Με την γνωστή ατάκα: «Το ζήτημα έχει διευθετηθεί οριστικά τόσο νομικά όσο και πολιτικά», για άλλη μία φορά το Βερολίνο,επιχείρησε να ξεκόψει κάθε συζήτηση για τις γερμανικές αποζημιώσεις «ξεχνώντας» ότι οι ναζί κατακτητές απομύζησαν τη χώρα οικονομικά και κατέστρεψαν τις υποδομές της.
Επιπλέον οι ναζί απέσπασαν αναγκαστικό δάνειο από την Τράπεζα της Ελλάδος, το οποίο υπολογίζεται με σημερινά δεδομένα σε περίπου 10 δις ευρώ. Αυτό παραμένει μέχρι και σήμερα ανεξόφλητο.
Ο γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ απαντώντας χθες σε ερώτηση της DW κατά την καθιερωμένη ενημέρωση των συντακτών επαναλαμβάνοντας την πάγια γερμανική θέση: «Η θέση μας είναι ότι το ζήτημα περί γερμανικών επανορθώσεων έχει διευθετηθεί οριστικά τόσο νομικά όσο και πολιτικά».
Πού στηρίζονται οι γερμανοί
Ποιες είναι όμως οι πιθανότητες της Ελλάδας να πετύχει τον στόχο της; Σύμφωνα με τον γερμανό νομικό επιστήμονα Ούλριχ Μπάτις, «η ελληνική πλευρά έχει προσπαθήσει επανειλημμένα ενώπιον εθνικών και διεθνών δικαστηρίων. Μέχρι σήμερα δεν είχε επιτυχία», λέει, για να προσθέσει ωστόσο ότι «δεν θα απέκλεια εντελώς το ενδεχόμενο να υπάρχουν πιθανότητες» για την Ελλάδα. Ο γερμανός νομικός επισημαίνει ότι στη Διάσκεψη του Λονδίνου το 1953, η γερμανική πλευρά είχε συμφωνήσει στο πλαίσιο της συνθήκης για το γερμανικό χρέος και είχε επιφυλαχθεί έναντι των εχθρών της στον πόλεμο να διευθετήσει τις πολεμικές οφειλές της οριστικά μετά την υπογραφή συνθήκης ειρήνης.
Μετά τη γερμανική Επανένωση όμως η γερμανική πλευρά «συνειδητά απέφυγε να υπογράψει συνθήκη ειρήνης», εξηγεί ο Ούλριχ Μπάτις. Αντί συνθήκης ειρήνης, υπεγράφη η Συνθήκη 2+4 στην οποία βασίζεται και η γερμανική θέση ότι «εφόσον δεν υπάρχει συνθήκη ειρήνης δεν θα πάρετε τίποτα», εξηγεί ο γερμανός ειδικός.
Πάντως ο ίδιος δε συμμερίζεται ελληνικές αιτιάσεις περί νομικών τεχνασμάτων, τονίζοντας ότι η γερμανική πλευρά δεν επέβαλε τις θέσεις της και ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι υπέγραψαν τη Συνθήκη 2+4.
Γεγονός είναι ότι το Βερολίνο θέλει να αποφύγει να δημιουργηθεί νομικό προηγούμενο μέσα από την περίπτωση της Ελλάδας. Εάν η ελληνική πλευρά δικαιωνόταν, ενδέχεται δεκάδες άλλοι πρώην εχθροί κατά τον πόλεμο να προβούν σε παρόμοιες διεκδικήσεις.
Στην Πολωνία
Η γερμανική κυβέρνηση παρατηρεί προσεκτικά ότι και στην Πολωνία καταβάλλονται προσπάθειες για διεκδίκηση επανορθώσεων. Πάντως ήδη έχουν υπάρξει επαφές ανάμεσα στην ελληνική και την πολωνική επιτροπή διεκδίκησης επανορθώσεων.
Ο πρόεδρος της ελληνικής επιτροπής Τριαντάφυλλος Μηταφίδης αλλά και ο επικεφαλής της αντίστοιχης πολωνικής Αρκάντιους Μούλαρτσικ επιβεβαίωσαν στην DW ότι υπήρξαν συναντήσεις μεταξύ μελών των δύο επιτροπών. «Ορισμένα σημεία στην ελληνική έκθεση ήταν πολύ βοηθητικά για εμάς», δήλωσε ο κ. Μούλαρτσικ, προσθέτοντας ότι «η δική μας έκθεση θα είναι όμως πολύ ακριβέστερη». Εκπρόσωποι της πολωνικής επιτροπής μίλησαν σε συνάντηση στην Αθήνα και με τους δικηγόρους που είχαν εκπροσωπήσει παλαιότερα τα θύματα της ναζιστικής σφαγής στο Δίστομο. «Στην Πολωνία έχουμε χιλιάδες τέτοια χωριά», τόνισε ο Αρκάντιους Μούλαρτσικ στην DW.
Ακόμη υψηλότερες οι πολωνικές διεκδικήσεις
Η πολωνική επιτροπή διεκδίκησης εκτιμά το ύψος των γερμανικών οφειλών ανέρχεται σε 740 δις ευρώ περίπου. Ο επικεφαλής της προανήγγειλε τη δημοσιοποίηση της σχετικής έκθεσης στις αρχές του 2019. Τότε θα φανεί εάν η Πολωνία θα προβεί σε επίσημο αίτημα διεκδίκησης προς το Βερολίνο.
Ο Αρκάντιους Μούλαρτσικ εκτιμά ότι η Γερμανία θα επιχειρούσε να διαχειριστεί ξεχωριστά τα αιτήματα για οφειλές και διατυπώνει μια σκέψη: «Σε περίπτωση που δεν μπορούμε να προχωρήσουμε, θα υπήρχε και η επιλογή μιας συνεργασίας με στόχο τη διεθνοποίηση του ζητήματος». Τότε θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς τη δυνατότητα κοινών συνεννοήσεων, για παράδειγμα στο πλαίσιο πιθανών προσφυγών.
Πάντως είναι γεγονός ότι την αριστερή κυβέρνηση υπό τον ΣΥΡΙΖΑ και την εθνικιστική κυβέρνηση στη Βαρσοβία δεν συνδέουν πολλά κοινά. Όμως το ζήτημα των επανορθώσεων ανήκει στα λίγα κοινά που έχουν. Κοινό σημείο είναι επίσης το γεγονός ότι το θέμα των επανορθώσεων μπορεί να αποβεί επωφελές για τις κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Πολωνία. Και στις δύο χώρες επίκεινται εθνικές εκλογές και το ζήτημα φαίνεται ότι μπορεί να δώσει «πόντους» στους κυβερνώντες τόσο σε Αθήνα όσο και σε Βαρσοβία.
Deutche Welle-Κρίστοφ Χάσελμπαχ, Ροζάλια Ρομάνιετς / Άρης Καλτιριμτζής