Σε 6 έως 7,3 δισ. ευρώ υπολογίζει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (ΓΛΚ) το ετήσιο κόστος των μέτρων που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ για το φορολογικό σύστημα.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΓΛΚ για την πρόταση νόμου της αξιωματικής αντιπολίτευσης «Για μία σταθερή, προοδευτική και δίκαιη φορολογία εισοδημάτων φυσικών-νομικών προσώπων και ιδιοκτησίας ακινήτων…» μόνο η μείωση των συντελεστών φόρου εισοδήματος προκαλεί ετήσια στέρηση εσόδων 3,5 δισ. ευρώ ενώ το κόστος από την μείωση κατα 4,5 μονάδες των ασφαλιστικών εισφορών υπολογίζεται σε 428 εκατ ευρώ το 2025 και φθάνει τα 1,7 δισ. ευρώ το 2028.
Να σημειωθεί ότι στον υπολογισμό του ετήσιου κόστους δεν έχει ληφθεί υπόψη η εφάπαξ απώλεια εσόδων περίπου 4,1 δισ. ευρώ από την κατάργηση της προκαταβολής φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων.
Από την άλλη πλευρά η απόδοση των «αντίμετρων» υπολογίζεται σε αύξηση εσόδων έως 2,7 δισ. ευρώ.
Πρόκειται για την δεύτερη έκθεση του γενικού λογιστηρίου που διαβιβάζεται στη Βουλή και κοστολογεί τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ καθώς είχε προηγηθεί η ανάλυση των συνεπειών των ρυθμίσεων για την μείωση έως μηδενισμό του ΦΠΑ.
Σύμφωνα πάντα με το ΓΛΚ το συνολικό ετήσιο κόστος των μέτρων που περιλαμβάνουν οι δύο προτάσεις νόμου της αξιωματικής αντιπολίτευσης (μείωση ΦΠΑ και μείωση συντελεστών φόρου εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ κλπ) υπολογίζεται σε τουλάχιστον 11,8 έως 13,3 δισ. ευρώ + 4,1 δισ. ευρώ από την κατάργηση της προκαταβολής φόρου.
Πιο αναλυτικά, η έκθεση για την πρόταση νόμου που αφορά την φορολόγηση εισοδημάτων αναφέρει:
Από τις προτεινόμενες διατάξεις επέρχονται τα ακόλουθα οικονομικάαποτελέσματα στον προϋπολογισμό της Γενικής Κυβέρνησης:
1. Ετήσια μείωση εσόδων :
– 3,5 δισ. ευρώ περίπου, από τη μείωση του αναλογούντος φόρου κατά τον επανακαθορισμό των φορολογικών συντελεστών, βάσει των οποίων φορολογείται το εισόδημα που αποκτούν τα φυσικά πρόσωπα, (άρθρα 1-3)
– εκτιμώμενου ποσού 323 εκατ. ευρώ περίπου από την απώλεια βεβαιωθέντων εσόδων λόγω του επανακαθορισμό του τρόπου υπολογισμού της χορηγούμενης μείωσης (παρ. 2Α άρθρου 7 του ν.4223/2013) στον ΕΝ.Φ.Ι.Α. φυσικών προσώπων, (άρθρο 4)
– ύψους 656 εκατ. ευρώ περίπου, από τη μείωση του αναλογούντος φόρου λόγω μείωσης του εισαγωγικού συντελεστή φορολόγησης, για εισοδήματα από μισθώματα ακινήτων έως το ύψος των 12.000 ευρώ, (άρθρο 9)
– ύψους 600 εκατ. ευρώ περίπου από την απώλεια βεβαιωθέντων εσόδων λόγω της κατάργησης των διατάξεων σχετικά με τη φορολόγηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των οριζόμενων υπόχρεων, με τη μέθοδο του τεκμαιρόμενου ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος, (άρθρο 13)
– εκτιμώμενου ύψους 120 εκατ. ευρώ περίπου, από την κατάργηση του επιβαλλόμενου τέλους επιτηδεύματος σε επιτηδευματίες και ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα.(άρθρο 15)
2. Ετήσια μείωση των καθαρών εσόδων σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης, εξαιτίας της μείωσης κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες, από 1η.7.2024, των ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών εργαζομένων σε φορείς εκτός δημόσιων υπηρεσιών, αποκεντρωμένων διοικήσεων κ.λπ.. Η μείωση αυτή εκτιμάται σε 428 εκατ. ευρώ για το 2025, σε 855 εκατ. ευρώ για το 2026, σε 1.283 εκατ. ευρώ για το 2027 και σε 1.703 εκατ. ευρώ για το 2028 και επόμενα χρόνια. (άρθρο 14)
3. Εφάπαξ απώλεια βεβαιωθέντων εσόδων: ⅰ) 404 εκατ. ευρώ για φυσικά πρόσωπα και ⅱ) 3.772 εκατ. ευρώ για νομικά πρόσωπα από την κατάργηση της προκαταβολής φόρου εισοδήματος. (άρθρα 7 και 8)”.
Αναφορικά με τα λεγόμενα αντίμετρα το ΓΛΚ υπολογίζει αύξηση των εσόδων έως 2,7 δισ. ευρώ:
4. Ετήσια αύξηση των βεβαιωθέντων εσόδων ύψους 496 εκατ. ευρώ περίπου, από την επιβολή συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας επί της αξίας των αναφερόμενων δικαιωμάτων. (άρθρο 5)
5. Ενδεχόμενη ετήσια αύξηση εσόδων:
– ύψους 2 εκατ. ευρώ περίπου, από την αύξηση του αναλογούντος φόρου λόγω του επανακαθορισμού των συντελεστών φορολόγησης για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν τα οριζόμενα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά ή απλογραφικά βιβλία, (άρθρο 6)
– ύψους 1,9 δισ. ευρώ περίπου, από την αύξηση του αναλογούντος φόρου λόγω του επανακαθορισμού του τρόπου φορολόγησης του εισοδήματος που προκύπτει από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα. Ωστόσο, ενδέχεται μέρος της ανωτέρω αύξησης να περιοριστεί από την πιθανή μείωση των διανεμόμενων μερισμάτων καθόσον η διανομή αυτών εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της επιχείρησης (άρθρο 10)
– ύψους 300 εκατ. ευρώ περίπου, από την αύξηση του αναλογούντος φόρου λόγω του επανακαθορισμού του τρόπου φορολόγησης του εισοδήματος από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου. (άρθρο 11)
Δείτε την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους: