Ολόκληρη η ομιλία του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκου Μητσοτάκη στην ετήσια Γενική Συνέλευση του Σ.Ε.Β.
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, είναι χαρά μου να βρίσκομαι για άλλη μια χρονιά μαζί σας στη Γενική σας Συνέλευση. Είναι πάντα μια ευκαιρία απολογισμού του χρόνου που παρήλθε, αλλά και προγραμματισμού του χρόνου που έρχεται. Και καθώς η αντίστροφη μέτρηση για τις επόμενες εκλογές έχει ουσιαστικά ήδη ξεκινήσει, μου δίνεται σήμερα η ευκαιρία να μιλήσω καθαρά ενώπιον της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας για το τι μπορεί να περιμένει από μια κυβέρνηση της Ν.Δ., αλλά και από εμένα προσωπικά, αλλά και τι περιμένω εγώ από εσάς. Γιατί -όπως σωστά είπατε κ. Πρόεδρε- μαζί πρέπει να πορευθούμε το δρόμο της ανάπτυξης.
Η κοινωνία πια, μετά από οχτώ χρόνια κρίσης, αναγνωρίζει μια αυτονόητη πραγματικότητα. Ότι πλούτος παράγεται όταν οι επιχειρήσεις έχουν κίνητρα να επενδύσουν. Και όταν οι επιχειρηματίες αντιμετωπίζονται από την Πολιτεία ως συνοδοιπόροι κι όχι ως αντίπαλοι στη μεγάλη προσπάθεια για την ανάταξη της χώρας και την οριστική έξοδο από την κρίση. Η συγκυρία στην οποία διεξάγεται η Γενική σας Συνέλευση είναι κρίσιμη για το μέλλον όχι μόνο της Πατρίδας μας, αλλά και της Ευρώπης. Το 3ο πρόγραμμα λήγει τον Αύγουστο, όμως πολλές αβεβαιότητες παραμένουν. Η χώρα έχει ήδη δεσμευθεί σε βαριά μέτρα μετά τη λήξη του 3ου προγράμματος. Οι νέες μειώσεις των συντάξεων και η δραστική μείωση του αφορολόγητου συνιστούν επί της ουσίας ένα τέταρτο μνημόνιο και μάλιστα χωρίς χρηματοδότηση.
Όλοι πια, όλη η ελληνική κοινωνία αντιλαμβάνεται ότι η Ελλάδα θα υπόκειται σε ένα καθεστώς πολύ αυστηρής μεταπρογραμματικής εποπτείας, που καμιά σχέση δεν έχει με το τι συνέβη στην Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο. Την ίδια ώρα, η κρίσιμη εξίσωση της ρύθμισης του ελληνικού χρέους δεν έχει ακόμα λυθεί. Κι αυτό προσθέτει σημαντικούς βαθμούς ανασφάλειας στη δυνατότητα της χώρας μας να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές. Και όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που η Ευρωζώνη εισέρχεται σε νέο κύκλο αστάθειας. Οι εξελίξεις στην Ιταλία, που μονοπωλούν την ειδησεογραφία των τελευταίων ημερών, είναι για εμάς τους Έλληνες ένα ιδιότυπο deja vu. Είναι σαν να ξαναζούμε νοερά, βλέποντας τους γείτονές μας, τι μπορεί να συμβεί όταν το τέρας του λαϊκισμού σπάει τις παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές και υπόσχεται ανεδαφικές λύσεις σε πραγματικά, όμως, προβλήματα.
Δυστυχώς, τρία χρόνια τώρα, η Ελλάδα έχασε μια μοναδική ευκαιρία να μειώσει το κόστος δανεισμού στα αντίστοιχα επίπεδα χωρών του ευρωπαϊκού νότου για να μπορέσει να αντιμετωπίσει την έξοδο στις αγορές με αυτοπεποίθηση. Αλλά -το έχω πει πολλές φορές, το επαναλαμβάνω και σήμερα ενώπιόν σας- το πρόβλημα της χώρας παραμένει κατά βάση πολιτικό. Πρόβλημα αξιοπιστίας. Πρόβλημα εμπιστοσύνης. Πρόβλημα ασυνέπειας λόγων και έργων. Από την άποψη αυτή, μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν δεν είναι χωρίς αξία. Η περσινή σας γενική συνέλευση γινόταν -θυμάμαι- ενώ έτρεχε η δεύτερη αξιολόγηση του Τρίτου Μνημονίου. Θέλω να σας θυμίσω τους πέντε στόχους που έθετε τότε ο κ. Τσίπρας, στην ομιλία την οποία έκανε ενώπιόν σας: Γρήγορο κλείσιμο της αξιολόγησης χωρίς νέα μέτρα. Ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ε.Κ.Τ. Συμφωνία για μείωση του χρέους. Υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μείωση των πλεονασμάτων από 3,5% σε 2,5% για το 2019 και σε 2% για το 2020. Το αποτέλεσμα το ξέρετε. Μηδέν στα πέντε.
Η δεύτερη αξιολόγηση καθυστέρησε 16 μήνες και για να κλείσει, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να φέρει πρόσθετα μέτρα ύψους 5,1 δισ. ευρώ. Μέτρα τα οποία δεν ζητούσε κανείς προηγούμενα και μέτρα τα οποία φυσικά δεν συμπεριλαμβάνονται, επαναλαμβάνω δεν συμπεριλαμβάνονται, στο τρίτο Μνημόνιο. Η ευκαιρία του QE χάθηκε. Η ανάπτυξη -εσείς ως εκπρόσωποι της επιχειρηματικής τάξης, το γνωρίζετε καλύτερα από εμένα- αντί για 2,7% που προβλεπόταν, έκλεισε στο αναιμικό 1,4%. Κι αυτό, παρά το εξαιρετικά θετικό μακροοικονομικό περιβάλλον: Ιστορικά χαμηλά επιτόκια, χαμηλές τιμές πετρελαίου, ισχυρή ανάπτυξη στην υπόλοιπη Ευρώπη. Όσο για το χρέος, ας μην το αναφέρουμε καν. Αυτοί που θα το διέγραφαν μονομερώς, το μεγαλώνουν μέρα με την ημέρα. Σήμερα, βρίσκεται στο 180% του Α.Ε.Π., δηλαδή 60 μονάδες πάνω από εκεί που βρισκόταν πριν από το 1ο Μνημόνιο. Και βέβαια η κυβέρνηση, υπογράφοντας ένα τέταρτο μνημόνιο, αποδέχεται ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα παραμείνουν στο υπερβολικά ψηλό 3.5% μέχρι το 2022. Ένα δημοσιονομικό κοστούμι εξαιρετικά σφιχτό που περιορίζει τους βαθμούς ελευθερίας της χώρας.
Αυτό που σας περιέγραψα είναι το βαρύ τίμημα της αναξιοπιστίας του κ. Τσίπρα. Δεν τον εμπιστεύονται ότι θα κάνει μεταρρυθμίσεις και ότι δεν θα αυξήσει το Δημόσιο με αχρείαστες προσλήψεις και για αυτό δένουν τη χώρα χειροπόδαρα για πολλά χρόνια. Φτάσαμε, στο σημείο η Κομισιόν, να προβλέπει σήμερα ότι το Α.Ε.Π. της χώρας θα διαμορφωθεί στο τέλος του έτους στα 183 δισ. ευρώ. Το 2014 προέβλεπε 217 δισ. ευρώ. Δηλαδή, 34 δισ. ευρώ χαμένα. Ή, αν θέλετε, 8.220 ευρώ μείον από το πορτοφόλι κάθε νοικοκυριού.
Την τριετία 2015-2017, η Ιρλανδία αύξησε το Α.Ε.Π. της κατά 13%. Η Κύπρος αύξησε το Α.Ε.Π. της κατά 9.3%. Η Πορτογαλία κατά 6.1%. Η Ελλάδα κατά 0.9%. 4 αριθμοί, μια σκληρή αλήθεια. Η Ελλάδα, αντί να συγκλίνει, αποκλίνει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ταυτόχρονα, η καταστροφική πολιτική της κυβέρνησης στο φορολογικό και το ασφαλιστικό δημιουργεί νέες ωρολογιακές βόμβες. Με σημαντικότερη αυτή για την οποία δεν μιλάμε συχνά, αυτή του ιδιωτικού χρέους. Οι Έλληνες χρωστούν σήμερα 102 δισ. ευρώ στην Εφορία, 31 δισ. στα ασφαλιστικά ταμεία και περίπου 100 δισ. στις τράπεζες. Εάν προστεθούν και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές στις ΔΕΚΟ και στους Δήμους, οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές των πολιτών φτάνουν τα 240 δισ. ευρώ.
Την ίδια ώρα, εμβληματικές επενδύσεις είναι παγωμένες και οι αποκρατικοποιήσεις γράφονται και ξαναγράφονται στα μνημόνια, αλλά υλοποιούνται με ρυθμούς χελώνας. Οι μόνες αποκρατικοποιήσεις που ουσιαστικά έχουν γίνει τα τελευταία τρία χρόνια, ήταν αυτές που σχεδιάστηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση και τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ πολέμησε λυσσαλέα όταν ήταν στην αντιπολίτευση. Από την COSCO μέχρι την ΤΡΑΙΝΟΣΕ και από τον Ο.Τ.Ε. μέχρι τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια. Την ίδια ώρα, μια πρωτοφανής κομματική επιδρομή φορτώνει το Δημόσιο, πότε με την ίδρυση θέσεων-φαντάσματα για φίλους και συγγενείς και πότε με διορισμούς-ρουσφέτια για εκλογικούς πελάτες. Σύμφωνα με την απογραφή του Δεκεμβρίου του 2017 οι δημόσιοι υπάλληλοι αυξήθηκαν κατά 28.000, οι συμβασιούχοι κατά 14.000 και οι μετακλητοί κατά 500 άτομα, δηλαδή περίπου 30%. Έτσι -κρατήστε το αυτό έχει τη σημασία του- το 2017 οι αμοιβές προσωπικού στο Δημόσιο αυξήθηκαν κατά σχεδόν 500 εκατ. ευρώ, έναντι του 2016, ενώ η αύξηση φτάνει το 1,5 δισ. την περίοδο 2018-2021. Το φάντασμα του πελατειακού κράτους επιστρέφει. Το πληρώνουμε όλοι από τους απίστευτους φόρους -άμεσους και έμμεσους- που καλούμαστε να καταβάλλουμε.
Κυρίες και κύριοι, ασφαλώς και όλα αυτά τα γνωρίζετε. Μιλώ σε ανθρώπους της αγοράς που βρίσκονται στην αιχμή της πραγματικής οικονομίας. Περιττεύει, συνεπώς, να περιγράψω άλλο την παρούσα κατάσταση και ιδιαίτερα την κατάσταση του ιδιωτικού τομέα που αγωνίζεται να σηκώσει κεφάλι. Σε τελική ανάλυση, έχετε και εσείς τις ίδιες εμπειρίες με όλους τους Έλληνες. Τα χρόνια της κρίσης, όμως, ήταν διδακτικά και για την επιχειρηματική κοινότητα. Οι επιχειρήσεις που άντεξαν αυτά τα χρόνια, είναι σήμερα περισσότερο ανταγωνιστικές και καλύτερα προετοιμασμένες για την επόμενη μέρα. Έχετε μειώσει το κόστος σας και εστιάσει τη στρατηγική σας στα συγκριτικά σας πλεονεκτήματα. Έχετε γίνει πιο εξωστρεφείς. Έχετε επενδύσει στην ψηφιακή σας αναβάθμιση. Και κυρίως, έχετε στηρίξει τους εργαζομένους σας, αντιλαμβανόμενοι ότι το μέλλον των επιχειρήσεων είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το ανθρώπινο δυναμικό τους.
Την ίδια ώρα, όμως, ένας ούριος άνεμος πνέει και στον κόσμο της νέας επιχειρηματικότητας. Η κρίση οδήγησε πολλούς νέους ανθρώπους μακριά από τη σιγουριά του Δημοσίου. Και στα φόρα των start-ups, στις μέρες καριέρας, που συχνά επισκέπτομαι, στους διαγωνισμούς νεανικής επιχειρηματικότητας, αλλά και σε αυτούς που αναζητούν ένα μικρό δάνειο από προγράμματα μικροπιστώσεων. Σε όλους αυτούς βλέπει κανείς το σπόρο μιας νέας Ελλάδας, δυναμικής, με αυτοπεποίθηση και σιγουριά. Που ατενίζει τις προκλήσεις ενός κόσμου που αλλάζει ταχύτατα. Που θέλει να ανταγωνιστεί ισότιμα σε μια παγκόσμια αγορά. Που αυτό που ζητά από εμάς τους πολιτικούς είναι απλά να μην τρέχει σε αυτόν τον αγώνα με τα πόδια δεμένα. Δεν περιμένει ολιστικά σχέδια ανάπτυξης που ανακυκλώνουν τετριμμένα κλισέ, πασπαλισμένα με λίγη παλαιοαριστερή χρυσόσκονη. Αλλά ένα συγκεκριμένο και εφαρμόσιμο πλαίσιο πολιτικών, που θα απελευθερώσει την υγιή επιχειρηματικότητα, θα μειώσει δραστικά το αποτύπωμα του κράτους στην οικονομία, θέτοντας ταυτόχρονα ένα νέο πλαίσιο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για το κράτος και την επιχειρηματική κοινότητα. Ένα κράτος που θα αποπνέει σοβαρότητα και εμπιστοσύνη και μία επιχειρηματικότητα που θα ενστερνίζεται αξίες, που θα πηγαίνουν πέρα από το επιχειρηματικό κέρδος. Αυτήν τη σχέση πρέπει να οικοδομήσουμε μαζί.
Κυρίες και κύριοι, όπως σας είπα και στον πρόλογο, στη σημερινή σας συνέλευση θα ήθελα με απόλυτη ειλικρίνεια να σας περιγράψω σύντομα τι μπορείτε να περιμένετε από εμένα, αλλά και τι θα περιμένω εγώ από εσάς, αν οι πολίτες με τιμήσουν με την εμπιστοσύνη τους. Με είκοσι λέξεις θα το έλεγα «όχι άλλους φόρους και εισφορές, ναι σε επενδύσεις και σε νέες δουλειές. Ναι, όμως, και σε μια πραγματικά υγιή επιχειρηματικότητα». Είναι γνωστή η δέσμευσή μου για άμεση μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, στα μερίσματα και στον ΕΝΦΙΑ. Δεν περιορίζομαι, όμως, μόνο εκεί. Για εμένα η φορολογική πολιτική πρέπει να έχει κατεξοχήν αναπτυξιακό πρόσημο. Κίνητρα, τα οποία έχουμε συζητήσει πολλές φορές από κοινού, όπως οι υπεραποσβέσεις, ο διπλασιασμός της περιόδου συμψηφισμού ζημιών με κέρδη, η μείωση της φορολογίας σε επενδύσεις σε έρευνα και τεχνολογία. Αλλά και οι μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές για έσοδα από προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας. Όλες αυτές οι παρεμβάσεις μπορούν να αποτελέσουν τον καταλύτη για να πραγματοποιηθούν σημαντικές επενδύσεις, που πολλοί από εσάς σχεδιάζετε, σήμερα, όμως, λιμνάζουν σε ένα καθεστώς φορολογικής αβεβαιότητας. Ταυτόχρονα, η αποσαφήνιση της φορολογικής κατοικίας και η ενίσχυση του προγράμματος golden visa/non-dom μπορεί να φέρει στην Ελλάδα σημαντικά κεφάλαια από το εξωτερικό.
Η επόμενη κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν πρόκειται να παρακολουθεί απαθής όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου, να προσελκύουν σημαντικά κεφάλαια και εμείς να μην κάνουμε τίποτε. Έχουμε το πιο ωραίο οικόπεδο στον κόσμο και θα προσφέρουμε φορολογικά κίνητρα σε αλλοδαπούς για αγορά κατοικίας στην Πατρίδα μας. Η φορολογική συμμόρφωση θα ενισχυθεί με μείωση φόρων, διεύρυνση της φορολογικής βάσης και επιθετική προώθηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, κάτι στο οποίο προσωπικά πιστεύω πολύ. Και βέβαια, μειωμένοι συντελεστές σημαίνει και βελτιωμένη φορολογική συμμόρφωση από μέρους σας. Η δημόσια διοίκηση έχει πια όλα τα δεδομένα για να εντοπίσει τους φοροφυγάδες και να τους τιμωρήσει αμείλικτα. Οι έλεγχοι θα μπορέσουν, όμως, να είναι στοχευμένοι μόνο αν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί απελευθερωθούν από τα συσσωρευμένα βάρη του απώτατου παρελθόντος. Τρία εργαλεία για αυτό είναι η διαγραφή, επιτέλους, των ανείσπρακτων οφειλών, η πλήρης συμμόρφωση στις αποφάσεις του ΣτΕ για 5ετή παραγραφή και ένα ακέραιο Όργανο Διοικητικής Επίλυσης Διαφορών. Στόχος είναι να αποσυμφορηθεί η διοίκηση και τα δικαστήρια από το τεράστιο στοκ των παλαιών εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, που -αν δεν κάνω λάθος- ξεπερνά τις 250.000. Με άλλα λόγια, κάνουμε μια νέα αρχή. Με νέους κανόνες για μια νέα σχέση εμπιστοσύνης.
Έρχομαι στο ζήτημα του μη μισθολογικού κόστους. Σε συνομιλίες που έχω συχνά μαζί σας, μου λέτε ότι, όσο σημαντική είναι η μείωση των φόρων, άλλο τόσο -και ενδεχομένως και περισσότερο- είναι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εργαζόμενων και εργοδοτών. Και έχετε δίκιο. Το ασφαλιστικό σύστημα και σήμερα, μετά τις πολλές παρεμβάσεις που έχουν γίνει, δεν εξασφαλίζει την αλληλεγγύη των γενεών, μετατρέπει πολλές συντάξεις σε προνοιακά επιδόματα, ενθαρρύνει την εισφοροδιαφυγή και ναρκοθετεί την ανταγωνιστικότητα των συνεπών επιχειρήσεων. Και αυτό πρέπει να αλλάξει. Έχω ήδη δεσμευθεί για ένα ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων, το οποίο και θα παρουσιάσω αναλυτικά τους αμέσως επόμενους μήνες. Το κλειδί είναι η μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα και στον τομέα της συμπληρωματικής σύνταξης, αλλά και της υγείας, πάντα υπό τον αυστηρό έλεγχο του κράτους. Έτσι, θα μπορέσουμε να αρχίσουμε να μειώνουμε τις εισφορές, θα αυξηθεί η ανταποδοτικότητα και ο ασφαλισμένος, αν το επιθυμεί, θα έχει τα κίνητρα που χρειάζονται για να έχει ιδιωτική, συμπληρωματική ασφάλιση.
Κυρίες και κύριοι, με λίγα λόγια σας έδωσα την οπτική μας για τη φορολογία και το Ασφαλιστικό. Επιτρέψτε μου σύντομα να αναφερθώ λίγο στις επενδύσεις. Αποδίδω μεγάλη σημασία στη ριζική βελτίωση του χωροταξικού και πολεοδομικού πλαισίου των οικονομικών δραστηριοτήτων, ώστε να γνωρίζει κάθε επενδυτής πού μπορεί και πως μπορεί να επενδύσει. Προτείνουμε, λοιπόν, την κατηγοριοποίηση των χρήσεων γης σε 4 πεδία: Κατοικία, Παραγωγικές δραστηριότητες, Ειδικές χρήσεις, Τουρισμός. Ταυτόχρονα, απλοποιούμε και την κατηγοριοποίηση των βιομηχανικών δραστηριοτήτων με βάση τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, καταργώντας κριτήρια που αποδείχθηκαν παντελώς ανεπαρκή, όπως το τελείως απαρχαιωμένο «επίπεδο όχλησης». Αναμορφώνουμε πλήρως το πλαίσιο των βιομηχανικών περιοχών ώστε να ενθαρρύνουμε τη συγκέντρωση οικονομικής δραστηριότητας σε οργανωμένους υποδοχείς.
Η εξασφάλιση ρευστότητας μέσω μόχλευσης των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων (EFSI), σε συνδυασμό με τους πόρους του ΕΣΠΑ και των κεφαλαίων του ιδιωτικού τομέα είναι αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα. Και ναι, θα δώσουμε έμφαση σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας: Τουρισμός και δεύτερη κατοικία, προϊόντα με ονομασία προέλευσης του πρωτογενούς τομέα, επενδύσεις στην ενέργεια με ανανεώσιμες πηγές, logistics και συνδυασμένες μεταφορές, μεταποίηση -επιμένω σε αυτό- με έμφαση στις εξαγωγές διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων. Αλλά -γιατί δεν θέλω να το ξεχνάμε- και βέβαια υψηλή τεχνολογία σε όλο της το φάσμα. Η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει το τρένο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Παρουσίασα πριν από λίγες εβδομάδες στον ΣΕΠΕ το σχέδιό μου για το συνολικό και δραστικό ψηφιακό μετασχηματισμό του ελληνικού Δημοσίου, αλλά και της ελληνικής οικονομίας. Αλλά το επενδυτικό κενό που πρέπει να γεφυρωθεί στη χώρα μας -το έχουμε εντοπίσει στα 100 δισ. τα επόμενα 6 με 7 χρόνια- δεν μπορεί να καλυφθεί μόνο από ξένες επενδύσεις. Γι’ αυτό και χρειάζεται ένα «διπλό σοκ» εμπιστοσύνης και αποταμίευσης», ώστε να αυξηθούν οι ελληνικές Ιδιωτικές επενδύσεις. Εσείς να εμπιστευθείτε και πάλι τον τόπο και τις δικές σας επιχειρήσεις και να επενδύσετε περισσότερο στην Πατρίδα μας. Ελληνικές επενδύσεις, που θέλω να θυμίσω συρρικνώθηκαν από τα 46 δισ., το 2008, μόλις στα 11 δισ. ευρώ το 2017.
Το υπόστρωμα όμως για μια επενδυτική έκρηξη υπάρχει. Χαμηλές τιμές κινητών και ακίνητων αξιών, βελτιωμένες υποδομές, πολλές ευκαιρίες για νέες επιχειρηματικές συμπράξεις, και κυρίως ένα καταρτισμένο, πρόθυμο εργατικό δυναμικό εντός -και κυρίως εκτός- Ελλάδας, δημιουργούν τις προοπτικές για μια δυναμική ανάκαμψη που θα στηρίζεται περισσότερο στις επενδύσεις και λιγότερο στην κατανάλωση. Αυτό που λείπει είναι η πολιτική σταθερότητα και μία Κυβέρνηση αποτελεσματική και αποφασισμένη να κάνει ό,τι χρειάζεται για να μη χάσει η Ελλάδα το τρένο της ανάπτυξης. Γι’ αυτό και οι επόμενες εκλογές έχουν τόσο μεγάλη σημασία. Σε μια εποχή που πολλές ευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζουν το τέρας του λαϊκισμού -εμείς έχουμε ήδη πληρώσει το τίμημα αυτής της σύγκρουσης με το ψέμα και τις αυταπάτες- είναι μια μοναδική ευκαιρία για εμάς να καλύψουμε το χαμένο έδαφος.
Κυρίες και κύριοι, θέλω να είμαι απολύτως ξεκάθαρος απέναντί σας. Όπως σας εξήγησα τι πρέπει να περιμένετε από εμένα, έτσι θεωρώ αναγκαίο να σας πω σήμερα τι περιμένω και εγώ από εσάς. Η ανάκαμψη της οικονομίας, όταν θα έρθει, θα πρέπει να αφορά όλους. Όχι μόνο τους λίγους προνομιούχους που βρίσκονται κοντά στα συστήματα εξουσίας, αλλά ολόκληρη την κοινωνία. Και βέβαια, όχι μόνο τους μετόχους των επιχειρήσεων, αλλά και όλο τον κόσμο της εργασίας. Είμαι αποφασισμένος να μην επιτρέψω να αναπαράγουμε τις παθογένειες του παρελθόντος. Και ξέρετε πολύ καλά τι εννοώ. Μια επιχειρηματική ελίτ, εν πολλοίς κρατικοδίαιτη, που λειτούργησε σε μια κλειστή οικονομία προστατευμένη από τον ανταγωνισμό, εκμεταλλευόμενη πελατειακές σχέσεις με την εκάστοτε εξουσία.
Αυτό το μοντέλο -πρέπει να το συνειδητοποιήσουν όλοι- δεν έχει θέση στην Ελλάδα της επόμενης μέρας. Και, επιτρέψτε μου: δεν θα βρει καμία θέση με την επόμενη Κυβέρνηση της Ν.Δ. Από μια επιχειρηματικότητα χωρίς κανόνες πρέπει να περάσουμε σε μια επιχειρηματικότητα με αξίες. Αυτή είναι η πρόσκληση που απευθύνω σήμερα για την επόμενη μέρα. Κοινούς κανόνες καταρχάς για όλους. Δεν θα ανεχθώ οι συνεπείς να νιώθουν ότι αδικούνται. Η παραβατικότητα θα σταματήσει να θεωρείται όρος επιβίωσης ή ακόμη και «μαγκιά». Θα καταδικάζεται και θα τιμωρείται ως αυτό που είναι: αντικοινωνική συμπεριφορά και νάρκη στις κοινές προσπάθειες για ένα καλύτερο μέλλον. Κάποιοι στο παρελθόν φόρτωσαν το κόστος της δικής τους αποτυχίας στις πλάτες των εργαζόμενων, των τραπεζών των φορολογούμενων, διατηρώντας ανέπαφη την προσωπική τους περιουσία. Το λέω ξεκάθαρα σήμερα: Αυτοί δεν έχουν θέση στην Ελλάδα της επόμενης μέρας.
Η Κυβέρνηση της Ν.Δ. θα μειώσει -σας το είπα- φόρους και εισφορές. Αλλά θα το κάνει ακριβώς για να βελτιωθεί η φορολογική συμμόρφωση, να μειωθεί η αδήλωτη εργασία και να περιοριστεί η εισφοροδιαφυγή. Η συμφωνία μας πρέπει να στηρίζεται στην αλήθεια, να ισχύει αμοιβαία και να τηρείται στο όνομα της Πατρίδας μας. Και θα τη συνοψίσω σε πρώτο ενικό πρόσωπο γιατί -πιστέψτε με- είναι ένα αδιαπραγμάτευτο προσωπικό μου στοίχημα η Ελλάδα να αποκτήσει επιτέλους το επιχειρηματικό μοντέλο που της αξίζει.
Σας το λέω λοιπόν όσο πιο καθαρά μπορώ. Δεσμεύομαι ότι θα μειώσω τους φόρους και τις εισφορές, θα απλοποιήσω δραστικά το επιχειρηματικό περιβάλλον, θα διευκολύνω τη ρευστότητα. Αλλά και εσείς, θα πρέπει να δεσμευθείτε ότι θα επενδύσετε στη χώρα μας, θα πληρώνετε τους φόρους και τις εισφορές, θα προστατεύετε το περιβάλλον, θα πραγματοποιείτε περισσότερες και ουσιαστικότερες δράσεις εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Και κυρίως, θα προσέχετε τους εργαζομένους σας και θα τους κάνετε συμμέτοχους στην επιτυχία της επιχείρησής σας. Επιτρέψτε μου να επιμείνω στο τελευταίο στοιχείο αυτής της συμφωνίας αλήθειας, καθώς στην κοινωνία της γνώσης οι εργαζόμενοι είναι το μεγαλύτερο συγκριτικό πλεονέκτημα. Και στο δικό τους πρόσωπο πρέπει να καθρεφτίζεται κάθε επιτυχημένη επιχείρηση. Μικρή ή μεγάλη.
Σε αυτό το πλαίσιο: Αθέμιτες πρακτικές, όπως η αδήλωτη ή ανασφάλιστη εργασία, δεν χωρούν. Ανήθικες εργοδοτικές μεθοδεύσεις, όπως η συμπίεση μισθού με την απειλή απόλυσης, είναι αδιανόητες. Καθυστερήσεις δεδουλευμένων ή απασχόληση πέραν του νόμιμου ωραρίου, δεν συγχωρούνται. Μη τήρηση των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας στον χώρο εργασίας, απλά δεν επιτρέπεται. Αλλά δεν αρκούν μόνο τα αυτονόητα της τήρησης της εργατικής νομοθεσίας. Οραματίζομαι την Ελλάδα μια αναπτυγμένη χώρα της Ευρώπης, με ευρωπαϊκό εργασιακό περιβάλλον που θα ενισχύει την κοινωνική συνοχή.
Γι’ αυτό ακριβώς είμαι έτοιμος να συζητήσω κάθε ιδέα προς αυτήν την κατεύθυνση: Για παράδειγμα, προσλάβετε εσείς νέους συνεργάτες και εγώ θα αναζητήσω τρόπους να τους πριμοδοτήσω. Κάντε εσείς συμμέτοχους τους εργαζόμενους στην επιτυχία σας με stock-options ή με άλλους τρόπους διανομής κερδών, τονώστε την εταιρική κοινωνική ευθύνη κι εγώ θα είμαι ανοιχτός σε φοροαπαλλαγές για να τα πραγματοποιήσετε. Προσφέρετε εσείς ιδιωτικά ασφαλιστικά προγράμματα, ιδιωτική ασφάλεια υγείας ή κάρτες κίνησης στα μέσα μεταφοράς και εγώ συζητώ τα έξοδα αυτά να εκπίπτουν από την εφορία. Θα είμαι δίπλα σας σε ό,τι βοηθά την υγιή επιχειρηματικότητα, που δεν είναι ούτε «δεξιά» ούτε «αριστερή», αλλά καταλύτης προόδου και ευημερίας της κοινωνίας. Και κάτι τελευταίο. Αν υπάρχει ένα πεδίο όπου αποκαλύπτεται θεαματικά το ψεύτικο πρόσωπο της Κυβέρνησης Τσίπρα, αυτό είναι σίγουρα η αγορά εργασίας. Εκεί η κυβερνητική ατζέντα παραμένει σταθερά αντιδραστική, αντι-αναπτυξιακή και επί της ουσίας αντεργατική. Διότι αν η αγορά εργασίας δεν υποστηρίζει την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, τότε δεν υποστηρίζει και την απασχόληση.
Εμείς γνωρίζουμε από πού ερχόμαστε και πού δεν θέλουμε να επιστρέψουμε. Έχουμε κατανοήσει πλήρως τις παρενέργειες που προκαλούσε στην παραγωγικότητα ιδίως της ελληνικής μεταποίησης, αλλά και στη διεθνή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, ο προβληματικός συνδυασμός τριών παραγόντων: Της άνευ προϋποθέσεων επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων σε όλο το εύρος της οικονομίας, της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία και της αρχής της καθολικής υπερίσχυσης των κλαδικών συμβάσεων έναντι των επιχειρησιακών. Αυτό το τρίπτυχο -το ξέρετε καλά- καθιστούσε εξαιρετικά άκαμπτη την αγορά εργασίας, σε βάρος τελικά των ίδιων των εργαζομένων. Είμαστε αποφασισμένοι να μην επιτρέψουμε αυτές οι ρυθμίσεις να αναβιώσουν με τον τρόπο που τις σχεδιάζει η σημερινή Κυβέρνηση. Πρωτίστως, διότι δεν υπηρετούν τα πραγματικά συμφέροντα του κόσμου της εργασίας. Δηλαδή τη δημιουργία πολλών και καλών θέσεων απασχόλησης. Αντίθετα, ανατρέπουν τα μέτρα εκείνα που κατάφεραν να αναχαιτίσουν τη θηριώδη ανεργία. Είναι σίγουρο ότι η ανεργία θα ξαναπάρει την ανιούσα με τυχόν εφαρμογή όσων εξάγγειλε η Κυβέρνηση. Επιπλέον, διότι αυτές οι παρεμβάσεις δεν υπηρετούν τα συμφέροντα της Ελλάδος που παράγει, που θέλουμε να είναι ισχυρή και ανταγωνιστική στις διεθνείς αγορές.
Η μόνη «βιομηχανία» που υπηρετεί το σχέδιο Τσίπρα-Αχτσιόγλου για επαναφορά των εργασιακών στα προ-κρίσης δεδομένα, είναι η «βιομηχανία των εργατολόγων». Που πλεονάζουν στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ και έχουν πλουτίσει καταχρώμενοι ένα σύστημα που δεν υπηρετεί τις ανάγκες της οικονομίας και της εργασίας, αλλά μόνον το προσωπικό τους όφελος. Εγώ δεσμεύομαι ότι η Κυβέρνησή μου θα δει με μεγάλη προσοχή όλα αυτά τα ζητήματα. Χωρίς τις ιδεοληψίες των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Και με αυτήν την ατζέντα, που υποστηρίζει τα συμφέροντα της παραγωγικής Ελλάδας, τότε, ναι, μπορούμε και πρέπει να ανοίξουμε και τη συζήτηση για μια λελογισμένη αύξηση του κατώτατου μισθού. Εξάλλου τον πρώτο λόγο πρέπει να τον έχετε εσείς, οι κοινωνικοί εταίροι. Ναι, μπορούμε να πετύχουμε μια win-win συμφωνία μεταξύ εργαζόμενων και εργοδοτών. Που θα διασφαλίσει από τη μια πλευρά την παραγωγικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Και θα προσφέρει, από την άλλη, προοπτική και αληθινή ελπίδα στους εργαζόμενους. Αυτό το νέο συμβόλαιο είναι η δική μου πρόταση προς εσάς και προς τον κόσμο της εργασίας. Διότι αυτή είναι η πραγματική διαφορά μας με την Κυβέρνηση Τσίπρα: Εμείς δουλεύουμε για να υπάρχουν νικητές και από τις δύο πλευρές του φράχτη. Εκείνοι ασχολούνται αποκλειστικά με τον ταξικό διχασμό και την ενοχοποίηση της επιχειρηματικότητας, αλλά και των ιδεολογικών τους αντιπάλων.
Κυρίες και κύριοι, κλείνω με τις εξής παρατηρήσεις: Η πολιτική δεν γίνεται με λόγια, αλλά με έργα. Έχουμε σχέδιο και αντίληψη για τα βήματα που πρέπει να γίνουν. Ξέρουμε πού πρέπει να πάμε τη χώρα. Γνωρίζουμε τι Ελλάδα θέλουμε. Όλα αυτά δεν θα γίνουν μόνο με νομοθετήματα και διοικητικά μέτρα. Θα γίνουν μαζί με την κοινωνία. Οι ασθενέστεροι οικονομικά πολίτες, που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, δεν ψάχνουν για φιλοδωρήματα και ευεργεσίες. Θέλουν καλύτερες ευκαιρίες για τα παιδιά τους, καλές δουλειές, ποιοτική παιδεία, ασφαλή διαβίωση, δίκαιες αμοιβές και μεταχείριση, αξιοπρεπή περίθαλψη, δίκαιη και χαμηλή φορολογία, σπίτι για την οικογένειά τους και ευκαιρίες για μια νέα επιχειρηματικότητα. Κι εδώ είναι η μεγαλύτερη πρόκληση. Δυστυχώς, η πλειοψηφία της κοινωνίας εξακολουθεί να είναι απαισιόδοξη. Βλέπει κλειστό τον ορίζοντα προς το μέλλον. Οι νέοι θέλουν να φύγουν από τη χώρα. Οι οικογένειες νιώθουν πως δεν θα μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα καθώς τα βάρη αυξάνονται διαρκώς. Οι μεγαλύτεροι νιώθουν πικρία γιατί βλέπουν τους κόπους μιας ζωής να χάνονται. Αυτήν την ατμόσφαιρα πρέπει να την αλλάξουμε.
Την κοινωνία πρέπει να την εμπνεύσουμε και να την ενεργοποιήσουμε ξανά. Και θα το κάνουμε παρά το γεγονός ότι αυτοί που κυβερνούν χρησιμοποιούν ό,τι μέσο έχουν στη διάθεσή τους για να δηλητηριάσουν τη δημόσια ζωή. Η χώρα διανύει μια πρωτοφανή περίοδο με το κράτος Δικαίου να μη λειτουργεί όπως αρμόζει σε μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διάκριση των εξουσιών παραβιάζεται επανειλημμένα από μια Κυβέρνηση που ψεύδεται, όταν δεν εκβιάζει. Που καταπατά τη νομιμότητα όταν δεν προσπαθεί να επαναφέρει στη χώρα το διχασμό και τη μισαλλοδοξία εποχών που τις αφήσαμε για πάντα πίσω μας. Μου είναι αδιανόητο, όταν η χώρα πρέπει να κοιτάζει μόνον το μέλλον της, να βλέπω έναν πρωθυπουργό, που τάχα καμώνεται τον νέο, να επιδιώκει να μας γυρίσει 60 χρόνια πίσω. Δηλαδή σε εποχές που ούτε εγώ, ούτε πόσο μάλλον εκείνος έζησε. Επικαλούμενος δήθεν τη σημασία της ιστορικής μνήμης. Δεν θα τον ακολουθήσω. Γιατί απλούστατα το στοιχειώδες -και το σημαντικότερο- μάθημα που μας διδάσκει η ιστορία είναι να μην επαναλαμβάνουμε τα λάθη της. Και γι’ αυτό είμαι αποφασισμένος να περάσουμε μέσα από όλα αυτά, μέσα από την αυθαιρεσία και τον αυταρχισμό και την παρακμή, και να αποκαταστήσουμε το μεγάλο κεκτημένο της Μεταπολίτευσης: Την ομαλότητα και την κανονικότητα. Άλλωστε, στις Δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα.
Μετά από τρία χρόνια, η Ελλάδα μπαίνει ξανά σε εκλογικό κύκλο με τρεις εκλογές στον ορίζοντα των επόμενων δεκαέξι μηνών. Είναι η ψήφος που θα φέρει κάθαρση και θα αποτελέσει ευκαιρία επανεκκίνησης. Είναι επίσης η στιγμή που οι ζωντανές δυνάμεις θα απελευθερώσουν την προοπτική μιας Ελλάδας που αξίζει καλύτερα. Με κεφάλαιο την αλληλεγγύη και τη δημιουργικότητα, την πίστη και την ικανότητα των Ελλήνων για το καλύτερο. Και με εσάς, τις υγιείς επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους συμμάχους στην οικοδόμηση μιας νέας Ελλάδας. Σας ευχαριστώ πολύ.