Η οικονομία μπαίνει σε τροχιά σημαντικής ανάκαμψης, η οποία από μόνη της δεν είναι επαρκής για μια ταχεία μείωση της ανεργίας και για την κάλυψη των τεράστιων συσσωρευμένων αναγκών σε υγεία, κοινωνική προστασία και κοινωνικό κράτος, εκτιμά ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Κεφάλαιο.
Όπως εξηγεί, «πρέπει αφενός να εξασφαλίσουμε την ανάκαμψη που μπορεί να μας δώσει το υφιστάμενο “σύστημα”, αφετέρου να βρούμε και να ενεργοποιήσουμε “επιταχυντές”, παράγοντες, δηλαδή, που θα επιταχύνουν την ανάκαμψη και θα την προσανατολίσουν στην κατεύθυνση της δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης». Ως «επιταχυντές», ο κ. Δραγασάκης αναφέρει τη ρύθμιση του χρέους, την προσέλκυση ξένων επενδύσεων (κυρίως παραγωγικών και μακροπρόθεσμων) και την τόνωση της εγχώριας δημόσιας και ιδιωτικής επενδυτικής δραστηριότητας.
Εκτιμά ότι “η διατήρηση των πλεονασμάτων σε υψηλά επίπεδα είναι κοινωνικά ανέφικτη και οικονομικά αναποτελεσματική”, ενώ για τις αποκλίσεις απόψεων κυβερνητικών στελεχών σε θέματα ιδιωτικοποιήσεων, υπογραμμίζει ότι “διαφοροποιήσεις και προσωπικές στρατηγικές δεν έχουν λογική ούτε βοηθούν στο έργο της κυβέρνησης”.
Στο θέμα της ΕΛΣΤΑΤ και της παραπομπής του κ. Γεωργίου, ξεκαθαρίζει ότι η “κυβέρνηση δεν έχει καμία άμεση εμπλοκή με το θέμα”, ενώ προσθέτει πως “κακώς η Κομισιόν παρασύρθηκε, παρεμβαίνοντας μάλιστα και με τρόπο που την εκθέτει”.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο ανασχηματισμού, κάνοντας λόγο για ένα ποιοτικό άλμα το οποίο μπορεί πλέον να οργανώσει η κυβέρνηση, «στον τρόπο που κυβερνάται η χώρα και στη συνολικότερη λειτουργία του πολιτικού συστήματος».
Καταλήγοντας, για το θέμα με τον όμιλο Μαρινόπουλου κάνει σαφές ότι “θέλουμε να τελειώνουμε με τους σκελετούς του παρελθόντος” αλλά και ότι “πρέπει να ξεπεράσουμε ως πολιτικό σύστημα τη λογική των “δικών μας” επιχειρηματιών, των “δικών μας” τραπεζιτών, των “δικών μας” καναλαρχών και των κλειστών ολιγαρχικών συστημάτων”.