Γεροβασίλη: Επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η εφαρμογή ενός ενιαίου σχεδίου ψηφιακής στρατηγικής
«Βασική επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η εφαρμογή ενός ενιαίου, αδιαίρετου και συνεκτικού σχεδίου ψηφιακής στρατηγικής, το οποίο κινείται σε δύο βασικούς άξονες» δήλωσε η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Όλγα Γεροβασίλη, κατά τη διάρκεια της ομιλίας της στη γενική συνέλευση του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας (ΣΕΠΕ).
Σύμφωνα με την Όλγα Γεροβασίλη, «ο πρώτος άξονας αφορά οριζόντιες δράσεις με χρήση της τεχνολογίας, με στόχο την τόνωση και περαιτέρω αναπτυξιακή ώθηση της επιχειρηματικότητας, που δραστηριοποιείται στον τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας και των καινοτόμων εφαρμογών και υπηρεσιών, καθώς και την αύξηση της παραγωγικότητας των εγχώριων επιχειρήσεων, μέσω της διείσδυσης νέων τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία.
Ο δεύτερος άξονας αφορά τη χρησιμοποίηση της τεχνολογίας σαν βασικό εργαλείο αναβάθμισης του μοντέλου διακυβέρνησης, ένα βελτιωμένο μοντέλο διακυβέρνησης στο κομμάτι της οργάνωσης και της λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών».
Στόχος, όπως είπε, είναι η ριζική ανανέωση του τρόπου εξυπηρέτησης των πολιτών, αλλά και της επιχείρησης.
Τόνισε δε, ότι το πέρασμα του σύγχρονου κόσμου στην ψηφιακή εποχή ενέχει σημαντικές προκλήσεις για τη λειτουργία του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Μέσα από την εντατική συνεργασία τους, μπορούν να τις μετατρέψουν σε μεγάλες ευκαιρίες.
«Η αξιοποίηση της τεχνολογίας αποτελεί βασικό εργαλείο στην προσπάθεια μετασχηματισμού της παραγωγικής βάσης της οικονομίας, στη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας και στην προσέλκυση επενδύσεων. Υπό αυτό το πρίσμα, αναδεικνύεται σε μείζονα πολιτική προτεραιότητα η αξιοποίηση των Τεχνολογιών, Πληροφορικής και Επικοινωνιών.
Αυτές οι τεχνολογίες αποτελούν τη βάση για την καλύτερη, αποδοτικότερη και ταχύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών, για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και της επιχειρησιακής λειτουργίας του δημόσιου τομέα, για τον εκσυγχρονισμό και την υψηλή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, την αύξηση της εξωστρέφειάς τους και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Αυτή η χώρα πρέπει και μπορεί να αποτελέσει ένα κέντρο τεχνολογικής καινοτομίας, που θα παράγει και θα εξάγει τεχνογνωσία, υπηρεσίες και προϊόντα, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματά της, όπως είναι το υψηλό μορφωτικό επίπεδο των Ελλήνων επιστημόνων, η δημιουργικότητά τους, το διάχυτο ταλέντο, η εξωστρέφεια, η γεωγραφική θέση, κτλ. Κάθε όραμα, όμως, κάθε στρατηγική επιλογή, κινδυνεύουν να αποτύχουν, αν δεν έχουν στο επίκεντρο των δράσεών τους τον άνθρωπο και αρωγούς όλους τους εμπλεκόμενους φορείς» σχολίασε η κ. Γεροβασίλη.
«Για εμάς, τόσο οι άνθρωποι, όσο και οι επιχειρήσεις του χώρου, αποτελούν συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας. Το πιστεύουμε ειλικρινά και θέλουμε να συνεχίσουμε να έχουμε ακόμη πιο γόνιμη συνεργασία και επαφή μαζί τους, μέσω του θεσμικού φορέα εκπροσώπησής τους, δηλαδή του ΣΕΠΕ.
Η δουλειά μας, από την πλευρά της κυβέρνησης, είναι να δημιουργήσουμε και να ενεργοποιήσουμε τις απαραίτητες υποδομές, αλλά και το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, προκειμένου να μπορέσουν οι επιχειρήσεις του κλάδου να καινοτομήσουν και να δημιουργήσουν.
Καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την οικοδόμηση ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για νέους τομείς ανάπτυξης, ιδίως, στην ψηφιακή οικονομία, αναγνωρίζοντας ότι οι επιχειρηματίες και οι νεοσύστατες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν εμπόδια» σημείωσε η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
«Στο πλαίσιο αυτό»- διευκρίνισε -«έχουμε υλοποιήσει μία σειρά από πρωτοβουλίες. Οι δράσεις αυτές, μαζί με άλλες που δρομολογούμε, συμβάλλουν σημαντικά στο να εδραιωθεί ένα πιο ασφαλές και ευνοϊκό περιβάλλον για την ψηφιακή οικονομία και τις εταιρείες του κλάδου. Η ανάπτυξη του τομέα δεν έχει το χαρακτήρα επιδοματικού τύπου ενισχύσεων, ούτε ως στόχο την ανάπτυξη προϊόντων με μοναδικό αγοραστή το κράτος» αποσαφήνισε η κ. Γεροβασίλη, αναδεικνύοντας, παράλληλα, την ανάγκη για τη δημιουργία ισχυρού εξαγωγικού προφίλ.
Η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης είπε ότι οι παρεμβάσεις αφορούν, επίσης, την υλοποίηση ολοκληρωμένων σχεδίων για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, στο πλαίσιο μίας επικαιροποιημένης τριετούς στρατηγικής για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης.
«Επιθυμούμε να αξιοποιήσουμε την τεχνολογία ως βασικό εργαλείο, τόσο για την αλλαγή του μοντέλου διακυβέρνησης, όσο και για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των δημόσιων υπηρεσιών. Για να το πετύχουμε αυτό, θα πρέπει να αλλάξουμε και το μοντέλο, βάσει του οποίου, μέχρι σήμερα, το Δημόσιο υλοποιούσε τα έργα πληροφορικής» συμπλήρωσε, λέγοντας ότι ο σχεδιασμός και η υλοποίηση γίνονται, με γνώμονα τη βιωσιμότητα και τη διαλειτουργικότητα των έργων και, κυρίως, της συμβολής τους σε ένα εθνικό σχέδιο ψηφιακής πολιτικής».
Όπως δήλωσε, η σημερινή κατάσταση επιβάλλει την άμεση υλοποίηση πολιτικών παρεμβάσεων με την πραγματοποίηση έργων, με διαφανείς και ευέλικτες διαδικασίες, με σύντομο χρόνο υλοποίησης, εύκολες διαδικασίες ανάθεσης και μικρό ρίσκο.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις παραμέτρους, εξήρε, παράλληλα και τη σημασία του νεοσύστατου υπουργείου ψηφιακής πολιτικής.
«Σχεδιάζουμε και αναπτύσσουμε απλοποιημένες υπηρεσίες, με προστιθέμενη αξία προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις» πρόσθεσε η υπουργός, τονίζοντας ότι απαιτούνται, επίσης, παρεμβάσεις στο πλαίσιο της διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού που απασχολεί ο δημόσιος τομέας. «Στο πλαίσιο αυτό, στοχεύουμε στην αύξηση των ψηφιακών δεξιοτήτων του υφιστάμενου προσωπικού, αλλά και στην εισροή νέου- υψηλών ειδικών προσόντων -δυναμικού στις δημόσιες υπηρεσίες. Επιπλέον, σε συνεργασία και με το ΣΕΠΕ, συμμετέχουμε και προωθούμε το ευρωπαϊκό πρόγραμμα e-Skills for Jobs» είπε η κ. Γεροβασίλη.
Από την πλευρά της, η τομεάρχης Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης της Νέας Δημοκρατίας, Άννα-Μισέλ Ασημακοπούλου, εξέφρασε την ικανοποίησή της για τη δημιουργία ενός υπουργείου που έχει ως αντικείμενο τον συντονισμό της ψηφιακής στρατηγικής, ασκώντας, παράλληλα, έντονη κριτική στην κυβέρνηση. «Υπάρχουν έργα τα οποία κάπως κινούνται. Πού είναι οι καινούργιες προσκλήσεις; Το ζητούμενο είναι να πέσουν χρήματα στην αγορά. Με αυτόν το ρυθμό που προχωράει το υπουργείο, πότε είναι το νωρίτερο που μπορεί να υπάρξει συμβασιοποίηση έργου;» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η Μισέλ Ασημακοπούλου τόνισε ότι η Νέα Δημοκρατία δεν είναι ενάντια σε ό,τι χρειάζεται να γίνει σε επίπεδο θεσμικής αναβάθμισης. «Έχουμε δείξει ότι ως αντιπολίτευση, όταν υπάρχουν πράγματα που είναι καλά και πρέπει να τα στηρίξουμε, τα στηρίζουμε, όπως είναι η ψηφιακή υπογραφή» διευκρίνισε η ίδια, δηλώνοντας με κατηγορηματικό τρόπο ότι η ΝΔ θα είναι αρωγός στην προσπάθεια του ΣΕΠΕ προς την κατεύθυνση της εκπόνησης και της υλοποίησης της ψηφιακής στρατηγικής της χώρας και δη με υπερκομματική διάθεση για το καλό της επιχειρηματικότητας του τόπου.