Χρηματοδοτικό κενό: Η φράση-«κλειδί» πίσω από τις συναντήσεις

Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ πίεσε για «επιτάχυνση» στην επίτευξη προόδου και κατέστησε σαφή τα περιθώρια «κινήσεων» που ως Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει. Ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε το πλαίσιο των μεταρρυθμιστικών προτάσεων που η ελληνική κυβέρνηση θέτει σε μείζονα προτεραιότητα με την «τεχνική», όπως διαμηνύουν σε όλους τους τόνους στελέχη του Μαξίμου, συνδρομή του ΟΟΣΑ, και προσπάθησε να πείσει. Και «στο βάθος» ο νους και των δύο ήταν στο χρηματοδοτικό κενό της Ελλάδας.

Σε αυτό το περίγραμμα θα μπορούσε κανείς να εντάξει την «δύσκολη», όπως την χαρακτήριζαν ευρωπαϊκές πηγές, συνάντηση των δύο ανδρών το πρωί της Παρασκευής στις Βρυξέλλες. Ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε, συνοπτικά, στον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της κυβέρνησης, όπως αυτό παρουσιάστηκε και την Πέμπτη στις συναντήσεις με τον ΟΟΣΑ στο Παρίσι.

Πρακτικά ο Έλληνας Πρωθυπουργός επεδίωξε να πείσει για την αποφασιστικότητά του να προχωρήσει σε άμεση εφαρμογή αυτού του πλαισίου και μάλιστα αρχής γενομένης από την προώθηση σχετικών νομοσχεδίων ήδη από τις επόμενες μέρες. Και παράλληλα φέρεται να προσπάθησε να εξασφαλίσει πέραν της διπλωματικής στήριξης, και ορισμένες άμεσες και απτές ροές χρηματοδότησης για την υλοποίηση των προτάσεων αυτών από υπάρχοντα πακέτα και ευρωπαϊκά κονδύλια, που δεν συνδέονται με τις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές.

Σύμφωνα με ευρωπαϊκές πηγές, ο κ. Τσίπρας στις συναντήσεις που είχε με τους κ.κ. Γιούνκερ και Σουλτς παραδέχτηκε ότι το ζήτημα του χρηματοδοτικού κενού αποτελεί τον μεγαλύτερο πονοκέφαλο της ελληνικής κυβέρνησης. Και φέρεται, μάλιστα, να τους ενημέρωσε ότι μία από τις σκέψεις της ελληνικής κυβέρνησης είναι να θέσει το θέμα, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, σε πολιτικό επίπεδο στην επικείμενη σύνοδο Κορυφής της επόμενης εβδομάδας.

Μικρά «βήματα»

Ως προς το στόχο του, ο Αλέξης Τσίπρας δεν φαίνεται να έφυγε από τις Βρυξέλλες με εντελώς άδεια χέρια. Όπως ενημέρωσε ο εκπρόσωπος του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, Μαργαρίτης Σχοινάς, συζητήθηκαν τρόποι επιτάχυνσης των εκροών των κοινοτικών κονδυλίων προς την Αθήνα. Προς τον σκοπό αυτόν η Ελλάδα δεσμεύθηκε ότι θα δημιουργήσει μια ομάδα δράσης (Task Force), επικεφαλής της οποίας θα είναι υπουργός της ελληνικής κυβέρνησης, ο οποίος θα συνομιλεί για το θέμα, απευθείας με τον αντιπρόεδρο της Επιτροπής, Βάλντις Ντομπρόβσκις προκειμένου να διερευνηθούν οι δυνατότητες της καλύτερης δυνατής αξιοποίησης κονδυλίων που είναι ήδη διαθέσιμα, ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη και να αναληφθούν άμεσα πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης και την καταπολέμηση της ανεργίας, ιδίως των νέων, παράλληλα με την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων στο Brussels Group.

Επίσης, σύμφωνα με πληροφορίες, οι Αλέξης Τσίπρας και Μάρτιν Σουλτς, συζήτησαν και την επίσπευση της εφαρμογής του προγράμματος νεανικής απασχόλησης, καθώς και την ενίσχυση της απορροφητικότητας, από την Ελλάδα, ευρωπαϊκών κονδυλίων. Μάλιστα, για το συγκεκριμένο θέμα, εντός της επόμενης εβδομάδας, συνεργάτες του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα συναντηθούν με συνεργάτες της αναπληρώτριας υπουργού Εργασίας, αρμόδιας για την καταπολέμηση της φτώχιας και της ανεργίας, Ράνια Αντωνοπούλου προκειμένου να προχωρήσουν στην σύνταξη ενός πρώτου σχετικού προσχεδίου.  Ο Αλέξης Τσίπρας συζήτησε με τον Μάρτιν Σουλτς και την έναρξη εφαρμογής του «πακέτου Γιούνκερ», δηλαδή των ειδικών ρυθμίσεων χρηματοδότησης επενδύσεων και απασχόλησης και στην Ελλάδα χωρίς εθνική συμμετοχή.

Στην Αθήνα, την ίδια ώρα, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές ολοκληρωνόταν ο πρώτος γύρος επαφών με την πρώτη ομάδα τεχνικών συμβούλων που ασχολήθηκε με τη συλλογή δημοσιονομικών και χρηματοδοτικών στοιχείων (εκτέλεση προϋπολογισμού, έσοδα, δαπάνες κλπ) προκειμένου να τα μεταφέρει στους πιστωτές και να ακολουθήσει η σχετική διαπραγμάτευση στο Brussels Group.  Οι τεχνικοί σύμβουλοι έμειναν, κατά πληροφορίες, στο ξενοδοχείο Hilton όπου και πραγματοποιήθηκαν οι συναντήσεις τους με τα κλιμάκια των στελεχών του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών. Αναμενόταν, δε, να αποχωρήσουν από την Αθήνα εντός της Παρασκευής, δηλαδή μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες από την άφιξή του. Την Δευτέρα αναμένεται νέα ομάδα τεχνικών συμβούλων η οποία θα συλλέξει στοιχεία για τον τραπεζικό κλάδο.

Αντιφατικά(;) μηνύματα από Γερμανία

Την ώρα που ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μιλούσε ανοιχτά για τον κίνδυνο «Grexit» λόγω «ατυχήματος» και δήλωνε ότι προσπαθεί να διατηρήσει την ψυχραιμία του με την Ελλάδα αλλά αυτή δεν τον βοηθά, πυρπολώντας ουσιαστικά περαιτέρω ένα μάλλον τεταμένο κλίμα ανάμεσα στις δύο χώρες, η Γερμανίδα Καγκελάριος φέρεται να στέλνει μηνύματα σε «άλλο μήκος κύματος».

Σύμφωνα με υψηλόβαθμους Γερμανούς αξιωματούχους που μίλησαν στο πρακτορείο Euro Insight του ΜΝΙ, τηρώντας την ανωνυμία τους, η Άγκελα Μέρκελ είναι αποφασισμένη να κάνει «βήματα πίσω» απέναντι στην Αθήνα εκτιμώντας ότι μια έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα ενέτεινε την πολιτική αστάθεια που υπάρχει στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και θα καλλιεργούσε το έδαφος για αύξηση της ρωσικής επιρροής στην περιοχή, με την Ελλάδα να είναι ο πρώτος στόχος «άσκησης γοητείας» της Μόσχας αλλά όχι ο τελευταίος. Μια τέτοια προοπτική δεν είναι διόλου ευχάριστη για το Βερολίνο και η Καγκελάριος φέρεται αποφασισμένη να την αποφύγει παρά το ότι είναι πεπεισμένη ότι σε οικονομικό επίπεδο ένα Grexit δεν θα είχε καμία σοβαρή επίδραση στην ευρωζώνη.

Κατά τις ίδιες πάντα πληροφορίες, η Μέρκελ εμφανίζεται έτοιμη να προχωρήσει ακόμη και σε αποδοχή αιτημάτων όπως πχ η αύξηση του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων (που έχει τεθεί από την ελληνική πλευρά) ακόμη και παρέμβαση για συμφωνημένη καθυστέρηση αποπληρωμών της Ελλάδας προς τους πιστωτές. Το μήνυμα, δε, που δίνουν οι συγκεκριμένοι αξιωματούχοι είναι ότι αν τελικά η Ελλάδα φύγει από το ευρώ, αυτό δεν θα γίνει επειδή θα είναι ασυνεπής σε κάποιες υποχρεώσεις της αλλά επειδή θα διαπιστωθεί θεμελιώδης διαφωνία της νέας ελληνικής κυβέρνησης ως προς τους κανόνες λειτουργίας της ευρωζώνης, ένα θέμα που για την Α. Μέρκελ είναι ταμπού, αλλά που η Αθήνα έχει ακροθιγώς θίξει σε δημόσιες δηλώσεις (αναποτελεσματικότητα πολιτικών λιτότητας κλπ).

Κοινώς, η Άγκελα Μέρκελ, παρά τις σχετικές διαφωνίες που φέρεται να εκφράζει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, είναι έτοιμη να δεχθεί «ασυνέπειες» ως προς την τήρηση υποχρεώσεων, αλλά όχι «αμφισβητήσεις» επί της ορθότητας των υποχρεώσεων αυτών.