Τις δημοσιονομικές οδηγίες ανά χώρα για την επόμενη τετραετία ετοιμάζεται να στείλει η Κομισιόν - Τι βλέπουν για την Ελλάδα
Η Ευρώπη κλυδωνίζεται, έχοντας μπει σε μια ακόμα φάση εσωστρέφειας μετά το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών 2024.
Και δεν είναι μόνο τα παζάρια για το ποιοι / ποιες θα καταλάβουν τις θέσεις- “κλειδιά” στα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι κυρίως το πού θα στραφεί το “καράβι” σε μια συγκυρία όπου τα πάντα είναι ρευστά, με δύο ανοικτά πολεμικά μέτωπα, με τις οικονομίες να πασχίζουν να σταθούν στα πόδια τους, με νοικοκυριά κι επιχειρήσεις να ασφυκτιούν.
Κι όλα αυτά χωρίς να μπαίνει ακόμα στην εξίσωση το αποτέλεσμα των επικείμενων αμερικανικών εκλογών, που αναμένεται να αλλάξουν τα δεδομένα στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και στην Ευρώπη και στην Ασία, αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για επικράτηση του Ν. Τραμπ.
Ο παραλογισμός
Κι όμως! Σε αυτήν τη μεταβατική περίοδο, η Κομισιόν που αναδομείται, ετοιμάζεται να δεσμεύσει τις εθνικές κυβερνήσεις, με δημοσιονομικές κατευθύνσεις και μάλιστα όχι μόνο για το 2025- πρώτο έτος εφαρμογής των νέων δημοσιονομικών κανόνων- αλλά για τα επόμενα τέσσερα χρόνια!
Το… ραβασάκι εκ Βρυξελλών θα φτάσει σε όλες τις πρωτεύουσες την ερχόμενη Παρασκευή και μιλώντας με Έλληνες αξιωματούχους αντιλαμβάνεται κανείς την εύλογη απορία για το τι ακριβώς μπορεί να ορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ειδικά για χώρες, όπως η Γαλλία, που βρίσκεται μια ανάσα από τη διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος.
Για τα καθ’ ημάς δεν υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία, καθώς και στις πιο πρόσφατες Εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποτυπώνεται η εμπιστοσύνη στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, άρα και της βιωσιμότητας του ελληνικού Χρέους, που παραμένει το υπ’ αριθμόν ένα ζητούμενο για τις Βρυξέλλες. “Οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου για τις οικονομικές προοπτικές περιλαμβάνουν την εμβάθυνση των γεωπολιτικών εντάσεων, τις παρατεταμένες εμπορικές διαταραχές λόγω της κρίσης στην Ερυθρά Θάλασσα και μια πιθανή αύξηση των ενεργειακών τιμών”, επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο In- Depth Review του Απριλίου. Στην Αθήνα έχουν, πάντως, μια ανησυχία, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί… τεχνικού χαρακτήρα, αλλά εν πολλοίς μπορεί να κρίνει το μίγμα πολιτικής των επόμενων ετών.
Η Κομισιόν θα καταλήξει στις κατά περίπτωση δημοσιονομικές κατευθύνσεις, “πατώντας” πάνω σε παραδοχές κατ’ αρχάς για το ΑΕΠ και δευτερευόντως για τα πρωτογενή πλεονάσματα και το κόστος εξυπηρέτησης του Χρέους, δηλαδή το ύψος των επιτοκίων. Προφανές είναι ότι αν οι τεχνοκράτες της Επιτροπής βάλουν πολύ χαμηλά τον πήχη του ΑΕΠ, θα απαιτήσουν πιο “σφικτή” πολιτική στο πεδίο των δαπανών για να βγει ο λογαριασμός.
Κι αν για το 2025 έχει προβλεφθεί ο αναγκαίος δημοσιονομικός χώρος για όλες τις έως τώρα εξαγγελίες (μείωση ασφαλιστικών εισφορών, κατάργηση Τέλους Επιτηδεύματος, αύξηση συντάξεων κ.λ.π.), ένας αχρείαστος “κορσές” για τα επόμενα χρόνια θα δυσκολέψει νέες ελαφρύνσεις είτε στην άμεση είτε στην έμμεση φορολογία.
Οι εκτιμήσεις
Η ανάλυση βιωσιμότητας του Χρέους για Ελλάδα, που συμπεριλαμβάνεται στο In- Depth Review, δείχνει ότι σύμφωνα με το βασικό σενάριο ο λόγος του Δημόσιου Χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί μεσοπρόθεσμα μακροπρόθεσμα και να φθάσει περίπου στο 131% το 2029 και στο 116% το 2034.
Η εν λόγω προβολή υποθέτει ότι με αμετάβλητες πολιτικές το διαρθρωτικό πρωτογενές ισοζύγιο (εξαιρουμένων των μεταβολών στο κόστος γήρανσης) παραμένει σε πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ μεταξύ 2024 και 2034. Το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 0,9% κατά μέσο όρο την περίοδο 2025-2034. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης αναμένεται να είναι περίπου 11% του ΑΕΠ ετησίως κατά την περίοδο προβολής.
Οι βασικές προβολές δοκιμάζονται από τέσσερα εναλλακτικά σενάρια. Όλα τα σενάρια, εκτός από ένα, θα οδηγούσαν σε βραδύτερη μείωση του Χρέους σε σχέση με το βασικό σενάριο, με το δυσμενές σενάριο διαφοράς επιτοκίων-ανάπτυξης να έχει τη μεγαλύτερη αρνητική επίπτωση στη δυναμική του Χρέους.