέντο έχει να κάνει πάντα και με την προσωπική πορεία του καθενός, με την προσωπικότητα του υποψήφιου ηθοποιού και αργότερα ηθοποιού. Και με το μυαλό που διαθέτει, τη σκηνική εξυπνάδα. Από κει και πέρα, έχει να κάνει και με τι επιλογές κάνεις, γιατί ένα σπουδαίο ταλέντο μπορεί να ευτελιστεί.

Ο άνθρωπος είναι πολύπλευρο ον. Τι είναι αυτό που κάνει έναν ηθοποιό να ξεχωρίζει στο δράμα και έναν άλλο να ξεχωρίζει στην κωμωδία;

Θεωρώ ότι πλήρης ηθοποιός είναι αυτός που μπορεί μέσα σε μία συμπεριφορά δραματική, να χρησιμοποιήσει και τον αυτοσαρκασμό και το χιούμορ του, έτσι όπως είναι βέβαια και η ίδια μας η ζωή. Βέβαια πρέπει να πω – επειδή μιλήσαμε για ταλέντο πριν – ότι υπάρχουν κάποιοι ηθοποιοί με φυσικό ταλέντο στην κωμωδία. Όπως υπάρχουν και άνθρωποι που έχουν χιούμορ και άλλοι άνθρωποι που δεν έχουν.

Έχετε παίξει κάτι αμιγώς κωμικό; Θα το θέλατε;

Αμιγώς κωμικό όχι. Προτιμώ να θαυμάζω τους υπέροχους κωμικούς, να γελάω και να τους χειροκροτώ. Βέβαια από τότε που άρχισα να αγγίζω λίγο διστακτικά την κωμικότητάς μου πάνω στη σκηνή, άρχισα σιγά σιγά να το σκέφτομαι και μπορεί να το κάνω κάποια στιγμή. Έχω και κάποιους φίλους και το γιο μου που συνεχώς μου το λένε: «πότε επιτέλους θα παίξεις μία καραμπινάτη κωμωδία;». Πρέπει να σας εξομολογηθώ ότι μου αρέσουν πολύ οι ταινίες του Αλμοδοβάρ και θα ήθελα πολύ να παίξω μία τέτοια «κουνημένη» περσόνα.

Υπάρχει κάποιος ρόλος που θα θέλατε πολύ να ερμηνεύσετε και δεν έχει τύχει ακόμη;

Υπάρχουν, υπάρχουν. Αλλά δεν τους λέω. Τους σκέφτομαι και τους ονειρεύομαι. Βέβαια, τώρα τελευταία, με ενδιαφέρουν περισσότερο οι συνεργασίες. Το ζητούμενο δεν είναι μόνον να παίξεις έναν σπουδαίο ρόλο, αλλά με ποιους θα το κάνεις, με ποιον σκηνοθέτη, πώς θα γίνει η παράσταση. Ένας πολύ καλός ρόλος είναι μέρος μίας παράστασης εκτός αν είναι μονόλογος. Και βέβαια θέλω να ξανακάνω επειγόντως αρχαίο δράμα. Αισθάνομαι ότι η μεγαλύτερη περιπέτεια για έναν ηθοποιό είναι η επαφή του και η έρευνα που θα κάνει πάνω στο αρχαίο δράμα. Αυτό ίσως είναι από τις πιο δυνατές εμπειρίες που έχω στο θέατρο. Είναι πολύ δυνατό αυτό που σου συμβαίνει και δεν το ξεχνάς εύκολα.

Ποια συστατικά πρέπει, κατά τη γνώμη σας, να έχει ένας καλός ηθοποιός;

Πέρα από το ταλέντο που είναι απαραίτητο ως ένα πρώτο υλικό, πρέπει να διαθέτει περιέργεια, διαθεσιμότητα, ευαισθησία και να μην επαναπαύεται σε κάτι που έχει κατακτηθεί και είχε επιτυχία. Για μένα, ο καλός ηθοποιός πρέπει συνεχώς να αιφνιδιάζει τον εαυτό του και στη συνέχεια το κοινό που τον παρακολουθεί. Το βασικότερο είναι να είναι ευέλικτος και να γνωρίζει καλά τον κώδικα της υποκριτικής του. Ηθοποιοί που θαυμάζω στο σινεμά είναι ο Ντάνιελ Ντέι Λούις και ο Σον Πεν που κάθε φορά που τους βλέπεις αναρωτιέσαι πόσο ανεξάντλητοι είναι και πώς καταφέρνουν κάθε φορά οι ερμηνείες τους να μην θυμίζουν προηγούμενους ρόλους.

Πού θα σας απολαύσουμε τον χειμώνα;

Τον χειμώνα θα συνεργαστούμε με τον Δημήτρη Καταλειφό και τον Βασίλη Μπισμπίκη σε ένα έργο του Στρίντμπεργκ «Ο χορός του θανάτου», που είναι ένα αριστουργηματικό έργο και γι΄ αυτό πολύ δημοφιλές. Έχει παιχτεί στο παρελθόν και εδώ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό από πολύ σπουδαίους ηθοποιούς. Διαπραγματεύεται τη σχέση αρσενικού και θηλυκού, που έχει κάτι σχεδόν δαιμονικό. Εξάλλου και ο ίδιος ο Στρίντμπεργκ είναι ένας δαιμόνιος συγγραφέας. Έχουμε στα χέρια μας ένα πολύ δυνατό υλικό, ένα κείμενο που σε προκαλεί να μπεις σε μια περιπέτεια. Τώρα που θα μας βγάλει αυτή η περιπέτεια δεν ξέρω.