Η γαλλική κυβέρνηση δεν θέλει να επιτρέψει μια έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, αναφέρει σε άρθρο της με τίτλο «Γαλλογερμανική πρόβα πριν την κρίσιμη σύνοδο κορυφής» η γερμανική εφημερίδα Die Zeit, προσθέτοντας ότι ο Γάλλος Πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ θέτει σε κίνδυνο το δικό του πολιτικό μέλλον.
Η Γερμανίδα Καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ και ο Γάλλος Πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ ήθελαν με τη χθεσινή τους συνάντηση να κάνουν μια πρόβα πριν τη σημερινή κρίσιμη σύνοδο κορυφής για την Ελλάδα, εκτιμά η Zeit.
Και οι δύο ηγέτες προσπάθησαν να πλησιάσουν ο ένας τις θέσεις του άλλου, ώστε να μπορέσουν να εμφανίσουν κοινό μέτωπο, προσθέτει η εφημερίδα. «Η πόρτα για τις διαπραγματεύσεις παραμένει ανοικτή»: αυτή η φράση της Μέρκελ ήταν ο τρόπος της να πλησιάσει τη θέση της γαλλικής κυβέρνησης, η οποία επιμένει ότι παρά το «όχι» στο δημοψήφισμα της Κυριακής εξακολουθεί να είναι εφικτό να βρεθεί μια λύση στην κρίση στην Ελλάδα. Ο Ολάντ από την πλευρά του υποχώρησε στις απαιτήσεις του Βερολίνου λέγοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει πλέον να υποβάλει «σοβαρές και αξιόπιστες προτάσεις», αν επιθυμεί να παραμείνει στην Ευρωζώνη.
Μένει να δούμε τι θα συμβεί στη σημερινή σύνοδο κορυφής. Στη Γαλλία, εξηγεί η Zeit, παρατηρητές αναμένουν ότι ο Ολάντ θα αλλάξει στάση και θα αναλάβει ηγετικό ρόλο. Δεν θα αφήσει τη Μέρκελ και τον υπουργό Οικονομικών της Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να δώσουν τον τόνο στη σύνοδο.
«Ένας μεσολαβητής είναι απαραίτητος και αυτός μπορεί να είναι μόνο η Γαλλία, με την υποστήριξη της Ιταλίας», εκτίμησε ο Γκαέλ Μπριστιέ πολιτικός επιστήμονας.
Όπως αναφέρει ο Ρομαρίκ Γκοντέν δημοσιογράφος της γαλλικής εφημερίδας La Tribune, ο Γάλλος πρόεδρος είχε αφήσει τη Γερμανίδα καγκελάριο να έχει τον πρώτο ρόλο στις διαπραγματεύσεις απλώς επειδή ποτέ δεν είχε πιστέψει ότι ένα Grexit είναι πιθανό.
«Ξύπνησε μόλις πριν μερικές εβδομάδες. Είναι λίγο αργά. Στο Eurogroup τα περισσότερα κράτη είναι εναντίον της Ελλάδας, εκτός από τη Γαλλία και την Ιταλία», σημείωσε ο Γκοντέν.
Το γεγονός ότι πλέον ο Ολάντ αλλάζει στάση, και έχει την υποστήριξη του Γάλλου υπουργού Οικονομικών Μισέλ Σαπέν και του υπουργού Οικονομίας Εμανουέλ Μακρόν, οφείλεται και στο γεγονός ότι η Γαλλία έχει δανείσει 68 δισ. ευρώ στην Ελλάδα.
Όμως, σύμφωνα με τον Ερίκ Ντορ, διευθυντή οικονομικών ερευνών του IESEG στο Παρίσι, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ότι έπειτα από ένα Grexit, η Γαλλία και ίσως η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία ή και το Βέλγιο να αναγκαστούν να πληρώνουν υψηλότερα επιτόκια για τα κρατικά τους ομόλογα.
«Στις αγορές θα αναρωτηθούν ποια χώρα θα είναι η επόμενη. Για να προστατευθούν οι επενδυτές θα ζητούν ασφάλιστρα κινδύνου για τον κίνδυνο μιας εξόδου από το ευρώ. Αυτό σίγουρα θα επιδεινώσει την κατάσταση των δημοσιονομικών της Γαλλίας», εκτίμησε ο Ντορ.
Παράλληλα, επισημαίνει η Zeit, πρέπει να υπολογιστούν και οι πολιτικές συνέπειες και στο εσωτερικό της Γαλλίας. Η άκρα αριστερά, όπως και κάποιοι βουλευτές του Σοσιαλιστικού Κόμματος που ζητούν να πάψει το Παρίσι να ακολουθεί μια αυστηρή πολιτική λιτότητας, θεωρούν το ελληνικό «όχι» νίκη τους.
Ο Ολάντ χρειάζεται τις ψήφους της αριστεράς αν θέλει να διατηρήσει ζωντανές τις ελπίδες του να διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία της Γαλλίας το 2017. Σε αντίθεση με τη Μέρκελ, την οποία δεν θα έβλαπτε πολιτικά μια έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, για τον Ολάντ θα ήταν μια πολιτική αποτυχία, σημειώνει η γερμανική εφημερίδα.
Όμως ακόμη και στο Βερολίνο γνωρίζουν ότι υπάρχει ο κίνδυνος στο μέλλον οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ να ακολουθούν δύσκολα τη γαλλογερμανική ηγεσία στην περίπτωση που αυτή τη φορά δεν καταφέρει να ξεπεράσει την κρίση.
Από το ελληνικό «όχι» θα προσπαθήσει να κερδίσει και η ευρωσκεπτικιστική δεξιά της Γαλλίας. «Πιστεύω ότι πρέπει να παραδεχθούμε πως το ευρώ απέτυχε. Πρέπει λοιπόν να συμφωνήσουμε να επιστρέψουμε στο εθνικό μας νόμισμα», είπε η Μαρίν Λεπέν ήδη τη Δευτέρα το πρωί.
Γι´ αυτούς τους λόγους Ολάντ και Μέρκελ πρέπει να προσπαθήσουν να καταλήξουν σε μια συμφωνία με την οποία καμία από τις δύο πλευρές δεν θα νιώσει ότι ταπεινώνεται.
Πηγή: ΑΠΕ