Κατρούγκαλος: Αποκύημα νοσηρής φαντασίας το δημοσίευμα περί ανώτερης σύνταξης στα 600 ευρώ

Άμεσα αντέδρασε ο πρώην Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Γιώργος Κατρούγκαλος στο δημοσίευμα της Εφημερίδας των Συντακτών που ανέφερε ότι ο ίδιος έχει καταθέσει πρόταση για μείωση των συντάξεων στα 600 ευρώ.

Ο κ. Κατρούγκαλος έκανε λόγο για προβοκάτσια και βρόμικο πόλεμο σε βάρος του, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Ποιος τρελός θα έκανε εισήγηση για ανώτατη σύνταξη 600 ευρώ;»

Σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφημερίδας, το σενάριο περί ανώτατης σύνταξης στα 600 ευρώ επεξεργάζεται η Επιτροπή Σοφών που έχει συστήσει ο πρώην Υπουργός. Ο κ. Κατρούγκαλος στις δηλώσεις του είπε ότι το δημοσίευμα είναι αποκύημα νοσηρής φαντασίας και το συνέδεσε με την προεκλογική περίοδο. Ωστόσο, τόνισε ότι θεωρεί το γεγονός ατυχές, δεν το ταυτίζει με την εφημερίδα και δεν επιθυμεί να υπάρξει μέσα από αυτό ένας εμφύλιος της Αριστεράς.

Είχαν προηγηθεί δηλώσεις της εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Όλγας Γεροβασίλη, η οποία είχε υποστηρίξει ότι το δημοσίευμα εντάσσεται στο πλαίσιο μιας σειράς ψευδών να ανυπόστατων ειδήσεων που στοχεύουν πρόσωπα, με σκοπό, όμως, να πληγεί ο ΣΥΡΙΖΑ και να δοθεί η δυνατότητα στη Νέα Δημοκρατία να συγκυβερνήσει όπως επιθυμεί. Σε ερώτηση αν πίσω τα δημοσιεύματα υπάρχει δάκτυλος και πρώην συντρόφων του ΣΥΡΙΖΑ που σήμερα έχουν κάνει κόμμα, η κ. Γεροβασίλη είπε ότι δεν κατηγορεί συλλήβδην τα Μέσα και τους αντίστοιχους ρεπόρτερ που κάνουν τη δουλειά τους.

«Δεν εννοώ αυτό, εννοώ ότι παράλληλα με αυτό υπάρχουν και είναι ύποπτα όλα αυτά, εγώ δεν θα κάτσω να κάνω δικαστήριο ποιος το έκανε και ποιος δεν το έκανε, στο πίσω μέρος του μυαλού μας νομίζω ότι ξέρουμε και εμείς», είπε. Επομένως, συνέχισε, είναι οργανωμένο σχέδιο από κύκλους που απλά θέλουν να ρίξουν την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και να αποτελέσει παρένθεση η αριστερά στην Ελλάδα. Αυτό δεν θα αφήσουμε να συμβεί, δεν θα επιτρέψει ο λαός να συμβεί, κατέληξε.

Ο Γιώργος Κατρούγκαλος απυήθηνε επιστολή στην Εφημερίδα των Συντακτών, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα, από το γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ. Η επιστολή αναφέρει στο εξής:

«Στο χθεσινό φύλλο της έγκυρης εφημερίδας σας φιλοξενήσατε σειρά παραπλανητικών δημοσιευμάτων περί -δήθεν- πρότασης μου για ‘σύνταξη έως 600 Ευρώ’. Κατ’ αρχάς να επισημάνω ότι ο συντάκτης σας δεν επικοινώνησε μαζί μου για την διασταύρωση των πληροφοριών του, όπως επιβάλλει η δημοσιογραφική δεοντολογία. Περαιτέρω, η μέθοδος της ‘μονταζιέρας’ με τη μείξη αποσπασμάτων από τα υλικά της επιτροπής με κατασκευασμένα στοιχεία άγνωστης προέλευσης δεν ταιριάζει σε εφημερίδα του ήθους της ΕφΣυν.

» Ουδέποτε πρότεινα εισαγωγή ρήτρας μηδενικού ελλείμματος, πολύ λιγότερο τερατωδίες όπως αυτή του τίτλου σας ‘Μία σύνταξη έως 600 Ευρώ’. Άλλωστε οι θέσεις μου για τα κοινωνικά δικαιώματα, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο είναι γνωστές και δεν είναι εύκολο να αποτελέσουν αντικείμενο συκοφαντίας και διαβολής.

» Ο λόγος συγκρότησης της Επιτροπής για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού ήταν να διατυπωθούν προτάσεις για ένα νέο, δικαιότερο συνταξιοδοτικό σύστημα, ακριβώς για να μην μειωθούν οι συντάξεις, όπως προβλέπουν οι μνημονιακοί νόμοι του 2010 και 2012. Η δυνατότητα να υποκαταστήσουμε με μια δική μας, εθνική μεταρρυθμιστική πρόταση τις επιμέρους προβλέψεις του μνημονίου ήταν από τις βασικές διεκδικήσεις μας στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης και περιλήφθηκε στο μνημόνιο.

» Η Επιτροπή βρίσκεται ακόμη στο αρχικό στάδιο των εργασιών της και επεξεργάζεται πολλές εναλλακτικές προτάσεις προς την κατεύθυνση αυτή. Η αναφορά της εφημερίδας σας ότι -τάχα- η Επιτροπή απλώς ‘θα προσδώσει κύρος στις πολιτικές αποφάσεις του κ. Κατρούγκαλου’ είναι ιδιαίτερα προσβλητική για τα μέλη της Επιτροπής, αντιπροέδρους και δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου και καθηγητές του δικαίου κοινωνικής ασφάλισης. Σε κάθε περίπτωση, οι προτάσεις της Επιτροπής δεν είναι δεσμευτικές για κανένα, θα συμβάλλουν απλώς στην αναγκαία γενικευμένη πολιτική συζήτηση που πρέπει να ακολουθήσει.

» Ελπίζω στο μέλλον, εν όψει μιας ιδιαίτερα κρίσιμης προεκλογικής περιόδου, η Εφημερίδα σας να μην υποκύψει ξανά στον πειρασμό παραπλανητικών εντυπωσιασμών που δεν συντελούν σε μια ουσιαστική πολιτική συζήτηση.»