Συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό ο μαραθώνιος επαφών του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και του Υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, οι οποίοι σήμερα Τρίτη θα «βρεθούν» στην Ρώμη όπου θα έχουν ξεχωριστές συναντήσεις με τους Ιταλούς ομολόγους τους, ενώ την Τετάρτη ο Αλέξης Τσίπρας θα έχει σημαντική συνάντηση με τον Γάλλο Πρόεδρο Ολάντ και κυρίως με τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.
Είναι προφανές ότι μετά και από την ξεκάθαρη παρέμβαση του Αμερικανού Προέδρου Ομπάμα, ο οποίος επανέλαβε την πάγια θέση του υπέρ της ανάπτυξης και κατά της λιτότητας, και σε δεύτερο επίπεδο μετά τις θετικές δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών της Γαλλίας Μισέλ Σαπέν, το «κλίμα» έχει αρχίσει να αλλάζει από συγκρουσιακό της περασμένης εβδομάδας, σε πιο ήπιο.
Οι δύο αυτές παρεμβάσεις συνοδεύτηκαν και από συγκεκριμένες κινήσεις: την αποστολή υψηλόβαθμων αξιωματούχων του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών με επικεφαλής των αρμόδιο Υφυπουργό, προκειμένου να «διαμεσολαβήσουν» μεταξύ Αθήνας και ΕΕ (δηλαδή Βερολίνου και Ευρωπαϊκής Επιτροπής βασικά) και την ανάληψη ρόλου συμβούλου από τη γαλλική εταιρεία Lazard, όσον αφορά στο ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους από το Υπουργείο Οικονομικών και την «παρέμβαση» Μοσκοβισί στο Βερολίνο με τη συνάντησή του αργά το βράδυ της Δευτέρας με τον Υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, στον οποίο φέρεται να μετέφερε τα βασικά σημεία της παρουσίασης των ελληνικών θέσεων που του έκανε την Κυριακή σε άτυπη συνάντηση ο Γιάνης Βαρουφάκης.
Όσον αφορά στο Βερολίνο, διεμήνυσε ότι ο κ. Τσίπρας και ο κ. Βαρουφάκης είναι «καλοδεχούμενοι» υπενθυμίζοντας ότι δεν έχει κλειστεί κανένα συγκεκριμένο ραντεβού.
Ταυτόχρονα, η Άγκελα Μέρκελ ετοιμάζει βαλίτσες για την Ουάσινγκτον, αν και δεν έκρυψε τη δυσφορία της για την παρέμβαση Ομπάμα, σχολιάζοντας ότι «στο ελληνικό πρόγραμμα δεν προβλέπεται μόνο λιτότητα αλλά και ανάπτυξη». Αν ο γερμανικός Τύπος αποτυπώνει και επίσημες κυβερνητικές διαθέσεις, τότε αναμφιβόλως το Βερολίνο «χαμηλώνει τους τόνους», καθώς τη Δευτέρα πολλά γερμανικά ΜΜΕ, κυρίως εφημερίδες, υπογράμμιζαν ότι είναι πολύ σημαντικό να επιτευχθεί συμβιβασμός ανάμεσα στο Βερολίνο και στην Αθήνα, αναφέρονταν εκτενώς στην ανθρωπιστική κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα και σημείωναν ότι «η Γερμανία κέρδισε από τη δανειοδότηση της Ελλάδας».
Παρόλα αυτά, τίποτε δεν έχει κριθεί ακόμη και όπως φαίνεται μέχρι την κρίσιμη ημερομηνία της 12ης Φεβρουαρίου, οπότε θα πραγματοποιηθεί η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ κατά την οποία αναμένεται ο Αλέξης Τσίπρας να παρουσιάσει ενδελεχώς την ελληνική εναλλακτική πρόταση (το λεγόμενο «πρόγραμμα -γέφυρα»), πολλά ακόμη μένουν να γίνουν, με δεδομένο ότι η ελληνική πλευρά είναι προφανές ότι επιδιώκει να έχει πετύχει μια «ιδιότυπη συμμαχία» που θα της επιτρέψει να «πατήσει πιο γερά στα πόδια της».
Σε επίπεδο περιεχομένου, μέχρι στιγμής, τα στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης υπογραμμίζουν σε κάθε ευκαιρία ότι παραμένουν δεσμευμένοι στον βασικό κορμό των μεταρρυθμίσεων που έχουν ζητηθεί από την Ελλάδα με πρώτο και καλύτερο το φορολογικό σύστημα και την ενίσχυση των φοροεισπρακτικών μηχανισμών, ενώ μετά τις δηλώσεις των πρώτων ημερών, ο κ. Βαρουφάκης κατέστησε σαφές ότι στόχος είναι η ανάπτυξη δια μέσου κυρίως των επενδύσεων.
Επίσης, έχει διατυπωθεί πολλάκις ότι δεν υπάρχει καμία διάθεση ρήξης αλλά συνεννόησης με τους όλους τους εταίρους ενώ μάλιστα, στις τελευταίες του δηλώσεις στους Financial Times, ο κ. Βαρουφάκης δηλώνει ότι θα προτείνει για το ζήτημα του χρέους την «ανταλλαγή» και όχι «κούρεμα».
Τα ζητήματα στα οποία, τουλάχιστον μετά την συνέντευξη Τύπου Ντάισελμπλουμ στην Αθήνα, φάνηκε ότι υπάρχει τριβή ήταν η συνέχιση της έλευσης της Τρόικας στην Αθήνα αν και το πραγματικό σημείο τριβής φαίνεται ότι είναι το αίτημα της νέας κυβέρνησης για «ανάσες», οι οποίες επικεντρώνονται στην ύπαρξη ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και όχι στην επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων σταθερά πάνω από το 3,5% του ΑΕΠ όπως προβλέπεται από το υπάρχον πρόγραμμα.
Αν γίνει δεκτό το δεύτερο αυτό αίτημα, επηρεάζεται και ο τρόπος με τον οποίο αποπληρώνεται το χρέος και κατ’ επέκταση η βιώσιμότητά του. Τα πλεονάσματα αυτά έχουν κριθεί απαραίτητα στο υπάρχον πρόγραμμα ακριβώς για ν’ αποπληρώνεται το χρέος. Στο συγκεκριμένο αυτό σημείο, εκτιμάται ότι η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να διασφαλίσει την σιωπηλή ή λιγότερο σιωπηλή υποστήριξη και άλλων σημαντικών εταίρων, όπως η Ιταλία και η Γαλλία που επίσης επιδιώκουν να υπάρξει, κατ’ αντιστοιχία, χαλάρωση της μείωσης των ελλειμμάτων στο 3% του ΑΕΠ.
Όσον αφορά την ίδια την Τρόικα, τα πράγματα είναι μάλλον πιο θετικά, καθώς όπως φαίνεται η κατάργησή της και η αντικατάστασή της με κάποιο άλλο εποπτικό μηχανισμό ήταν μέσα στις σκέψεις του Γιούνκερ από την πρώτη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων του ως Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και μάλιστα φέρεται να είχε αναθέσει σχετική μελέτη σε συγκεκριμένο κλιμάκιο. Προς το παρόν, πάντως, ο Γιούνκερ, αναμένοντας και τη συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα, εμφανίζεται αποφασισμένος να μην «ανοίξει τα χαρτιά» του επισήμως ως προς το θέμα αυτό, όχι γιατί ο ίδιος διαφωνεί, αλλά θέλει να το χειριστεί με τρόπο τέτοιο ώστε να μην πιστωθεί ως «νίκη» στον ΣΥΡΙΖΑ με αποτέλεσμα να υπάρξουν πολιτικές επιδράσεις και σε άλλες χώρες, ενώ θα προκληθούν αρνητικές αντιδράσεις στις πιο «σκληρές» χώρες του Βορρά. Υπό την έννοια αυτή, εκτιμάται ότι το «μενού» της συνάντησης Τσίπρα-Γιούνκερ θα είναι έντονα διερευνητικό και θα έχει αρκετό από «επίτροπο Αβραμόπουλο» και προεδρική εκλογή στην Ελλάδα με γνωστή πλέον την απροθυμία Γιούνκερ να υπάρξουν αλλαγές.
Σύμφωνα τέλος με τα δημοσιεύματα, ο Γιούνκερ έχει ήδη «στα σκαριά» σχέδιο έκτακτης στήριξης προς την Ελλάδα ή ίσως «στήριξης» κατά την μεταβατική περίοδο μέχρι την οριστικοποίηση της νέας σχέσης Αθήνας – πιστωτών, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι δεν πρόκειται να το γνωστοποιήσει αν δεν ακούσει τις προγραμματικές δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα, καθώς και τα όσα ο Έλληνας Πρωθυπουργός θα πει στον ίδιο και στο Συμβούλιο Κορυφής.