Οργανωμένη και συνεννοημένη ήταν η ομάδα που επιτέθηκε στον Παύλο Φύσσα το βράδυ της 17ης Σεπτεμβρίου 2013, όπως εκτίμησε η φοιτήτρια Παρασκευή Καραγιαννίδου, αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας του αντιφασίστα μουσικού.
Η μάρτυρας είπε πως το επίμαχο βράδυ βρέθηκαν με τη φίλη της σε παγκάκι, επί της Παναγή Τσαλδάρη, τη στιγμή που έγινε το περιστατικό. Όπως είπε άκουγαν φασαρία, φωνές χωρίς να βλέπουν από πού. Ύστερα από λίγο είδαν την παρέα του Φύσσα, γύρω στα επτά άτομα, να βγαίνουν επί της Τσαλδάρη περπατώντας με ένταση και πίσω τους να ακολουθούν, σαν να τους κυνηγούν, 20 άτομα, μαυροντυμένα.
Όπως κατέθεσε η κα Καραγιαννίδου, άκουσαν από την παρέα του Φύσσα κάποιος να φωνάζει «τρέξτε», οπότε «τα παιδιά σκορπίσανε». Σύμφωνα με τη μάρτυρα από αυτήν την παρέα έμειναν πίσω δύο παιδιά και μετά από λίγο ήρθε και ένα τρίτο. «Εκείνη τη στιγμή οι 10-15 από την ομάδα που τους κυνηγούσε άρχισαν να επιτίθενται. Το κάθε παιδί είχε δυο-τρεις από αυτούς που το χτυπούσαν. Γύρω, οι υπόλοιποι έκαναν κάτι σαν κλοιό. Κάποιοι από την ομάδα που κυνηγούσε ήταν απέναντι και φωνάζαν, δεν θυμάμαι τι, αλλά φαινόταν να προσπαθούν να εμψυχώσουν αυτούς που χτυπούσαν τα παιδιά».
Σύμφωνα με τη μάρτυρα, τα τρία παιδιά από την παρέα του Φύσσα δέχτηκαν δύο επιθέσεις καθώς κάποια στιγμή έφυγαν αυτοί που χτυπούσαν αρχικά και ήρθαν άλλοι εναντίον τους. Όπως κατέθεσε, μετά από λίγο είδε να προσεγγίζει στο σημείο το αυτοκίνητο του Ρουπακιά και είδε που βγήκε ο οδηγός. «Έπιασε ένα από τα παιδιά που χτυπούσαν οι άλλοι, οι οποίοι του άνοιξαν χώρο. Ο οδηγός έπιασε αγκαλιά το παιδί με το αριστερό του χέρι και με το δεξί τον είδα να κάνει κάποιες κινήσεις. Μετά, τον άφησε και πήγε προς το αυτοκίνητό του».
Σε ερώτηση της προέδρου αν της δημιουργήθηκε η εντύπωση πως ο οδηγός γνωριζόταν με την ομάδα που χτυπούσε με τα παιδιά, η μάρτυρας απάντησε: «Γνωριζόντουσαν σίγουρα. Του άνοιξαν χώρο. Δεν αιφνιδιάστηκαν όταν πλησίασε. Δεν τους φάνηκε περίεργο που πήγε αυτός. Υπήρχε κάποια συνεννόηση ίσως. Δεν έτρεξαν, δεν έφυγαν όταν πλησίασε».
Η μάρτυρας περιέγραψε τη στιγμή που ένας αστυνομικός της ΔΙΑΣ πήγε στο αυτοκίνητο και έβγαλε έξω τον Ρουπακιά. Τότε, όπως είπε, «είδα να βγαίνει κάποιος από τη θέση του συνοδηγού, ψηλός, αδύνατος, με κοντό μαλλί. Βγαίνει και μαζί με κάνα-δυο ακόμη έριχναν κλωτσιές στον αστυνομικό. Προσπάθησαν πιστεύω να ελευθερώσουν τον οδηγό».
Η πρόεδρος ζήτησε να σηκωθούν όρθιοι όλοι οι παρόντες κατηγορούμενοι, προκειμένου η μάρτυρας να αναγνωρίσει κάποιον από όλους αυτούς που είδε το επίμαχο βράδυ. Η κα Καραγιαννίδου τότε είπε ότι εκτός του Ρουπακιά, που τον είχε δει και στο τμήμα, αναγνωρίζει πως «ο κύριος με το μαύρο σακάκι ταιριάζει με τα χαρακτηριστικά του συνοδηγού που είδα» υποδεικνύοντας τον κατηγορούμενο Ιωάννη Καζατζόγλου.
Η μάρτυρας τόνισε στην κατάθεσή της πως από όλα όσα είδε το βράδυ της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα έχει σχηματίσει την εντύπωση ότι η ομάδα που επιτέθηκε ήταν οργανωμένη «δεν δρούσε ο καθένας αυτόνομα, ήταν μαυροντυμένοι, ο τρόπος που κινήθηκαν και ο τρόπος που έφυγαν έδειχνε σαν να ήταν συνεννοημένοι πώς θα κινηθούν».
Νωρίτερα, κατά τον σχολιασμό της κατάθεσης της κας Ζώρζου, συνήγορος υπεράσπισης υποστήριξε ότι υπήρξαν κραυγαλέες αντιφάσεις της μάρτυρα και υπέδειξε στο δικαστήριο να αντιμετωπίζει «με τον δέοντα τρόπο» παρόμοιες περιπτώσεις εξηγώντας ότι «υπάρχει η διαδικασία της αυτόφωρης σύλληψης όταν έχουμε φαινόμενα παραπλάνησης του δικαστηρίου».
Η πρόεδρος, λίγο πριν ξεκινήσει η κατάθεση της κας Καραγιαννίδου έκανε και πάλι σύσταση και στις δύο πλευρές να είναι σύντομες στους σχολιασμούς «γιατί ο χρόνος τρέχει, έχουμε πολλούς μάρτυρες και σε λίγο θα έχουμε πλήρεις αποφυλακίσεις».
Η διαδικασία συνεχίζεται.
Πηγή: imerisia.gr