Us Versus Them

Αναρωτιέμαι τις τελευταίες μέρες: έχω άδικο που πιστεύω ότι ο φανατισμός έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για το γεγονός ότι φτάσαμε εδώ που φτάσαμε;

Συνεχίζω να πιστεύω ότι παρά τα σκαμπανεβάσματα της τελευταίας στιγμής, στο τέλος της ημέρας (το λέω μεταφορικά, του Σαββατοκύριακου για να είμαστε πιο ακριβείς) θα έχουμε μια συμφωνία, δεν θεωρώ πως υπάρχει το περιθώριο για κάτι άλλο. Αλλά με θλίβει και με προβληματίζει η επιθετικότητα -σχεδόν εχθρότητα- που παρατηρώ να έχει φωλιάσει στα λόγια και στις πράξεις των δύο “πόλων” που έχουν εσχάτως διαμορφωθεί στο εσωτερικό της κοινωνίας μας: οι φιλοκυβερνητικοί και οι αντικυβερνητικοί.

Ίσως βέβαια να έπρεπε να χαίρομαι που οι γραμμές άλλαξαν, μπλέχτηκαν, θόλωσαν, από το πρώτο δίπολο της ελληνικής κρίσης, τον άστοχο διαχωρισμό μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών. Αλλά όχι, δεν χαίρομαι, γιατί θεωρώ ότι ο διχασμός που συντελείται, ξανά και ξανά, είναι καταστροφικός. Γιατί το γεγονός ότι βρίσκω άστοχη τη διαπραγματευτική πολιτική της κυβέρνησης να με μετατρέπει στα μάτια κάποιων σε άσπονδη φίλη των δανειστών; Γιατί το γεγονός ότι εντοπίζω κακώς κείμενα στη σημερινή κατάσταση να ερμηνεύεται ως άφεση αμαρτιών στις προηγούμενες κυβερνήσεις;

Η αλήθεια είναι ότι έβρισκα ανεδαφικές τις προεκλογικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ (όπως ήταν ανεδαφικές και οι υποσχέσεις πολλών προηγούμενων), συγχρόνως όμως καταλάβαινα την ανάγκη πολλών συμπολιτών μου να ψηφίσουν κάτι διαφορετικό, να δώσουν μια ευκαιρία σε κάτι άλλο. Αντιλαμβάνομαι και σέβομαι και τον θυμό και το άγχος και την απογοήτευσή τους, θα ήθελα όμως και αυτοί να καταλαβαίνουν και τα αντίστοιχα δικά μου συναισθήματα.

Γιατί πρέπει πια να αντιληφθούμε όλοι μας ότι μόνο μέσα από την ψύχραιμη σύνθεση, και σίγουρα όχι μέσα από τη συναισθηματική απομόνωση, θα μπορέσουμε να πραγματοποιήσουμε τις αλλαγές που όλοι ξέρουμε ότι χρειάζεται η χώρα μας, που θα μας επιτρέψουν να γυρίσουμε επιτέλους σελίδα.