Συνέντευξη: Σοφία Μαζοκοπάκη
Γεννήθηκε στην Κρήτη, σε έναν τόπο που -όπως μου εξομολογείται στην συνέντευξη μας- είναι γεμάτος λογοτεχνία ποίηση, τέχνη και ζωγραφική.
Σπούδασε ζωγραφική κοντά στον Γιάννη Μόραλη, στη σχολή Καλών Τεχνών από την οποία αποφοίτησε το 1980. Παράλληλα, ασχολήθηκε με την σκηνογραφία-ενδυματολογία πλάι στον Βασίλη Βασιλειάδη. Μετά το πέρας της στρατιωτικής του θητείας, ασχολήθηκε ενεργά με το θέατρο, όπου και διέπρεψε όπως έδειξε το μέλλον.
Εκθέσεις του Γιάννη Μετζικώφ έχουν φιλοξενηθεί σε σπουδαία μουσεία ανά τον κόσμο. Στο μουσείο Αλεξάντερ Πούσκιν στη Μόσχα, στο Ρωσικό Κρατικό μουσείο στην Αγία Πετρούπολη, στο μουσείο της Πόλεως της Βαλένθια, στην Μπιενάλε του Σάο Πάολο, στην Αλ ντε Σααρμπέκ στις Βρυξέλλες και σε πολλές ελληνικές συλλογές και παρουσιάσεις. Το 2010 η Εθνική Πινακοθήκη της χώρας μας τον τίμησε, παρουσιάζοντας μία έκθεση από το σύνολο του έργου του. Η έκθεση λόγω της μεγάλης επισκεψιμότητας, παρέμεινε ενεργή για έναν ολόκληρο χρόνο και έκλεισε τον κύκλο της το 2011 στο Covert Garden του Λονδίνου.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της συνέντευξής μας, είμαι συγκινημένη, βλέποντας έναν άνθρωπο να τυλίγει τα λόγια και τις σκέψεις περί τέχνης, με μία γλώσσα παθιασμένη. Βλέπω μπροστά μου έναν άνθρωπο, που ακτινοβολεί ολοκάθαρα αγνότητα και ειλικρίνεια. Έχει βρει μία μαγική δύναμη που εκφράζει την ύπαρξη του και δεν σταμάτα στιγμή, να μου υπενθυμίζει την αξία της τέχνης για τη ζωή των ανθρώπων. Τα χείλη του απλωμένα γλυκά, σαν σε χαμόγελο, μιλούν για το θέατρο, αυτή την υψίστη μορφή τέχνης, αυτό το σπουδαίο πολιτιστικό γεγονός.
Δεν διστάζει να εξομολογηθεί, πως υπήρξε μία ταξιδιάρικη ύπαρξη και πως χρωστά πολλές από τις γνώσεις του και την παιδεία του, στα ταξίδια. Αυτά τον δίδαξαν, ότι ο κόσμος είναι μεγάλος και ότι οι πολιτιστικές ιδιαιτερότητες και εκδοχές του καθενός, είναι τόσες πολλές που σε αφήνουν κατάπληκτο. Ταξιδεύοντας θαύμασε τα υπέροχα επιτεύγματα της ανθρώπινης διανόησης κερδίζοντας σπουδαίες και σπάνιες γνώσεις.
Πως αντιληφθήκατε την αγάπη και το ταλέντο σας στις τέχνες;
Ένοιωθα ότι υπήρχε ένα είδος εγκλωβισμού μέσα σε αυτό. Ως παιδί δεν είχα τη δυνατότητα για ένα ευρύ πεδίο επιλογών, μόνο ένα μολύβι κρατούσα στα χέρια μου και σχεδίαζα. Ήταν το μόνο πράγμα που μου έδινε την αίσθηση, ότι μπορώ να δραπετεύσω από τον τρόπο ζωής μας, κάτι το οποίο ήταν ασφυκτικό. Μέσα από την τέχνη μου ένοιωθα ότι μπορώ να ταξιδέψω και να φτιάξω έναν δικό μου προσωπικό κόσμο, μέσα στον οποίο θα μεταφερόμουν. Όταν αργότερα έγινα φοιτητής, άρχισε να ξεδιπλώνεται ο κόσμος μπροστά μου, γνώρισα τα μεγάλα θεατρικά και μουσικά θεάματα, κατάλαβα ότι υπάρχει μεγάλη ομορφιά γύρω μας και ότι είναι αμαρτία να την προσπερνάμε. Έτσι, αφοσιώθηκα όσο μπορούσα περισσότερο. Ήθελα να μπω μέσα σε αυτό τον κόσμο που λέγεται τέχνη και κυριολεκτικά να χαθώ. Ξύπνησε μέσα μου ένα απέραντο πάθος. Αυτό είχε ως αποτέλεσστα 18 μου να φύγω από το σπίτι και να οργανώσω τη ζωή που αγαπώ, με έναν δικό μου τρόπο, φέρνοντας φυσικά σε αμηχανία την οικογένεια μου.
Πως τα καταφέρνετε και πως διεκδικείτε, σε μία τόσο νεαρή ηλικία, τη θέση σας, στον χώρο του θεάτρου;
Έκανα διάφορες δουλείες για να καταφέρω να βιοποριστώ, πάντοτε καλλιτεχνικές βέβαια. Είχα δίπλα μου μία γυναίκα, μία χορογράφο-χορεύτρια που με βοήθησε απίστευτα. Με έκανε να νοιώσω ότι βρισκόμουν σε έναν στέρεο τόπο όπου μπορούσα να παραμείνω. Ένοιωσα την αγάπη της και για πρώτη φορά βίωσα έντονα το συναίσθημα του θαυμασμού, όταν σχεδίαζα τις χορευτικές κινήσεις της με τα μολύβια μου. Ένοιωσα ότι το έργο που παράγω δεν αφορά μόνο εμένα, αλλά και τον κόσμο. Αυτή η σκέψη μου έδωσε φτερά. Αυτή η γυναίκα, μου έδωσε να καταλάβω ότι αυτό που ονειρεύομαι, αξίζει τον κόπο. Εξάλλου, όταν τελείωσα τη σχολή καλών τεχνών υπήρχε ένα είδος αγάπης από τους δασκάλους. Ο Βασίλης Βασιλειάδης με πήρε από το χέρι -κυριολεκτικά- και με πήγε στο θέατρο «Πορεία» στον Λεωνίδα Τριβιζά και μου ανέθεσε να κάνω το πρώτο μου θεατρικό έργο. Επίσης, θυμάμαι την εμπειρία μου στο ανοιχτό θέατρο με τον Γιώργο Μιχαηλίδη, ένας άνθρωπος που αγαπούσε πάρα πολύ τους συνεργάτες του και τη πολυτιμότητα του θέατρου. Θα μπορούσα να πω ότι οφείλω πολλά, στην διδασκαλία που είχα μέσα από την συνεργασία μαζί του. Με έμαθε ότι το θέατρο τα χρειάζεται όλα τη σκέψη σου, τον κόπο σου, τις ώρες σου. Είναι μία κατάθεση στην οποία πρέπει να εναποθέσεις όλη τη δύναμη του νου και της ψυχής. Από τότε εργάστηκα σε πάρα πολλά θεατρικά, πιθανώς να είναι περίπου στα 300, ίσως και παραπάνω.
Πως αντιμετώπισαν οι γονείς σας την απόφαση, να ακολουθήσετε τον δρόμο των τεχνών;
Η οικογένεια μου ήταν μία παραδοσιακή, παλαιών αρχών οικογένεια, στην οποία η λέξη θέατρο ήταν κάτι το άγνωστο. Με μεγάλη τους κατάπληξη -ίσως και οργή- άκουσαν ότι εγώ θέλω να ασχοληθώ με το θέατρο. Θεωρούσαν, ότι το θέατρο μαζεύει κόσμο υπόγειο και μη αξιοπρεπή. Τελικώς απεδείχθη ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι.
Πως καταφέρατε να αντιμετωπίσετε τον αρνητισμό τον γονιών σας και να αναμετρηθείτε με το μεγάλο σας πάθος, τις τέχνες;
Καταλάβαινα τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούσαν. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν δύο πολύ βασανισμένοι άνθρωποι. Είχαν γεννηθεί και είχαν μεγαλώσει μέσα στους πολέμους. Ο πατέρας μου βίωσε όλους τους πολέμους, από του Βαλκανικούς, τον Α’ και Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέχρι και τον εμφύλιο. Είχαν μία ζωή δυσβάσταχτη και εγώ δεν μπορούσα να τους κάνω κανενός είδους μάθημα. Το μόνο που αποζητούσαν ήταν να ζήσουν τα παιδιά τους με έναν αξιοπρεπή τρόπο και να έχουν ένα κομμάτι ψωμί. Ήταν άνθρωποι πολύ διαφορετικοί από τους ανθρώπους του σήμερα, που έχουν βλέψεις και όνειρα για τα παιδιά τους. Θυμάμαι πόσο πολύ ονειρεύονταν ο πατέρας μου, να γίνω παπάς ή δάσκαλος. Μου τόνιζε διαρκώς την λέξη αξιοπρέπεια και με το δικό του μυαλό θεωρούσε ότι αυτά ήταν αξιοπρεπή επαγγέλματα μέσα σε μία κοινωνία. Τα περί καλλιτεχνικής έκφρασης έρχονταν σε δευτερεύον επίπεδο, ύστερα από αυτές τις εμπειρίες ζωής που κουβαλούσαν στις πλάτες τους.
Αντιμετωπίσατε δυσκολίες στον δρόμο σας, βιώσατε την απόρριψη;
Φυσικά, η δύναμή μου ήταν αυτή. Διδάχθηκα από τις δυσκολίες. Δεν είναι δυνατόν να αρέσουμε σε όλο τον κόσμο. Είμαι κάπως μελοδραματικός και μου έχει συμβεί, να αγκαλιάσω σφιχτά έναν άνθρωπο που με απέρριψε και είχε διαφορετική άποψη. Ωστόσο, στη δική μου την πορεία δεν αντιμετώπισα σκληρές καταστάσεις, όλοι με αντιμετώπισαν με μεγάλη αγάπη. Θεωρώ, πως η πορεία μου, ήταν μία πορεία εύκολη σε σχέση με τη διαδρομή άλλων ανθρώπων. Είμαι από τους τυχερούς του χώρου.
Τι είναι για εσάς η Τέχνη;
Για εμένα τέχνη είναι επινόηση, φαντασία, ολόψυχη κατάθεση, ένα συναρπαστικό αποτέλεσμα. Είναι η προσωπική μου ισορροπία, είναι η καταφυγή μου, είναι το σημείο που στέκομαι όταν λυσσομανά ο καιρός, είναι το σημείο εκκίνησης για να αρθρώσω μία λέξη. Η τέχνη είναι ο μοναδικός τρόπος να μιλήσουμε στην καρδιά ενός ανθρώπου, είναι το μέσο για να απευθυνθούμε στην κοινωνία και να δημιουργήσουμε κάτι υπαρκτό. Μέσα στο πέρασμα των καιρών τίποτα δεν έχει μεγαλύτερο παρών από την τέχνη. Σκεφτείτε αυτά τα αρχαία κείμενα, πως τρυπάνε τον χρόνο και περπατάνε. Πάντοτε θα υπάρχουν. Η τέχνη έχει μέσα της τα συστατικά του αθάνατου.
Είστε ένας άνθρωπος πολυταξιδεμένος. Σε ποιες χώρες πραγματοποιούσατε τα ταξίδια σας;
Μου άρεσαν οι τριτοκοσμικές χώρες. Οι χώρες, που όταν εγώ ήμουν νέος ήταν πραγματικά χαμένες στο παρελθόν. Δεν υπήρχαν τα πράγματα που υπάρχουν σήμερα. Δεν υπήρχε η τεχνολογία και εκεί μπορούσες να θαυμάσεις πιο άμεσα τα έργα, που φτιάχνουν τα χέρια των ανθρώπων. Βέβαια έχει σημασία ο τρόπος με τον οποίο ταξιδεύει κανείς. Εγώ, ως φοιτητής δεν είχα πολλά χρήματα και δεν είχα τη δυνατότητα να πηγαίνω σε πολυτελή ξενοδοχεία. Ανακατευόμουν με τους πληθυσμούς, έμπαινα μέσα στα εργαστήρια και πήγαινα σε χωριά. Κάποιος θα το άκουγε αυτό, ως επικίνδυνο, όμως μέσα από αυτό το ανακάτεμα και μέσα από την ταύτιση μου με άγνωστους ανθρώπους αντιλήφθηκα, αυτό που ένας τουρίστας δεν κατανοεί ποτέ, τη διαφορετικότητα και την ιδιαιτερότητα των πολιτισμών.
Το όνομα σας έχει φτάσει στον καλλιτεχνικό χώρο του εξωτερικού. Εκθέσεις σας έχουν φιλοξενηθεί στα σπουδαιότερα Μουσεία του κόσμου. Πως νοιώθετε για αυτό;
Πράγματι έχω κάνει πολλές εκθέσεις. Ήταν και αυτό μία καταπληκτική εμπειρία. Θυμάμαι στο Μουσείο «Αλεξάντερ Πούσκιν» στη Ρωσία -όταν έγινε μία έκθεση κουστουμιών μου- πόσο περήφανος ένοιωθα όταν έβλεπα να μπαίνουν σχολεία μέσα στο μουσείο. Στεκόμουν σε μία άκρη και έβλεπα όλα αυτά τα παιδιά να έρχονται, να ρωτάνε και να τους εξηγούν για αυτόν τον Έλληνα που έφτιαξε αυτά τα έργα. Αυτό είναι φιλοφρονητικό -κατά μία έννοια- για μένα.
Μάλιστα η Εθνική Πινακοθήκη είχε πραγματοποιήσει μία πολύμηνη έκθεση που συμπεριλάμβανε το σύνολο του έργου σας. Μιλήστε μου λίγο για αυτό.
Η Εθνική Πινακοθήκη με τίμησε με μία έκθεση όλης μου της πορείας. Ήταν μία πολύ μεγάλη έκθεση που έπιασε ολόκληρο το κτήριο της Εθνικής Πινακοθήκης και ενώ ήταν να κρατηθεί για ένα μήνα, κρατήθηκε για έναν ολόκληρο χρόνο λόγω της μεγάλης προσέλευσης του κόσμου. Για εμένα είναι μεγάλη τιμή και θέλω να ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου αύτη, τη σπάνια γυναικά, αυτή την υπέροχη παρουσία, που λέγεται Μαρίνα Λαμπράκη – Πλακά. Αυτή η γυναίκα έχει υπάρξει δασκάλα μου στην σχολή καλών τεχνών. Μόνο αγάπη και γνώση προσέφερε στους μαθητές της. Είναι πολύ σπουδαίος άνθρωπος.
Ποια είναι η άποψη σας για την σημερινή κοινωνία και για τις γενιές που έρχονται να αντικαταστήσουν εμάς ;
Τα πράγματα δεν είναι καλά. Μας έχει ζώσει η ευτέλεια και αυτό το γνωρίζουμε όλοι. Μέσα στα σαλόνια των σπιτιών μας στρογγυλοκάθονται μαζί μας άνθρωποι, που ενστερνίζονται ακούσματα και απόψεις που εμείς -ως παλαιά γενιά- δεν θα τους επιτρέπαμε να περάσουν ούτε από το πεζοδρόμιο. Αυτό πρέπει να μας δημιουργεί μια επιφύλαξη.
Βλέπετε κάποια σε σπιθαμή ελπίδας σε αυτή την πραγματικότητα;
Φυσικά, όσο υπάρχουν άνθρωποι τα πράγματα είναι ελπιδοφόρα. Υπάρχουν νέοι άνθρωποι, οι οποίοι είναι για εμένα παραδείγματα προς μίμηση. Έχω δει νέους, τους οποίους αφουγκράστηκα με μεγάλο σεβασμό. Όλη αυτή η δύναμη που βγάζουν, οι στόχοι τους, το πάθος τους για τη ζωή, με συγκινούν. Είναι φυσικό ο νέος να θέλει να σε γκρεμίσει και θα σε γκρεμίσει, θα σε αποδημήσει και θα υψώσει το δικό του παράστημα, για να τον αποδομήσουν αργότερα οι επόμενοι. Αυτοί είναι οι κύκλοι της αρμονίας του κόσμου. Όλα θα φύγουν και θα επανέλθουν αργότερα. Όσο υπάρχουν άνθρωποι θα είμαστε πάντοτε εκτασιασμένοι μπροστά στα υπέροχα επιτεύγματα τους.
Αυτούς λοιπόν τους νέους που συγκροτούν την ελπίδα, τι θα τους συμβουλεύατε ;
Να είναι ειλικρινείς με τον εαυτό τους. Είναι πολύ κακό πράγμα η επίφαση, το να κάνουμε δηλαδή κάτι, αποκλειστικά και μόνο για να τραβήξουμε βλέμματα συμπάθειας στο πρόσωπο μας. Τα ουσιαστικά κατορθώματα στη ζωή, θα έρθουν όταν ειλικρινά αφοσιώνεσαι σε κάτι, που σου έχει μαγέψει την ψυχή.