Ιταλία: Πέθανε στα 95 της η Τζίνα Λολομπρίτζιντα, η διάσημη πρωταγωνίστρια του ιταλικού κινηματογράφου
Ήταν μεγάλη πρωταγωνίστρια του ιταλικού κινηματογράφου και μια από τις σημαντικότερες Ευρωπαίες ηθοποιούς και σύμβολο του σεξ της δεκαετίας του 1950 και του 1960.
H μεγάλη ντίβα του ιταλικού κινηματογράφου γεννήθηκε στις 4 Ιουλίου 1927 στο Σουμπιάκο, ένα γραφικό χωριό στα περίχωρα της Ρώμης. Ο πατέρας της ήταν επιπλοποιός και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μετακόμισαν στη Ρώμη.
Η Λολομπρίτζιτα παρακολούθησε στο σχολείο μαθήματα ζωγραφικής και γλυπτικής, όμως η ενασχόλησή της με το μόντελινγκ και η συμμετοχή της σε καλλιστεία, τράβηξε αμέσως την προσοχή των ανθρώπων του κινηματογράφου. Την άνοιξη του 1947 ένας φίλος της, κατάφερε να την πείσει να πάρει μέρος, την τελευταία στιγμή, στον διαγωνισμό της Miss Roma. Αν και δεν είχε καν το κατάλληλο φόρεμα, κατέκτησε τη δεύτερη θέση και προσκλήθηκε στη Στρέσα για τους τελικούς της Miss Italy, κερδίζοντας την τρίτη θέση μετά τις Λουτσία Μποζέ και Γιάννα Μαρία Κανάλε, μελλοντικά αστέρια του κινηματογράφου.
Κατά τη διάρκεια της μεγάλης καριέρας της, συνεργάστηκε με κορυφαίους σκηνοθέτες όπως οι Βιττόριο ντε Σίκα, Μάριο Μονιτσέλι, Πιέτρο Τζέρμι και Μάριο Σολντάτι, Ρενέ Κλαιρ και Κριστιάν-Ζακ.
Η μελαχρινή ηθοποιός με τις ελκυστικές καμπύλες θεωρείτο επί μακρόν η ωραιότερη γυναίκα του κόσμου, σύμφωνα και με τον τίτλο μιας από τις ταινίες της «Η ωραία των ωραίων».
Στις δεκαετίες του 1950 και 1960 εντυπωσίαζε το ανδρικό φύλο, ωστόσο η Λολομπρίτζιντα είχε πάντα να προσφέρει κάτι περισσότερο την εμφάνισή της. Συμμετείχε σε περισσότερες από 60 ταινίες και στη συνέχεια κατάφερε να ακολουθήσει δύο καριέρες, κρατώντας τη φωτογραφική μηχανή και το καλέμι της γλυπτικής.
Το 1949 παντρεύτηκε τον Σλοβένο γιατρό Μίλκο Σκόφιτς και απέκτησαν έναν γιο. Το ζευγάρι χώρισε το 1971 και η Λολομπρίτζιτα δεν παντρεύτηκε ξανά.
Η Λολομπρίτζιτα ήταν υποψήφια, στα 95 της χρόνια, στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου. Διεκδίκησε μία έδρα της Γερουσίας με τη συμμαχία «Κυρίαρχη και Λαϊκή Ιταλία» που, με βάση τις δημοσκοπήσεις, δεν θα ξεπερνούσε το εκλογικό όριο του 3%, όπως κι έγινε.
Φωτογραφίες: Shutterstock