Ποιος θα βάλει πόδι στα Δυτικά Βαλκάνια; Επικίνδυνα παιχνίδια...
Πολύ πριν ο Ψυχρός Πόλεμος χωρίσει την Ευρώπη στα δύο, τα Βαλκάνια ήταν για τους Δυτικούς μια εξαιρετικά άβολη περιφέρεια. Παρότι αποτελούν γεωγραφικό τμήμα της Ευρώπης, ουδέποτε κάποια από τις ισχυρές χώρες της υποηπείρου διεκδίκησε, ούτε βέβαια και κατάφερε, να ασκήσει μακροπρόθεσμη πολιτική, παρά μόνο συγκυριακά.
Με μικρές περιόδους φαινομενικής σταθερότητας που οφείλονταν, κατά κύριο λόγο, στη στιβαρότητα εξωτερικής πολιτικής παρέμβασης. Πάνω σε αυτό το μακραίωνο υπόστρωμα αστάθειας και διαρκών μεταβολών, η συμφωνία των Πρεσπών ανάμεσα στην Αθήνα και στα Σκόπια αποτελεί ένα επεισόδιο το οποίο έχει τη σημασία που του προσδίδει η πολιτική συγκυρία, αλλά θα κριθεί, όπως όλα, από την Ιστορία.
Οπως αναλύεται σε κείμενο που υπογράφει ο Βασίλης Νέδος για την Καθημερινή η επίλυση της ονοματολογικής διαφοράς ανάμεσα στην Ελλάδα και στην ΠΓΔΜ φαίνεται ότι αποτελεί το πιο εύκολο και «βατό» κομμάτι της εξίσωσης των Δυτικών Βαλκανίων. Οσα ακολουθούν είναι αρκετά πιο περίπλοκα.
Η μεγάλη εικόνα
Η συμφωνία των Πρεσπών πρακτικά επιβεβαίωσε μια πραγματικότητα που είναι ορατή από την εποχή της κατάρρευσης του ανατολικού μπλοκ. Η σταθερότητα στα Δυτικά Βαλκάνια εξασφαλίζεται διότι οι ΗΠΑ ενθαρρύνουν αλλά και πιέζουν διαρκώς την Ε.Ε. να αναλάβει δράση. Κάπως έτσι η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Κροατία μπήκαν στην Ε.Ε. Κάπως έτσι η Αλβανία έγινε κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ και, με αρκετά μικρότερη θέρμη εκ μέρους της Ουάσιγκτον, οι πόρτες της Συμμαχίας άνοιξαν και για το Μαυροβούνιο. Σε αυτή τη φάση, ωστόσο, φαίνεται ότι τουλάχιστον δύο χώρες, η Γερμανία αλλά και η Αυστρία, δεν κινούνται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά με βάση το ανανεωμένο ενδιαφέρον για την περιοχή. Για την Αυστρία το ενδιαφέρον αυτό είναι ιστορικό και απολύτως φυσικό. Για τη Γερμανία, η μεγάλη γεωγραφική ζώνη από το Αιγαίο έως τη Βαλτική έχει, επίσης, παραδοσιακή σημασία, αλλά και ένα νέο στοιχείο, αυτό της ύπαρξης σημαντικών οικονομικών ευκαιριών, ιδίως στους τομείς των μεταφορών. Στην άλλη άκρη αυτής της οδού είναι, βέβαια, η Κίνα, είτε μέσω της παρουσίας της στον Πειραιά είτε μέσω της οργανικής ένταξης της βαλκανικής διαδρομής στον σχεδιασμό για την προώθηση της πρωτοβουλίας «Μια Ζώνη – Ενας Δρόμος».
Από αυτή τη μεγάλη εικόνα δεν μπορεί να απουσιάζει η Ρωσία, η οποία, άλλωστε, αποτέλεσε εξαρχής τον μεγάλο στόχο των ΗΠΑ σε όλα τα κράτη της περιοχής που άλλοτε βρισκόταν πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα. Μέχρι το 2014 και την προσάρτηση της Κριμαίας, η Δύση αντιμετώπιζε τη Ρωσία με αρκετά διαφορετικό τρόπο σε σύγκριση με το 2019. Παρότι άρρητη, έχει επικρατήσει η παραδοχή ότι η Ουκρανία, ως μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας, θα παραμείνει εκτός των ευρωατλαντικών δομών. Στα Βαλκάνια, βέβαια, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Η αντίδραση της Μόσχας στη συμφωνία των Πρεσπών ήταν ενδεικτική της ανησυχίας των Ρώσων για την υποχώρηση της επιρροής τους σε μια περιοχή που άλλοτε ήταν η πίσω αυλή τους. Η παρουσία του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στο Βελιγράδι, η συνάντησή του με τον Σέρβο πρόεδρο Αλεξάνταρ Βούτσιτς και η πραγματικά ενθουσιώδης υποδοχή του έμοιαζαν με εικόνες από διαφορετική εποχή. Η Ρωσία έχει φροντίσει να διατηρήσει την παρουσία της στη Σερβία με διάφορους τρόπους, όπως η πώληση ανεπτυγμένων οπλικών συστημάτων και η συνεργασία σε τομείς όπως η ενέργεια. Οι Σέρβοι έχουν λόγους να εμπιστεύονται τους Ρώσους και προς το παρόν φαίνεται ότι η μεγαλύτερη προτεραιότητά τους είναι η ένταξη στην Ε.Ε. και όχι στο ΝΑΤΟ. Η Βιέννη αλλά και το Βερολίνο αποτελούν συμμάχους της Σερβίας προς αυτή την κατεύθυνση.
Οι… λάσπες
Ωστόσο, όπως πολύ συχνά έχει καταγραφεί στα Βαλκάνια, οι γυαλισμένοι διπλωμάτες πρέπει να ανταλλάσσουν τα σκαρπίνια τους με μπότες Wellingtons για να αποφύγουν τις λάσπες. Οπως αυτές που περιβάλλουν τα διπλωματικά τενάγη που πρέπει να διασχίσει η διεθνής κοινότητα για να κλείσει την εκκρεμότητα ανάμεσα στη Σερβία και στο Κόσοβο. Μόλις την Παρασκευή, ο πρόεδρος της Βουλής του Κοσόβου Κάντρι Βέσελι εμφανίζεται να δηλώνει ότι ο κ. Πούτιν έχει πει στους ομολόγους του σε Πρίστινα και Βελιγράδι πως η Μόσχα ίσως αναγνωρίσει την ανεξαρτησία του Κοσόβου. Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ φαίνεται να ασκούν σημαντικές πιέσεις προς το Κόσοβο, αφενός ώστε να καταργήσουν άμεσα τους δασμούς ύψους 100% στα προϊόντα που εισάγονται από τη Σερβία, αφετέρου να επιδείξουν εποικοδομητική στάση στην προσπάθεια εξεύρεσης συμβιβασμού με το Βελιγράδι. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, οι ΗΠΑ έχουν απειλήσει την Πρίστινα ακόμα και με κυρώσεις. Υπενθυμίζεται ότι επικρατέστερο σενάριο γι’ αυτό τον συμβιβασμό είναι η ανταλλαγή εδαφών και, συγκεκριμένα, της περιοχής της Μιτρόβιτσα στο βόρειο Κόσοβο με την κοιλάδα του Πρέσεβο στη νότια Σερβία. Πρόκειται για μια λύση η οποία έχει αντιπάλους, κυρίως μέσα στο Κόσοβο, που όχι απλώς αντιτίθεται στην ανταλλαγή εδαφών, αλλά συντάσσεται με τη διαπραγμάτευση μονομερούς παραχώρησης του Πρέσεβο από το Βελιγράδι.
Τα Τίρανα
Το δυναμικό πρόσωπο του αλβανικού εθνικισμού δεν είναι ορατό μόνο σε αυτή την κατεύθυνση. Υπενθυμίζεται ότι πριν από λίγες ημέρες ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Εντι Ράμα (υπέρ της ανταλλαγής εδαφών) όρισε ως υπουργό Εξωτερικών της χώρας του έναν Κοσοβάρο, τον Γκεντ Τσακάι. Η κίνηση αυτή οδήγησε σε συνταγματική σύγκρουση με τον πρόεδρο Ιλίρ Μέτα (κατά της ανταλλαγής εδαφών), ο οποίος τελικά ανάγκασε τον κ. Ράμα να αναλάβει ο ίδιος το υπουργείο Εξωτερικών, προκειμένου να αποφύγει ακόμα μία κρίση. Ο θάνατος του ομογενούς Κωνσταντίνου Κατσίφα έφερε στην επιφάνεια και τη δυσκολία των Τιράνων να ομαλοποιήσουν τη σχέση τους με την Αθήνα. Η τακτική της κατάσχεσης ελληνικών περιουσιών στη Χειμάρρα έχει επεκταθεί και σε άλλα σημεία της χώρας. Μόλις την περασμένη Τρίτη, οι αλβανικές αρχές γκρέμισαν κτίσμα που ανήκε σε Ελληνες ομογενείς στα Τίρανα, δίχως να αναγνωρίζουν τίτλους κυριότητας δεκαετιών. Το ζήτημα της ελληνικής εθνικής μειονότητας είναι και το κύριο «αγκάθι» στην προσπάθεια επανεκκίνησης των συζητήσεων για το κλείσιμο των διαφορών ανάμεσα στην Αθήνα και στα Τίρανα.
Ακόμα μεγαλύτερο ερώτημα είναι αυτό που συνδέεται με τους Αλβανούς της ΠΓΔΜ. Η συντριπτική πλειονότητά τους τάσσεται υπέρ της ευρωατλαντικής προοπτικής των Σκοπίων, γι’ αυτό και αντιμετωπίζει θετικά τη συμφωνία των Πρεσπών αλλά και τον σοσιαλιστή, Σλαβομακεδόνα πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ, η κυβέρνηση του οποίου, επιπλέον, νομοθέτησε για την αναβάθμιση του στάτους της αλβανικής γλώσσας σε μεγάλο μέρος της ΠΓΔΜ. Αυτή η θετική ατμόσφαιρα έχει συμβάλει σημαντικά στην επιχειρούμενη επιλογή κοινού υποψηφίου για τις προεδρικές εκλογές του Απριλίου, ανάμεσα στους Σοσιαλιστές του κ. Ζάεφ και στο αλβανικό DUI. Εκτιμάται ότι τα επόμενα χρόνια οι εντάσεις στην ΠΓΔΜ δεν θα είναι εθνοτικές, αλλά θα αφορούν κυρίως τους Σλαβομακεδόνες, οι οποίοι, ανάλογα με τη στάση τους στη συμφωνία των Πρεσπών, έχουν χωριστεί, με κύρια ευθύνη του εθνικιστικού VMRO-DPMNE, σε «πατριώτες» και «προδότες της “μακεδονικής” ταυτότητας».
Ως προς τη διευθέτηση της ονοματολογικής διαφοράς, σχετικά σιωπηλή έχει παραμείνει η Σόφια. Επισήμως, η κυβέρνηση της Βουλγαρίας έχει διατηρήσει ουδέτερη στάση, με εξαίρεση τον υπουργό Αμυνας, ο οποίος ανήκει σε ευρεία ομάδα συμπατριωτών του που δεν αναγνωρίζουν ότι υφίσταται «μακεδονική» γλώσσα. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο πρόβλημα για την ΠΓΔΜ.
Το παιχνίδι της Τουρκίας στην περιοχή
Ενα στοιχείο το οποίο συχνά υποβαθμίζεται είναι ο ρόλος της Τουρκίας στα Βαλκάνια. Μόλις πριν από λίγες ημέρες και αμέσως μετά την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών από τη Βουλή της ΠΓΔΜ, ο υπουργός Εξωτερικών Νικόλα Ντιμιτρόφ επισκέφθηκε την Αγκυρα, όπου εκτός από τον ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου συναντήθηκε με τον πρόεδρο της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης Μπιναλί Γιλντιρίμ, τον υπουργό Αμυνας Χουλουσί Ακάρ και συνεργάτες του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος δεν έχει κρύψει την αντίληψή του για τα Βαλκάνια. Σε αυτό το πλαίσιο η Τουρκία έχει επιχειρήσει οικονομική διείσδυση με επενδύσεις ακόμη και σε κρίσιμες υποδομές, όπως τα αεροδρόμια. Στη Βοσνία, στη Βουλγαρία και στην Αλβανία, αλλά και σε χώρες με μικρότερο τουρκικό πληθυσμό, όπως η Σερβία και η ΠΓΔΜ, οι Τούρκοι επενδύουν σημαντικά ποσά προκειμένου να διατηρήσουν ζωντανή κυρίως την πολιτιστική κληρονομιά της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Υπενθυμίζεται πως αυτή η διάσταση των «δεσμών» της Τουρκίας με κάποιους πληθυσμούς καλλιεργείται και στην Ελλάδα, όπου η θρησκευτική μειονότητα της Θράκης περιγράφεται ως «τουρκική». Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, η Αγκυρα χρησιμοποιεί ως έναν ακόμη μοχλό πίεσης την «παράδοση» γκιουλενιστών που ενδέχεται να ζουν στα Βαλκάνια.