Την ώρα που οι διαπραγματεύσεις φαίνεται να βρίσκονται υπό κατάρρευση και οι φίλοι της Αθήνας λιγοστεύουν, πολλοί αναρωτιούνται ποια στρατηγική μπορεί να ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση. Ο κ. Gideon Rachman σε άρθρο του στους Financial Times ζυγίζει τις πιθανές απαντήσεις.
«Όταν η ριζοσπαστική αριστερά κέρδισε την εξουσία στην Ελλάδα τον Ιανουάριο, πολλά ειπώθηκαν για το γεγονός ότι ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο νέος Υπουργός Οικονομικών, είναι ένας ακαδημαϊκός οικονομολόγος. Πολλοί ανέμεναν ότι η διαπραγματευτική στρατηγική της Ελλάδας θα εμφάνιζε μια νέα λεπτότητα και ευφυΐα, τώρα που θα την καθοδηγούσε ένας εκ των συγγραφέων μιας Κριτικής Εισαγωγής στη θεωρία παιγνίων. Ωστόσο, λίγους μήνες μετά, η Ελλάδα ξεμένει από φίλους και χρήματα. Ενόσω η χρεοκοπία επικρέμαται πάνω από την Αθήνα, ακόμη και οι πιο υποστηρικτικοί για την Ελλάδα σχολιαστές έχουν περιέλθει σε αμηχανία από τις ενέργειες της νέας ελληνικής κυβέρνησης.
Τι παιχνίδι παίζουν λοιπόν οι Έλληνες; Ιδού τέσσερις πιθανές υποθέσεις:
Παιχνίδι 1: Mπλοφάρουν και εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ακόμα μπορούν να κερδίσουν. Η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα μπορεί να εξακολουθεί να πιστεύει ότι η Ε.Ε. δεν θα ανεχθεί τελικά τη διάλυση του πιο σημαντικού της πρότζεκτ – του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος. Η απώλεια πολιτικού κύρους θα είναι τεράστια. Οι κίνδυνοι εξάπλωσης της χρηματοπιστωτικής κρίσης είναι πάρα πολύ μεγάλοι. Όμως η Ε.Ε. δεν θα προβεί σε σοβαρές παραχωρήσεις μέχρι τη στιγμή που θα πιστέψει πραγματικά ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να φύγει από το ευρώ. Έτσι, ορισμένες ενδείξεις χάους και πανικού στην Αθήνα ίσως να είναι απαραίτητες για να πείσουν την Ε.Ε. ότι το παιχνίδι φτάνει στο τέλος του.
Παιχνίδι 2: Μπλοφάρουν και μόλις τώρα συνειδητοποιούν ότι έχουν υπολογίσει λάθος. Ο Αλέξης Τσίπρας και το κόμμα του είναι νεοεισερχόμενοι στην υψηλή πολιτική της Ε.Ε. Κέρδισαν τις εκλογές τον Ιανουάριο πιστεύοντας ότι θα μπορούσαν να επιβληθούν κατά της «λιτότητας», με το να βρουν φίλους και ομοϊδεάτες σε όλη την Ευρώπη. Οι τελευταίοι μήνες υπήρξαν μια οδυνηρή εμπειρία «εκπαίδευσης» πάνω στην πραγματικότητα της ευρωπαϊκής πολιτικής. Οι θεωρίες του κ. Βαρουφάκη δεν δούλεψαν στην πράξη, οδηγώντας τον μάλιστα να θρηνεί την απουσία του «ενός ικανού θεωρητικού στη θεωρία παιγνίων από την απέναντι πλευρά». Αλλά η ετεροχρονισμένη συνειδητοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος τώρα θα πρέπει να αποδεχθεί σε μεγάλο βαθμό τους όρους των πιστωτών ή να εγκαταλείψει το ευρώ – έχει φτάσει αργά, σε ένα επικίνδυνο χρονικό σημείο.
Παιχνίδι 3: Όλα γίνονται για να κρατηθεί η εξουσία στο εσωτερικό. Το ασυνάρτητο διαπραγματευτικό στιλ της ελληνικής κυβέρνησης προδίδει στην πραγματικότητα το χάος στην Αθήνα. Εν μέρει, αυτό αποτελεί αντανάκλαση της απειρίας και της έλλειψης πόρων στην ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά το κόμμα μπορεί επίσης να παγιδευτεί από την εσωτερική πολιτική στην Ελλάδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας συνασπισμός και το σκληροπυρηνικό αριστερό τμήμα του κόμματος είναι πιθανό να αποχωρήσει εάν ο κ. Τσίπρας δεχτεί τη λιτότητα με αντάλλαγμα τη νέα συμφωνία με τους πιστωτές της Ελλάδας. Το ευρύτερο εκλογικό σώμα ενδέχεται επίσης να μην εντυπωσιαστεί καθόλου. Η επίτευξη μιας συμφωνίας θα μπορούσε άρα να σηματοδοτήσει το τέλος της πολιτικής καριέρας του κ. Τσίπρα.
Παιχνίδι 4: Η Ελλάδα θέλει πραγματικά να εγκαταλείψουν το ευρώ. Μεταξύ των ακαδημαϊκών και πολιτικών που διατελούν σύμβουλοι στο ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν αναμφίβολα μερικοί που πάντα πίστευαν ότι η Ελλάδα θα πρέπει τελικά να εγκαταλείψει το ευρώ. Θεωρούν ότι η χώρα μπορεί να ανατρέψει τη φθίνουσα πορεία της οικονομίας της, αν αποκηρύξει ένα μέρος ή όλο το χρέος της – και ξέρουν ότι το τίμημα για αυτό πιθανό να είναι η έξοδος από το ευρώ. Επιπλέον, αφού η Ελλάδα βρεθεί εκτός ευρώ, ένα νέο νόμισμα θα μπορούσε να βοηθήσει στην αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Κάποιοι στο ΣΥΡΙΖΑ, επίσης, πιστεύουν ότι το ευρώ και η ΕΕ γενικότερα δεν μπορούν να διαχωριστούν από τις «νεοφιλελεύθερες» οικονομικές πολιτικές που απορρίπτουν.
Η δυσκολία είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία την ώρα που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων θέλουν να παραμείνουν εντός ευρώ. Γι ‘αυτό είναι ζωτικής σημασίας για την ελληνική κυβέρνηση το να κατασκευάσει μια αφήγηση στην οποία ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να κάνει μια πραγματική προσπάθεια να μείνει στο ενιαίο νόμισμα – μόνο που θα εξαναγκαστεί να βγει εξ’ αιτίας των παράλογων ξένων, με επικεφαλής τους Γερμανούς.
Ποιο από αυτά τα παιχνίδια είναι αυτό που πραγματικά παίζεται στην Αθήνα; Υποψιάζομαι ότι υπάρχουν στοιχεία και από τα τέσσερα σε αυτό που συμβαίνει. Ακόμη και τώρα, οι ιθύνοντες στην Αθήνα αμφιταλαντεύονται μεταξύ του παιχνιδιού 1 και 2 – πεπεισμένοι ότι θα υπάρξει μια στιγμή όπου η Ε.Ε. θα προσφέρει τελικά μια καλύτερη συμφωνία, από φόβο μπροστά στο ενδεχόμενο να μην προκύψει καμία τέτοια συμφωνία.
Κάποια στοιχεία από τη φαινομενικά ασυνάρτητη συμπεριφορά του κ Τσίπρα – όπως ότι υπόσχεται να κάνει μια πληρωμή προς το ΔΝΤ και, στη συνέχεια, την καθυστερεί – οφείλονται επίσης στις πολιτικές δυσκολίες του στο εσωτερικό. Και ενώ η ομάδα των θεωρητικών του ΣΥΡΙΖΑ που πραγματικά θέλει η Ελλάδα να εγκαταλείψει το ευρώ μπορεί να συνιστά μειοψηφία, ο αριθμός των μελών της σίγουρα θα αυξηθεί όσο η κρίση εντείνεται.
Η αβεβαιότητα σχετικά με το ποια είναι η κινητήρια δύναμη της Αθήνας ενισχύεται επίσης από το γεγονός ότι παρόμοια ερωτήματα μπορούν να τεθούν και σχετικά με τα κίνητρα των Βρυξελλών και του Βερολίνου. Θα μπορούσε κάλλιστα να υποστηριχθεί ότι η γερμανική κυβέρνηση μπλοφάρει, με την προσδοκία μιας ελληνικής συνθηκολόγησης, ή ότι η ομάδα της καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ έχει υπολογίσει λάθος, περιμένοντας ότι οι Έλληνες θα «συμπεριφερθούν λογικά». Ή ότι η γερμανική κυβέρνηση, όπως και η ελληνική είναι παγιδευμένη στην εσωτερική πολιτική. Ή, τέλος, ότι υπάρχουν πολλοί στη Γερμανία, κυρίως στο υπουργείο Οικονομικών, που θέλουν πλέον να αναγκάσουν την Ελλάδα να βγει από το ευρώ.
Η αβεβαιότητα από τη μία πλευρά του τραπεζιού αυξάνει την αβεβαιότητα και στην άλλη πλευρά. Όταν η μια πλευρά πιστεύει ότι οι υπολογισμοί της άλλης πλευράς μετατοπίζονται, τότε είναι πιο δύσκολο να κάνει μια ορθολογική αξιολόγηση του τι πρέπει να γίνει προκειμένου να εξασφαλίσει μια συμφωνία.
Δυστυχώς, το “παιχνίδι” που είναι σε εξέλιξη ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της, φαίνεται λιγότερο σαν μια εκλεπτυσμένη άσκηση σε αίθουσα σεμιναρίων του Καίμπριτζ και περισσότερο σαν τη σκηνή της ταινίας «Επαναστάτης χωρίς αιτία», κατά την οποία δύο αυτοκίνητα τρέχουν προς ένα γκρεμό – και κάθε οδηγός περιμένει τα νεύρα του άλλου να σπάσουν πρώτα. Στην ταινία, η σκηνή τελειώνει με έναν από τους οδηγούς να πέφτει από το γκρεμό».